Ηταν η πέμπτη σεζόν του Αλεξ Φέργκιουσον στο τιμόνι της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Ο Σκωτσέζος δεν ήταν ακόμα σερ, είχε ήδη φλερτάρει μια – δύο φορές με την απόλυση (και όμως…) και οι Κόκκινοι Διάβολοι δεν είχαν χτίσει την αυτοκρατορία τους, η οποία περιελάμβανε στα επόμενα είκοσι χρόνια 13 πρωταθλήματα και δύο Champions League, μεταξύ πολλών άλλων.
Η ομάδα του Μάντσεστερ πάλευε για μια διάκριση μετά από χρόνια και στο τέλος εκείνης της σεζόν θα κατακτούσε το Κύπελλο Κυπελλούχων, μια διοργάνωση που επρόκειτο να πάψει να υφίσταται δύο χρόνια μετά, ύστερα από σχετική απόφαση της UEFA, η οποία θεωρούσε (εσφαλμένα;) ότι είχε λιγότερο ενδιαφέρον σε σχέση με το Champions League και το Κύπελλο UEFA.
Στο αντάμωμα με τη γαλλική Μονπελιέ στα προημιτελικά, τον Μάρτιο του 1991, ο Σκωτσέζος Μπράιαν Μακλέρ άνοιξε το σκορ προτού συμπληρωθεί καν το πρώτο λεπτό της αναμέτρησης στο «Ολντ Τράφορντ».
Από την τωρινή ομάδα τότε είχαν γεννηθεί μόνο ο βετεράνος, τρίτος τερματοφύλακας Τομ Χίτον (πέντε ετών τότε) και ο κεντρικός αμυντικός Τζόντι Εβανς, ο οποίος ήταν μόλις τριών ετών. Ο προπονητής Ρούμπεν Αμορίμ μόλις είχε ξεκινήσει το σχολείο σε ηλικία έξι ετών.
Ο Αλεχάντρο Γκαρνάτσο, βεβαίως, δεν ήταν καν… ιδέα. Και το βράδυ της Πέμπτης (28/11) έγινε ο πρώτος παίκτης της Γιουνάιτεντ, από τον Μακλέρ 33 χρόνια πριν, που σκοράρει σε ευρωπαϊκό παιχνίδι της ομάδας προτού συμπληρωθεί το πρώτο λεπτό της αναμέτρησης.
Το γκολ ανήκει στον 20χρονο Αργεντινό, αλλά όλη τη βρώμικη δουλειά στη φάση την έκανε ο Ράσμους Βίντερ Χόιλουντ, ο οποίος πίεσε τον τερματοφύλακα της Μπόντο Γκλιμτ, τον Ισραηλινό Νικίτα Χάικιν, του έκλεψε την μπάλα και την έστρωσε επί της ουσίας στον Γκαρνάτσο, για να σκοράρει αυτός προ κενής εστίας.
Ο 21χρονος Δανός, επίσης αγέννητος εκείνο το βράδυ του Μαρτίου του 1991, πήγε στη Γιουνάιτεντ από την Αταλάντα το καλοκαίρι του 2023 με όνειρα χίλια, φιλοδοξώντας να συμβάλει στην αναγέννηση μιας ομάδας που έχει έντεκα χρόνια να κατακτήσει το πρωτάθλημα και ψάχνει εναγωνίως την αγωνιστική της ταυτότητα.
Οι πολύ καλές του εμφανίσεις στην ομάδα του Μπέργκαμο, η οποία έναν χρόνο πριν είχε δώσει είκοσι εκατομμύρια ευρώ στη Στουρμ Γκρατς για να τον κάνει δικό της, εκτόξευσαν την τιμή του σε δυσθεώρητα ύψη, αφού στοίχισε στη Γιουνάιτεντ 73,9 εκατ. ευρώ, κάνοντάς τον την έβδομη πιο ακριβή μεταγραφή στην ιστορία του συλλόγου.
Το τεράστιο ποσό, σε συνδυασμό με τα κατορθώματα του επίσης υψηλόσωμου (1,91 ο Χόιλουντ, 1,96 αυτός) Σκανδιναβού Ερλινγκ Μπράουτ Χάαλαντ στην έτερη ομάδα του Μάντσεστερ, τη Σίτι, του κόλλησαν (άδικα) την ταμπέλα «νέος Χάαλαντ». Ο Ράσμους, όμως, δεν είναι ο νέος Χάαλαντ και ούτε φιλοδοξεί να γίνει. Είναι ο Χόιλουντ.
Και, ως τέτοιος, πήρε τη σκυτάλη από τον Γκαρνάτσο και με δύο γκολ, στο πιθανότατα καλύτερό του παιχνίδι με την κόκκινη φανέλα, χάρισε στον Αμορίμ ένα πολύ ευχάριστο, έστω και αγχώδες, πρώτο παιχνίδι στο «Ολντ Τράφορντ», υπό το βλέμμα μάλιστα του (σερ εδώ και 25 χρόνια) Αλεξ Φέργκιουσον, ο οποίος επέστρεψε στις εξέδρες για πρώτη φορά μετά την παύση του από τον σύλλογο από το πόστο του παγκόσμιου πρεσβευτή λόγω περικοπών στα έξοδα. Ναι, συμβαίνουν και στις καλύτερες οικογένειες αυτά.
«Πρέπει να βελτιωθεί και άλλο. Κάνει πολλές επαφές όταν κρατάει την μπάλα» αποφάνθηκε μετά το ματς ο Αμορίμ, επιχειρώντας να κρατήσει προσγειωμένο τον νεαρό ποδοσφαιριστή του, από τον οποίο περιμένει πολλά, όπως και όλος ο οργανισμός άλλωστε.
Αυτό, όμως, ισχύει και για τον ίδιο τον επιθετικό από την Κοπεγχάγη, που μεγάλωσε σε μια απόλυτα ποδοσφαιρική οικογένεια, αφού τα μικρότερα κατά δύο χρόνια, δίδυμα αδέλφια του, Εμίλ και Οσκαρ, παίζουν επίσης μπάλα, ο πρώτος ως επιθετικός στη Σάλκε και ο δεύτερος ως κεντρικός μέσος στην Αϊντραχτ Φρανκφούρτης.
Και οι τρεις, βεβαίως, πήραν τα γονίδια από τον μπαμπά Αντερς, ο οποίος στα νιάτα του υπήρξε ποδοσφαιριστής (επιθετικός και αυτός), αλλά σε χαμηλότερες από την πρώτη κατηγορίες και χωρίς μακρά θητεία, αφού αποσύρθηκε νωρίς λόγω τραυματισμών.
Στα 53 του πλέον, στέκεται στο πλευρό των παιδιών του, με τον μεγαλύτερο να αποτελεί το καμάρι της οικογένειας Χόιλουντ, αφού έδωσε συνέχεια στη σκανδιναβική παράδοση που έχτισαν στη Γιουνάιτεντ παίκτες όπως οι Νορβηγοί Ολε Γκούναρ Σόλσκιερ, Ρόνι Γιόνσεν, Χένινγκ Μπεργκ, οι Σουηδοί Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς, Βίκτορ Λίντελοφ, Γιέσπερ Μπλόκμβιστ και οι Δανοί Πέτερ Σμάιχελ, Γιέσπερ Ολσεν και Κρίστιαν Ερικσεν.
Ο τελευταίος, θρύλος στη χώρα του, αποτελεί το σημείο αναφοράς και το μεγαλύτερο στήριγμα του Χόιλουντ στην ομάδα, όπου η πρώτη του σεζόν δεν ήταν η προσδοκώμενη εξαιτίας και μυϊκών τραυματισμών που τον ταλαιπώρησαν.
Οι αριθμοί, στην περίπτωσή του, λένε την αλήθεια, αφού 16 γκολ και δύο ασίστ σε 43 παιχνίδια δεν είναι επιδόσεις που ικανοποιούν για έναν ποδοσφαιριστή που στοίχισε πάνω από 70 εκατ. ευρώ, παίρνει ετησίως περί τα τέσσερα εκατ. ευρώ και καλείται –πρέπει– να κάνει τη διαφορά.
Ο ίδιος θέλει να αποδείξει ότι μπορεί. Και με εμφανίσεις όπως αυτή κόντρα στους… γείτονες Νορβηγούς της Μπόντο Γκλιμτ, όπου μόνος του γύρισε το 1-2 σε 3-2, αναμφίβολα μπαίνει στον σωστό δρόμο.
Εγινε πολλή κουβέντα για τον πανηγυρισμό του, αφού, σαν άλλος Ρωμαίος αυτοκράτορας, στη μόδα αυτές τις ημέρες λόγω της προβολής του σίκουελ του «Μονομάχου», σήκωσε τον αντίχειρα και τον κατέβασε προς τα κάτω, δίνοντας «εντολή» για… θανάτωση.
Ποιος ξέρει, ίσως ήταν ένα μήνυμα προς όσους του ασκούν, όχι άδικα σε πολλές περιπτώσεις, σκληρή κριτική, γιατί δεν έχει γίνει μέχρι τώρα ο επιθετικός – σημείο αναφοράς που χρειάζεται η ομάδα.
Η αποχώρηση το καλοκαίρι του Αντονί Μαρσιάλ, ο οποίος πλέον ζει και παίζει στα μέρη μας με τη φανέλα της ΑΕΚ, του έδωσε την ευκαιρία να πάρει την (πάντα βαριά) φανέλα με το «9». Δεν τη φοβήθηκε και τώρα κάνει ό,τι περνάει από τα πόδια και το κεφάλι του για να αποδειχθεί άξιος διάδοχος θρύλων όπως ο σερ Μπόμπι Τσάρλτον ή ο Αντι Κόουλ. Και, βεβαίως, ο Μπράιαν Μακλέρ.
