Ο Σερ Άλεξ Φέργκιουσον δεν δεχόταν ένα «όχι» ως απάντηση. Την εποχή της παντοκρατορίας της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, όποιον παίκτη ήθελε ο Σκωτσέζος προπονητής τον έκανε δικό του.
Το 1988, όμως, οι Κόκκινοι Διάβολοι δεν είχαν μπει ακόμα στην «χρυσή» εποχή τους. Και τότε ήταν που ο (μετέπειτα Σερ) Άλεξ προσέγγισε τον Πολ Γκασκόιν για να τον πάρει στο «Ολντ Τράφορντ», ύστερα από μια τριετία όπου ο 21χρονος μπαλαδόρος είχε δικαιώσει όσους έλεγαν ότι ήταν ο πιο ταλαντούχος Άγγλος ποδοσφαιριστής της γενιάς του.
Ο «Φέργκι» έβλεπε στο πρόσωπο του «Γκάζα» τον νέο ηγέτη της Γιουνάιτεντ, αλλά ο νεαρός τότε άσος προτίμησε την Τότεναμ, επειδή του αγόρασε ένα σπίτι για τον πατέρα του. Ο Φέργκιουσον ενοχλήθηκε τόσο πολύ από το «όχι» του Γκασκόιν που έκανε έξι χρόνια να του μιλήσει και, όταν ο Πολ έπαιζε στην Λάτσιο και τον προσέγγισε για να φορέσει τα κόκκινα, του γύρισε την πλάτη.
Η συνέχεια μετά από εκείνο το «όχι», λίγο πολύ γνωστή. Ο Φέργκιουσον επέλεξε τον Ερίκ Καντονά και μαζί του άρχιζε να χτίζει την αυτοκρατορία του, ο Γκασκόιν άλλαξε συνολικά οκτώ ομάδες, νικήθηκε επανειλημμένως από την εξάρτησή του από το αλκοόλ και ποτέ δεν έκανε την λαμπρή καριέρα που έβλεπε γι’ αυτόν ο Σκωτσέζος προπονητής.
Ο Ρος Μπάρκλεϊ, για καλή του τύχη, δεν έπεσε ποτέ στο σκοτάδι των εξαρτήσεων, αλλά είχε μια μοναδική ικανότητα να προσελκύει τα προβλήματα, τα οποία έβαλαν σε κίνδυνο μια πολλά υποσχόμενη καριέρα.
«Αυτό που πάντα μου άρεσε από εκείνον στην διάρκεια της καριέρας του ήταν αυτό: Ξέρεις ότι έχει την φυσική ικανότητα να νικάει ποδοσφαιριστές στο ένας εναντίον ενός, σχεδόν όπως έκανε ο Πολ Γκασκόιν» είπε κάποτε ο συμπαίκτης του στην Έβερτον, μέσος Κέβιν Κιλμπέιν, με αποτέλεσμα να του κολλήσει το (πολύ βαρύ και άδικο) παρατσούκλι «νέος Γκασκόιν».
Και ως προς τους μπελάδες, του έμοιασε αρκετά. Ως παίκτης της Τσέλσι ανέλαβε την εκτέλεση ενός κρίσιμου πέναλτι σε αγώνα με την Βαλένθια για το Champions League, παρότι η ομάδα διέθετε δύο σπεσιαλίστες όπως ο Ζορζίνιο και ο Γουίλιαν (νυν παίκτης του Ολυμπιακού). Το έχασε, η ομάδα του ηττήθηκε και ο ίδιος μπήκε στο (αρνητικό) επίκεντρο Τύπου και κοινής γνώμης.
Στην διάρκεια διακοπής λόγω αγώνων των εθνικών ομάδων, πετάχτηκε για μίνι διακοπές στο Ντουμπάι και έγινε πρωτοσέλιδο όντας γυμνός από την μέση και πάνω σε ένα νυχτερινό κλαμπ. Ο προπονητής του Φρανκ Λάμπαρντ, πρώτος σκόρερ και θρύλος της Τσέλσι, συνήθιζε να τον στηρίζει δημοσίως, αλλά κάποια στιγμή είπε «φτάνει».
Ο Μπάρκλεϊ, ένα σύγχρονο χαφ, ικανότατο με την μπάλα στα πόδια αλλά και φοβερή φυσική δύναμη, είχε κάνει το «μπαμ» μόλις στα 17 του, όταν έκανε ντεμπούτο στην Premier League με την φανέλα της Έβερτον, αργότερα μάλιστα απ’ ότι είχε αρχικά προβλεφθεί, αφού έσπασε το πόδι του σε έναν αγώνα της Κ19 της Αγγλίας.
Εκείνες οι ένδοξες και πολλά υποσχόμενες ημέρες έμοιαζαν πια με μακρινή ανάμνηση, αφού άρχισε να αλλάζει ομάδες σχεδόν κάθε χρόνο, ξεκάθαρη ένδειξη ότι κάτι δεν πήγαινε καθόλου καλά στην καριέρα του.
Παρότι είχε πάνω από τριάντα συμμετοχές με την Εθνική Αγγλίας μέσα σε βάθος εξαετίας, δεν καλούνταν πλέον από το 2019 και μετά, αφού φλέρταρε επικίνδυνα με την ιδιότητα του «πρώην ποδοσφαιριστή» και του «χαμένου αιώνιου ταλέντου», αν και μπήκε στην τρίτη δεκαετία της ζωής του μόλις τον περασμένο Δεκέμβριο.
Έφτασε να παίξει στο εξωτερικό και στην γαλλική Νις, όπου επίσης δεν στέριωσε. Το καλοκαίρι του 2023, ο ψηλόσωμος μέσος από το Λίβερπουλ πήρε μια απόφαση που έμελλε να αλλάξει την ζωή και την καριέρα του, αποδεχόμενος την πρόταση της νεοφώτιστης Λούτον.
«Σε αυτή την ομάδα ερωτεύτηκα και πάλι το ποδόσφαιρο» εξηγεί, νιώθοντας ευγνώμων για την εμπιστοσύνη των ανθρώπων της Λούτον, με την πορτοκαλί φανέλα της οποίας βρήκε τον καλό του εαυτό και θύμισε τον ποδοσφαιριστή που κάποτε η χρηματιστηριακή του αξία είχε φτάσει μέχρι τα τριάντα εκατομμύρια ευρώ.
Πλέον έχει κατρακυλήσει στα οκτώ (είχε φτάσει και τα… 4,5!), αλλά αυτό ουδόλως τον απασχολεί. Η Λούτον υποβιβάστηκε στην Championship την σεζόν της ανόδου της, αλλά ο Μπάρκλεϊ είχε φροντίσει να πείσει και τους πλέον δύσπιστους ότι η… κανονική, ποδοσφαιρική του εκδοχή είχε επιστρέψει.
Πριν από τέσσερα χρόνια, είχε πάει ως δανεικός από την Τσέλσι στην Άστον Βίλα και είχε κάνει εξαιρετικές εμφανίσεις στα πρώτα έξι παιχνίδια, προτού ένας μυϊκός τραυματισμός, από αυτούς που τόσο τον έχουν ταλαιπωρήσει στην καριέρα του, τον φέρει πολύ πίσω.
Ο Ουνάι Έμερι, ο οποίος με την δουλειά του πέρυσι επανάφερε τους Villagers στα σαλόνια του Champions League μετά από σαράντα και πλέον χρόνια, τον τσέκαρε ανά τακτά χρονικά διαστήματα στην Λούτον, όπου προκαλούσε… παροξυσμό σε διάφορα παιχνίδια του, σε σημείο οι φίλαθλοι να τον συγκρίνουν, όχι, με τον Γκασκόιν, αλλά με τον θρυλικό Αντρές Ινιέστα, ζητώντας την επιστροφή του στην εθνική ομάδα.
Ο Βάσκος τεχνικός συναντήθηκε προσωπικά μαζί του, του εξήγησε τι θέλει από αυτόν και τον έπεισε να αφήσει την Λούτον για την Βίλα, αντί μόλις 5,9 εκατομμυρίων ευρώ, όταν έξι χρόνια πριν η Τσέλσι είχε δώσει 16,8 εκατομμύρια ευρώ στην Έβερτον για να τον κάνει δικό της.
Πέντε μήνες μετά, η Βίλα ξέρει ότι με τον Μπάρκλεϊ έκανε μια από τις «κλοπές» του καλοκαιριού. Και ο ίδιος, για να το γιορτάσει, σημείωσε το βράδυ της Τρίτης (10/12), με αρκετή δόση τύχης είναι η αλήθεια, το γκολ με το οποίο η ομάδα του Μπέρμιγχαμ νίκησε μέσα στην Λειψία (3-2), εξασφάλισε ουσιαστικά ότι θα παίζει στο Champions League και τον Φεβρουάριο, διεκδικώντας με αξιώσεις την απευθείας πρόκριση στους «16».
Αυτό, μάλιστα, ήταν το παρθενικό γκολ του 31χρονου Μπάρκλεϊ στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση. Όχι, ο Ρος δεν έγινε ποτέ ο «νέος Γκασκόιν». Και μάλλον είναι ικανοποιημένος με αυτό…
