Η αποχώρηση του Ζέλικο Ομπράντοβιτς από την Παρτιζάν και η απόφασή του να παραμείνει στην Αθήνα μετά τη συντριβή από τον Παναθηναϊκό έχει προκαλέσει έντονες συζητήσεις τόσο στον αθλητικό κόσμο της Ευρώπης όσο και στον πολιτικό κόσμο της Σερβίας. Ο Ζοτς, κορυφαίος Σέρβος προπονητής και ένας από τους πιο επιτυχημένους στην ιστορία του ευρωπαϊκού μπάσκετ, αποφάσισε να εγκαταλείψει την ομάδα του στη μέση της περιόδου, κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά από το 1991 που ξεκίνησε την προπονητική καριέρα του από το ίδιο κλαμπ.
Ενώ οι αγωνιστικοί λόγοι και οι προσωπικές του επιλογές φαίνεται να έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στις τελευταίες εξελίξεις, αρκετά μέσα ενημέρωσης της Σερβίας υπογραμμίζουν με νόημα την ύπαρξη έμμεσων ή άμεσων πολιτικών παρεμβάσεων που ενδέχεται να επηρέασαν την απόφασή του.
Ο Ομπράντοβιτς ανέλαβε για τελευταία φορά την Παρτιζάν το 2021, σε μια κρίσιμη στιγμή για το κλαμπ, με στόχο να το επαναφέρει στην κορυφή της ABA League και της Ευρωλίγκας. Παρά τις σημαντικές προσπάθειες για ανανέωση του ρόστερ και για αλλαγή της αγωνιστικής ταυτότητας της ομάδας, η κατάσταση γρήγορα φάνηκε να ξεφεύγει από τον έλεγχό του.
Σύμφωνα με δημοσίευμα σερβικού Μέσου, δύο είναι οι λόγοι για τους οποίους ο Ομπράντοβιτς ήταν δυσαρεστημένος στην Παρτιζάν: «Από τη μία έβλεπε ότι, παρά τις προσπάθειές του να αλλάξει το παιχνίδι και την ταυτότητα της ομάδας, η κατάσταση φαινόταν πλέον μη αναστρέψιμη. Από την άλλη, ένιωθε ότι βρισκόταν στο στόχαστρο της σερβικής εξουσίας».
Το ίδιο δημοσίευμα προσθέτει ότι «η θέση που πήρε παλαιότερα λέγοντας «ας πολεμήσουμε ώστε η νεολαία μας να ζήσει καλύτερα από εμάς», σίγουρα δεν άρεσε στη σερβική εξουσία, και από τότε η κυβέρνηση Βούτσιτς, θεωρεί τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς ως πολιτικό αντίπαλο». Οπως και τον Νόβακ Τζόκοβιτς, άλλωστε.
Πριν από περίπου έναν χρόνο, είχε πραγματοποιηθεί στο Βελιγράδι μία από τις μεγαλύτερες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις, όπου εκατοντάδες χιλιάδες Σέρβοι βγήκαν στους δρόμους ζητώντας την απόδοση ποινικών και πολιτικών ευθυνών για την τραγωδία στον σιδηροδρομικό σταθμό του Νόβι Σαντ, όταν την 1η Νοεμβρίου κατέρρευσε τμήμα της οροφής σκοτώνοντας 15 ανθρώπους.
Οι κινητοποιήσεις των φοιτητών ξεκίνησαν με καταλήψεις στις σχολές των τεσσάρων δημόσιων πανεπιστημίων της σερβικής πρωτεύουσας και κορυφώθηκαν με τη διαδήλωση κατά του προέδρου Αλεκσάνταρ Βούτσιτς. Ο Ζοτς είχε πάρει θέση επί του θέματος και είχε ταχθεί υπέρ των διαδηλωτών, ζητώντας να σταματήσει ο διχασμός στην πατρίδα του:
«Να σταματήσει να γίνεται κατάχρηση της λέξης “πατριωτισμός”, ειδικά από εκείνους που μιλούν περισσότερο γι’ αυτήν. Σίγουρα αυτοί είναι λιγότερο πατριώτες. Αλλά ας καταλάβουμε ότι όλοι αγαπάμε αυτή τη χώρα με τον ίδιο τρόπο. Οχι να κατηγορούμε ο ένας τον άλλον ότι κάποιος την αγαπάει περισσότερο και άλλος λιγότερο. Πιστεύω ότι αυτό είναι κάτι που πρέπει να έχουμε, μια συναίνεση για βασικά θέματα, να σκεφτόμαστε όλοι με τον ίδιο τρόπο. Να μας γίνει σαφές ότι η θέση της χώρας μας δεν είναι και τόσο ρόδινη. Να καταφέρουμε η νεολαία μας, που έχει ορισμένες απαιτήσεις, να ζήσει αύριο καλύτερα από ό,τι ζήσαμε εμείς. Αυτός είναι ο στόχος κάθε κοινωνίας και κάθε οικογένειας. Να πουν οι γονείς: ″Θέλω τα παιδιά μου να ζήσουν καλύτερα από ό,τι έζησα εγώ”. Αν σκεφτόμαστε έτσι, τότε όλα θα γίνουν καλύτερα για όλους. Αυτή είναι η πρώτη ευχή για το νέο έτος, εκτός από την ευχή να υπάρχει ειρήνη στον κόσμο και, ο μη γένοιτο, να μην έρθει σε εμάς κάτι που υπήρχε στο παρελθόν, για να μη βιώσουμε ξανά εκείνες τις τραυματικές εμπειρίες», είχε πει μεταξύ άλλων.
Πλέον, δημοσιεύματα στη Σερβία μιλούν ξεκάθαρα για πολιτική πίεση από κύκλους που πρόσκεινται στην κυβέρνηση Βούτσιτς, ειδικά όταν άλλαξε η διοίκηση της Παρτιζάν. Παρά ταύτα, σημειώνουν ότι ο ίδιος ο Ομπράντοβιτς είχε δημόσια αρνηθεί ότι ο σύλλογος είναι «κρατικό πρότζεκτ».
Ενα άλλο Μέσο της χώρας υποστηρίζει πως ναι μεν υπήρξαν κρατικές παρεμβάσεις, αλλά ότι η παραίτηση είναι κυρίως αθλητική υπόθεση. Ταυτόχρονα, ένα τρίτο σάιτ μιλά ευθέως για πολιτικές δυνάμεις που προσπαθούν να ελέγξουν την ηγεσία της ομάδας –από τη διαχείριση χορηγιών μέχρι τις τοποθετήσεις σε διοικητικά πόστα– και συνδέει αυτές τις ενέργειες με την απογοήτευση και τη φυγή του Ομπράντοβιτς.
Παράλληλα, όμως, με το πολιτικό σκέλος της υπόθεσης, υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις για σημαντικές διαφωνίες με τους παίκτες της ομάδας. Ο Ομπράντοβιτς, γνωστός για την αυστηρή πειθαρχία και την απαιτητική του προσέγγιση στην προπόνηση, ήρθε αντιμέτωπος με κάποιους παίκτες που δεν ανταποκρίνονταν πλήρως στο σύστημά του ή δεν συμφωνούσαν με την τακτική που ακολουθούσε. Δεν είναι λίγα τα δημοσιεύματα που αναφέρουν περιπτώσεις όπου η ένταση στο ρόστερ οδήγησε σε συγκρούσεις, όχι μόνο για αγωνιστικά ζητήματα, αλλά και για τον ρόλο κάθε παίκτη στην ομάδα.
Επιπλέον, η συνεργασία με τη διοίκηση του συλλόγου δεν ήταν πάντοτε ομαλή. Ο Ομπράντοβιτς φέρεται να είχε διαφωνίες σχετικά με τη στελέχωση του ρόστερ, τον προγραμματισμό αγώνων και τον τρόπο διαχείρισης των χρηματοδοτήσεων και των χορηγιών. Η πίεση για αποτελέσματα, η οικονομική αβεβαιότητα και οι περιορισμοί στο ρόστερ δημιούργησαν ένα σύνθετο περιβάλλον, μέσα στο οποίο η διαχείριση της ομάδας υπήρξε πραγματικά εκρηκτική.
Η Παρτιζάν αντιμετώπισε (και ίσως να αντιμετωπίζει ακόμη) σημαντική οικονομική αστάθεια, με καθυστερήσεις στις πληρωμές. Η κατάσταση αυτή περιόρισε αισθητά την ελευθερία κινήσεων του Ομπράντοβιτς, ώστε να διαμορφώσει την ομάδα σύμφωνα με τα πρότυπά του, δημιουργώντας ένα φορτισμένο περιβάλλον. Κάθε αποτυχία ή αδυναμία αντιμετώπισης των προβλημάτων έπαιρνε διάσταση αυξάνοντας την πίεση για αποτελέσματα σε όλα τα επίπεδα.
Η Παρτιζάν, όπως και άλλοι μεγάλοι σύλλογοι στα Βαλκάνια, λειτουργούν σε ένα περιβάλλον όπου οι σχέσεις μεταξύ οργανωμένων οπαδών, πολιτικών και επιχειρηματικών κύκλων είναι ισχυρές και πολλές φορές σκοτεινές.
Αυτό σημαίνει ότι αποφάσεις, όπως η παραμονή ή η αποχώρηση ενός προπονητή, μπορεί να μην εξαρτάται αποκλειστικά από αθλητικά κριτήρια. Η ιστορική και κοινωνική διάσταση των συλλόγων, αλλά και η… ομίχλη που προκύπτει στην πορεία, δημιουργούν ένα πλαίσιο όπου οι πιέσεις τσακίζουν ακόμη και τους πιο «μπαρουτοκαπνισμένους» ανθρώπους ενός αθλήματος.
Η αποχώρηση του Ομπράντοβιτς φαίνεται ότι συνδυάζει όλα αυτά τα στοιχεία και μένει να φανεί αν ο Σέρβος προπονητής θα αποφασίσει να μιλήσει ή θα αποφύγει, τελικώς, να ρίξει περισσότερο λάδι στη φωτιά.
Η αλήθεια είναι ότι η πολιτική διάσταση του αθλητισμού στη Σερβία παραμένει ισχυρή. Η σύνδεση μεταξύ πολιτικής, αθλητισμού και οπαδών δεν αποτελεί θεωρητικό σενάριο, αλλά μια πραγματικότητα. Οι σχέσεις αυτές επηρεάζουν όχι μόνο την εικόνα ενός συλλόγου, αλλά και το DNA του.
Οι διαφωνίες με παίκτες, οι συγκρούσεις με τη διοίκηση, οι οικονομικές δυσκολίες και οι υποψίες για πολιτική παρέμβαση δημιουργούν ένα πολυσύνθετο περιβάλλον, που δύσκολα μπορεί να διαχωριστεί σε «καθαρά αγωνιστικό» ή «καθαρά πολιτικό».
Παρά την έλλειψη απολύτως τεκμηριωμένων αποδείξεων για άμεση κρατική παρέμβαση, προς το παρόν, το ιστορικό πλαίσιο των σχέσεων πολιτικής, αθλητισμού και οπαδών στη Σερβία καθιστά σαφές ότι οι πιέσεις μπορούν να υπάρξουν και να λειτουργήσουν καθοριστικά.
Η υπόθεση με τον Νόβακ Τζόκοβιτς είναι ακόμη νωπή…

