Κανείς δεν αμφισβητεί πως ο ανταγωνισμός μπορεί να μας βοηθήσει να γίνουμε καλύτεροι. Αρκεί αυτός να γίνεται εντός των επιτρεπόμενων ορίων, χωρίς να φθάνει σε ακρότητες.
Δυστυχώς στην περίπτωση των αφεντικών του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού, στο μπάσκετ, αυτός έχει ξεφύγει σε τέτοιο πλέον σημείο, που μόνο κακό μπορεί να προκαλεί. Και στο οικονομικό και στο αγωνιστικό σκέλος, αλλά το πιο επικίνδυνο είναι να δυναμιτίσει τη βία, ώστε αυτή να γίνει μη ελεγχόμενη.
Ελπίζαμε πως μετά την ολοκλήρωση της σειράς των τελικών τα πνεύματα θα ηρεμήσουν και θα επικεντρωθούν στο πώς θα ενισχυθούν οι δύο ομάδες για τη νέα περίοδο. Διαψευσθήκαμε. Η κόντρα συνεχίστηκε στον μεταγραφικό τομέα προκαλώντας τη φίλαθλη κοινή γνώμη.
Αρχισαν να δαπανώνται υπέρογκα ποσά, δυσανάλογα με την αξία των παικτών, μόνο και μόνο για να ικανοποιηθούν τα καπρίτσια και τα «θέλω» των αφεντικών. Λεφτά που πιθανόν να μην αποσβεσθούν, όπως συνέβη και σε προηγούμενες μεταγραφές.
Ολη αυτή η απαράδεκτη κατάσταση οδηγεί στην απαξίωση του ελληνικού πρωταθλήματος μπάσκετ, με αποτέλεσμα να απομακρύνει και τους επενδυτές, αλλά σε βάθος χρόνου και τους φιλάθλους. Εχει πλέον δημιουργηθεί μια εικόνα «μπάχαλου» στο εσωτερικό, αφού οι παρεμβάσεις της πολιτείας αντί να βοηθήσουν, επιδείνωσαν το πρόβλημα.
Θα πρέπει λοιπόν να μπει ένα φρένο σε όλη αυτή την τοξικότητα όχι με… ευχές και νέα μέτρα που θα εφαρμοστούν ή όχι, κατά το δοκούν. Το μόνο που χρειάζεται είναι να αλλάξουν νοοτροπία τα αφεντικά των δύο ομάδων.
Δεν έχει σημασία πλέον ποιος φταίει περισσότερο ή λιγότερο. Αυτό που απαιτείται είναι να επανέλθει η λογική, σε κάθε δήλωση και πράξη, ώστε να σταματήσει ο κατήφορος.

