Η Τζαμάικα είναι μια χώρα ταυτισμένη με τη ρέγκε μουσική, την κουλτούρα του ρασταφαριανισμού και τους πρωταθλητές και τις πρωταθλήτριες ταχύτητας στον στίβο. Παρ’ όλα αυτά, διατηρεί μια πολύ πιο βαθιά σχέση με το ποδόσφαιρο απ’ όσο, συχνά, αντιλαμβάνεται ο κόσμος εκτός νησιού. Παρότι το άθλημα που έφερε διεθνή λάμψη στη χώρα είναι ο στίβος, με αποκορύφωμα τις επιδόσεις του Γιουσέιν Μπολτ, το ποδόσφαιρο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητας και της κοινωνικής ζωής της Τζαμάικας. Και ίσως περισσότερο από κάθε άλλο πρόσωπο, ο Μπομπ Μάρλεϊ υπήρξε η πιο εμβληματική ενσάρκωση αυτής της σχέσης.
Για τους πιο παλιούς που θυμούνται τις εικόνες του Μάρλεϊ να παίζει μπάλα πριν από τις συναυλίες ή κατά τη διάρκεια περιοδειών, το ερώτημα γεννιέται σχεδόν αυθόρμητα: έχει τελικά η Τζαμάικα μια ιδιαίτερη, βαθύτερη σχέση με το ποδόσφαιρο; Η απάντηση είναι ξεκάθαρη: ναι.
Το ποδόσφαιρο, παρότι εξαιρετικά δημοφιλές εντός του νησιού, δεν διαθέτει μέχρι στιγμής διακρίσεις που θα το μετατρέψουν σε διεθνές brand. Η συμμετοχή στο Μουντιάλ του 1998 ήταν ένα μεγάλο άλμα μεν, όμως, δεν είχε συνέχεια.
Το απόγευμα της 19ης Νοεμβρίου στο Κίνγκστον είχε κάτι το διαφορετικό. Τρεις ώρες πριν από τη σέντρα του αγώνα με το Κουρασάο, το οποίο θα έκρινε αν η Τζαμάικα θα επέστρεφε σε Παγκόσμιο Κύπελλο, οι δρόμοι της πρωτεύουσας ήταν σχεδόν αδιάβατοι. Στις μποτιλιαρισμένες οδούς έβλεπες ανθρώπους με κάθε πιθανή απόχρωση του κίτρινου, με μικρές πράσινες πινελιές, να τραγουδούν, να γελούν και να ελπίζουν.
Ολα αυτά συνέθεταν το σκηνικό μιας ιστορικής βραδιάς. Μιας βραδιάς που θα μπορούσε να αποτελέσει σημείο καμπής για το νησί. Αντ’ αυτού, εξελίχθηκε σε μια από τις πιο πικρές σελίδες του τζαμαϊκανού ποδοσφαίρου.
Το 0-0 απέναντι στο μικροσκοπικό Κουρασάο όχι μόνο άφησε την Τζαμάικα εκτός πρόκρισης αλλά, ταυτόχρονα, έστειλε τον Στιβ ΜακΛάρεν στην πόρτα της εξόδου. Ο πρώην προπονητής της εθνικής Αγγλίας, ο οποίος είχε αναλάβει την αποστολή να αναγεννήσει τους Reggae Boyz, ανακοίνωσε την παραίτησή του σε ένα σύντομο αλλά φορτισμένο συναισθηματικά κείμενο, με δάκρυα στα μάτια και με τη φωνή του να τρέμει.
Πίσω από την παραίτηση, όμως, βρίσκεται μια πολύ πιο περίπλοκη ιστορία. Μια ιστορία που αφορά όχι μόνο τον αγωνιστικό τομέα αλλά και την κουλτούρα, τις δομές, τη διοίκηση και τις παθογένειες του τζαμαϊκανού ποδοσφαίρου.
Οταν ο ΜακΛάρεν άφησε τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ για να αναλάβει την εθνική Τζαμάικας, η είδηση είχε προκαλέσει αίσθηση. Ηταν μια κίνηση που έδειχνε φιλοδοξία από πλευράς ομοσπονδίας και ταυτόχρονα διάθεση του Αγγλου τεχνικού να επιστρέψει στον πρωταγωνιστικό ρόλο ενός προγράμματος υψηλών απαιτήσεων. Οσοι τον γνώριζαν μιλούσαν για έναν άνθρωπο που είχε αναζωπυρωμένο πάθος για το ποδόσφαιρο και έντονη ανάγκη να επανορθώσει για τις προηγούμενες διεθνείς αποτυχίες του.
Ωστόσο, η καθημερινότητα στην Καραϊβική αποδείχθηκε πολύ πιο δύσκολη απ’ ό,τι περίμενε.
Ο 64χρονος τεχνικός αντιμετώπιζε ήδη ένα σοβαρό πρόβλημα αρθρίτιδας στον αστράγαλο, που απαιτούσε χειρουργική επέμβαση. Παρά τις ενέσεις και τα παυσίπονα, συχνά δυσκολευόταν να προπονήσει. Από ένα σημείο και μετά, ο βοηθός του Ιαν Μπάρκναλ αναγκαζόταν να αναλάβει τη δουλειά στο γήπεδο.
Παράλληλα, η ομοσπονδία αντιμετώπιζε οργανωτικές και οικονομικές δυσκολίες, κάτι που βάρυνε τους ώμους του ΜακΛάρεν. Εφτασε στο σημείο να πληρώνει ο ίδιος εισιτήρια και ξενοδοχεία για μέλη του τεχνικού επιτελείου, επειδή η διοίκηση της JFF έκρινε ότι το κόστος ήταν υψηλό. Ακόμη και η αντικατάσταση του πρώτου βοηθού του, Πολ Σίμπσον, καθυστέρησε και υπονομεύτηκε λόγω οικονομικών οφειλών της ομοσπονδίας προς τον ίδιο.
Πηγές έκαναν λόγο για ένα περιβάλλον χωρίς επαρκή οργάνωση, με προβλήματα με βίζες, ταξίδια με πολλές ανταποκρίσεις για εξοικονόμηση χρημάτων, ελλιπή χρήση τεχνολογίας, όπως GPS, ακόμη και περιστατικά με παίκτες που έβγαιναν έξω μέχρι αργά ξεπερνώντας τα όρια. Το αποτέλεσμα; Μια σχέση που ξεκίνησε με ενθουσιασμό, μετατράπηκε σε απογοήτευση και, μοιραία, σε ρήξη.
Κατά τη διάρκεια του αγώνα με το Κουρασάο η ατμόσφαιρα στο Εθνικό Στάδιο άλλαξε δραματικά. Η Τζαμάικα έμοιαζε νευρική, ασύνδετη και κουρασμένη. Ο κακός αγωνιστικός χώρος έκανε κάθε προσπάθεια για συνδυαστικό ποδόσφαιρο ακόμα πιο δύσκολη. Στις εξέδρες, η ανυπομονησία μεγάλωνε.
Οι φίλαθλοι άρχισαν να φωνάζουν το όνομα του «Whisper» Ρίτσαρντς, του 20χρονου εξτρέμ της Τσέλσι που έχει αποκτήσει ισχυρό λαϊκό έρεισμα ως σύμβολο «ντόπιας» ποδοσφαιρικής ταυτότητας. Η είσοδός του στον αγώνα όντως έφερε ενέργεια, ενώ κέρδισε και το πέναλτι των καθυστερήσεων, που όμως ακυρώθηκε από το VAR.
Οταν ο διαιτητής σφύριξε τη λήξη, η κερκίδα ξέσπασε. Για την ισοπαλία, για τον αποκλεισμό, για τον τρόμο που είχε αφήσει πίσω του ο τυφώνας «Μελίσα» μόλις λίγες ημέρες πριν, για την αίσθηση ότι το όνειρο έφευγε μέσα από τα χέρια της ομάδας. Υπήρξαν φραστικές αντιπαραθέσεις με παίκτες, ακόμη και με αστυνομικούς.
Εκείνο το βράδυ, η ατμόσφαιρα είχε γίνει εκρηκτική. Και ο ΜακΛάρεν ήξερε ότι δεν υπήρχε επιστροφή. Ενα από τα βασικά παράπονα του περιβάλλοντός του ήταν ότι ο Αγγλος τεχνικός αναγκάστηκε να αναλάβει καθήκοντα που ξεπερνούσαν κατά πολύ τον ρόλο του προπονητή. Από τη διαχείριση των ταξιδιών μέχρι την επίλυση γραφειοκρατικών ζητημάτων και την υποστήριξη παικτών σε καθημερινά προβλήματα, ο ΜακΛάρεν συχνά λειτουργούσε ως αυτοσχέδιος διευθυντής ποδοσφαίρου.
Η ομοσπονδία αντιμετώπιζε χρόνια οικονομικά προβλήματα. Ενα παράδειγμα ήταν η απόφασή της να μη χρηματοδοτεί πλέον τις αναβαθμίσεις σε business class για παίκτες που πετούν για περισσότερες από δέκα ώρες για να φτάσουν στο νησί. Πολλοί αναγκάστηκαν να πληρώνουν από την τσέπη τους, ώστε να ταξιδεύουν σε συνθήκες που δεν υπονόμευαν την απόδοσή τους.
Αλλο παράδειγμα είναι η υπόθεση του Ρίτσαρντ Χάρτις. Ο ΜακΛάρεν τον είχε ζητήσει ως βοηθό και προπονητή τερματοφυλάκων, έχοντας δουλέψει μαζί του στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Η ομοσπονδία αρνήθηκε λόγω κόστους, με αποτέλεσμα ο ΜακΛάρεν να καλύψει ο ίδιος τα εισιτήρια και το ξενοδοχείο του, και όλα αυτά χωρίς ο Χάρτις να έχει πληρωθεί ποτέ από την JFF.
Η εικόνα ενός προπονητή που προσπαθεί να κάνει ποδόσφαιρο υψηλού επιπέδου σε συνθήκες που δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις έγινε κοινό μυστικό.
Ενα ακόμη ζήτημα ήταν οι διαφωνίες ως προς την ταυτότητα της ομάδας. Η Τζαμάικα, όπως και πολλές χώρες της Καραϊβικής, βασίζεται στο δίκτυο των ομογενών της στην Ευρώπη, ιδιαίτερα στην Αγγλία. Πολλοί από τους βασικούς παίκτες έχουν μεγαλώσει σε διαφορετική κουλτούρα, με διαφορετικές συνθήκες και διαφορετικό ποδοσφαιρικό υπόβαθρο.
Αυτό δημιούργησε περισσότερα προβλήματα. Ποιος πρέπει να παίζει; Ποιος εκπροσωπεί πραγματικά την Τζαμάικα;
Το κοινό απαιτούσε περισσότερους γηγενείς παίκτες, με πάθος και ενέργεια. Ο ΜακΛάρεν, από την πλευρά του, έδειχνε μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στους παίκτες που είχαν ευρωπαϊκή εμπειρία. Αυτή η προσέγγιση θεωρήθηκε από μερίδα φιλάθλων λάθος, με την αιτιολογία ότι αγνοείται το τοπικό ταλέντο.
«Ο κόσμος πιστεύει ότι επιλέγει παίκτες με βάση το όνομα και όχι με βάση ποιος παλεύει περισσότερο στο γήπεδο» ήταν μία από τις πολλές προσωπικές κριτικές που δέχθηκε ο ΜακΛάρεν και συγκεκριμένα από την Jamaica Observer. Μοιραία, αυτό το χάσμα βγήκε εκτός ελέγχου μετά το 0-0.
Η προκριματική διαδικασία ήρθε στη χειρότερη δυνατή στιγμή για το νησί. Ο τυφώνας «Μελίσα» σάρωσε την Τζαμάικα, προκαλώντας εκτεταμένες καταστροφές, νεκρούς και χιλιάδες άστεγους. Η χώρα βρισκόταν σε κατάσταση πένθους και οι πολίτες περίμεναν κάτι να τους αναπτερώσει το ηθικό.
Ο ΜακΛάρεν μάλιστα είχε πει: «Θέλουμε την πρόκριση για εμάς, αλλά και για όλους όσοι υποφέρουν. Θέλουμε να δώσουμε χαρά στο νησί». Ωστόσο, κάποιοι δημοσιογράφοι στο Κίνγκστον πίστευαν ότι ο Αγγλος τεχνικός θα είχε δημιουργήσει πιο ισχυρό δεσμό με τον λαό αν είχε επισκεφτεί τις πληγείσες περιοχές, παρότι ο ίδιος είχε τονίσει ότι ο χρόνος μεταξύ της καταστροφής και της προετοιμασίας της ομάδας ήταν ελάχιστος.
Η παραίτηση του ΜακΛάρεν ήταν το τελευταίο επεισόδιο μιας σχέσης που είχε αρχίσει με όνειρα αλλά έκλεισε με ένταση. Παρά τα προβλήματα, οι περισσότεροι αναγνωρίζουν ότι ο Αγγλος τεχνικός προσπάθησε να φέρει επαγγελματισμό, τάξη και μια πιο σύγχρονη προσέγγιση σε μια ομοσπονδία που παλεύει με οικονομικές και οργανωτικές παθογένειες.
Ο ίδιος πλέον στρέφεται στη σοβαρή επέμβαση που αναβάλλει εδώ και δύο χρόνια. Ωστόσο, η καριέρα του δεν τελειώνει. Κοντινοί του άνθρωποι λένε ότι θα ήταν ιδανικός ως βοηθός ενός νεότερου τεχνικού ή ως τεχνικός διευθυντής, αξιοποιώντας την τεράστια εμπειρία του.
Για την Τζαμάικα, όμως, το ερώτημα είναι άλλο: τι γίνεται τώρα;
Η ομάδα έχει ακόμη ευκαιρία μέσω των μπαράζ εναντίον της Νέας Καληδονίας της Συνομοσπονδίας Ωκεανίας στην πρώτη φάση των διηπειρωτικών πλέι οφ της FIFA. Οι παίκτες μπορούν να βρεθούν στο Παγκόσμιο Κύπελλο στις ΗΠΑ, στον Καναδά και στο Μεξικό, αλλά με νέο προπονητή.
Το ταξίδι συνεχίζεται, αλλά το κεφάλαιο ΜακΛάρεν έκλεισε απότομα. Και η Τζαμάικα βρίσκεται ξανά στο σταυροδρόμι μεταξύ των προσδοκιών της και των εμποδίων που πρέπει να ξεπεράσει για να κάνει το άλμα προς τα εμπρός.

