Στα μισά του α’ γύρου, 9 αγωνιστικές από το ξεκίνημα της διαδρομής, η εικόνα στο ρετιρέ της Premier League έχει ένα εμφανέστατο double fault σύμφωνα με την ορολογία του τένις: στη 2η θέση στρογγυλοκάθεται η Μπόρνμουθ με 18 βαθμούς, 4 λιγότερους από την πρωτοπόρο Αρσεναλ που έχει 22, ενώ την 3η θέση την μοιράζονται με 17 βαθμούς η Τότεναμ με την Σάντερλαντ. Μοιάζει σαν κάτι να μην πηγαίνει φυσιολογικά σ’ αυτή την εικόνα, ειδικά εάν σκεφτεί κανείς ότι η… πυροβολαρχία του αγγλικού ποδοσφαίρου (Μάντσεστερ Σίτι και Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, Λίβερπουλ, Τσέλσι, ακόμα και η Αστον Βίλα με την Κρίσταλ Πάλας που παίζουν στην Ευρώπη μαζί με την εξαφανισμένη Νότιγχαμ) τρέχουν πίσω από δύο ομάδες που θα ήταν λογικό να βρίσκονται τόσο ψηλά μόνο εάν γυρνούσες τον πίνακα της βαθμολογίας… ανάποδα!
Η αλήθεια είναι ότι η ταπεινή Μπόρνμουθ μιας μικρής παραθεριστικής πόλης στη Νότιο Αγγλία και εδρεύει στο Ντιν Κορτ (Vitality Stadium η εμπορική του ονομασία), ένα μικρό γήπεδο μόλις 11.307 θέσεων, είχε ρίξει από την περυσινή περίοδο προειδοποιητικές βολές ότι μπορεί να γίνει μπελάς για τους «μεγάλους». Εκανε έναν εξαιρετικό β’ γύρο και τερμάτισε τελικά στην πολύ τιμητική (για το μέγεθός της) 9η θέση με 56 βαθμούς σε 38 παιχνίδια, διεκδικώντας μέχρι τις τελευταίες αγωνιστικές ένα ευρωπαϊκό εισιτήριο που το έχασε τελικά στις λεπτομέρειες. Έχοντας κερδίσει πέρυσι ομάδες του επιπέδου της Αρσεναλ και της Τσέλσι, λογικό κι επόμενο να περιμένει κανείς μια καλή συνέχεια στο εφετινό πρωτάθλημα, αλλά ποιος θα μπορούσε να ποντάρει πάνω της το περασμένο καλοκαίρι όταν πούλησε σχεδόν τη μισή της ομάδα;
Η Μπόρνμουθ παραχώρησε σε άλλες ομάδες τους 4 από τους 5 παίκτες της αμυντικής της γραμμής, συν όλα τα αστέρια της στην επίθεση πλην του Αντουάν Σεμένιο, για τον οποίο αρνήθηκε πεισματικά προσφορές ύψους 50 εκατ. λιρών από τις Μάντσεστερ Σίτι, Τότεναμ και δικαιώθηκε… πανηγυρικά! Ο 25χρονος Αγγλος επιθετικός με καταγωγή από την Γκάνα βλέπει μόνο την πλάτη του Χάαλαντ στον πίνακα των σκόρερ και με 6 γκολ συν 3 ασίστ στις πρώτες 9 αγωνιστικές του πρωταθλήματος, έχει υπερδιπλασιάσει την χρηματιστηριακή του αξία. Εάν συνεχίσει έτσι, είναι σίγουρο ότι θα δικαιωθεί απόλυτα για την απόφαση του να εμπιστευθεί την κρίση της διοίκησης και να παραμείνει το καλοκαίρι σε μια ομάδα που λογικά θα κινδύνευε με κατάρρευση έχοντας χάσει όλους τους καλούς της παίκτες.
Ο Ντιν Χούισεν πήρε μεταγραφή για τη Ρεάλ Μαδρίτης, ο Μίλος Κέρκεζ για τη Λίβερπουλ και ο Ίλια Ζαμπάρνι για την Παρί Σεν Ζερμέν, ομάδες – προορισμοί όνειρο για κάθε ποδοσφαιριστή, ακόμα κι αυτούς που αγωνίζονται σε κορυφαίο επίπεδο. Το ποσό που κέρδισε η Μπόρνμουθ απ’ αυτές τις μεταγραφές ήταν κάτι παραπάνω από 200 εκατ. λίρες συνολικά, τεράστιο για το μέγεθός της, αλλά πολύ μικρότερο απ’ αυτό που θα είχε εάν ακολουθούσε πιο σκληρή πολιτική στις διαπραγματεύσεις. Και δεν την ακολούθησε γιατί είναι κοινό μυστικό ότι έχει μια άτυπη συμφωνία με τους παίκτες της να μην τους κόβει τον δρόμο με υπέρογκες απαιτήσεις όταν θα έλθει η ώρα να τους ζητήσει μια ομάδα από τα ψηλότερα ράφια του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.
«Ελα εδώ και θα εξελιχθείς. Όταν φτάσει η ώρα, θα σε βοηθήσουμε να πας πιο μακριά» είναι το μήνυμα – κράχτης του συλλόγου σε όλα τα ταλαντούχα παιδιά με φιλοδοξίες. Αντί να επιλέξουν να πάνε από το ξεκίνημα της καριέρας τους σε μια πιο μεγάλη ομάδα και να περιμένουν υπομονετικά κάποιες σκόρπιες ευκαιρίες εάν κι εφόσον τις πάρουν κι αυτές μέσα στον σκληρό ανταγωνισμό που υπάρχει, εμπιστεύονται την Μπόρνμουθ και τη φιλοσοφία της. Ξέρουν ότι εκεί θα έχουν καλές πιθανότητες να εξελιχθούν πιο γρήγορα και δεν θα βρεθεί κανείς να τους κόψει το δρόμο για κάτι καλύτερο εάν μπουν στο μάτι των «μεγάλων» ως έτοιμοι ποδοσφαιριστές πια και όχι ως απλώς κάποια ταλαντούχα παιδιά που ψάχνουν μια θέση στο ρόστερ.
Μετά απ’ αυτές τις πωλήσεις σχεδόν όλων των «ασημικών» της, έμοιαζε εντελώς απίθανο στο ξεκίνημα της περιόδου να επαναλάβει η Μπόρνμουθ τα περυσινά της επιτεύγματα. Κι όμως εμφανίζεται ακόμα καλύτερη, μια ομάδα πολύ ώριμη στο παιχνίδι της και πολύ ελκυστική στο μάτι, δημιούργημα του Αντόνι Ιραόλα. Ο 43χρονος Ισπανός προπονητής που ξεκίνησε την προπονητική του καριέρα στην ΑΕΚ Λάρνακας τον Ιούνιο του 2018 και απολύθηκε τον επόμενο Ιανουάριο γιατί συμπλήρωσε δύο μήνες χωρίς νίκη στο πρωτάθλημα, πήρε σε πολύ μικρή ηλικία στα χέρια του ομάδα της Premier League και έκανε θαύματα. Στην 2η χρονιά του νίκησε 2-1 την Μάντσεστερ Σίτι βάζοντας τέρμα στο εντυπωσιακό σερί των 32 αήττητων αγώνων της και οδήγησε την Μπόρνμουθ στην 12η θέση της Premier League, μακράν την καλύτερη έως τότε στην ιστορία της. Την επόμενη χρονιά την πήγε 9η και εφέτος κάνει αυτήν την εκπληκτική σεζόν, όντας 2η πίσω μόνο από την Αρσεναλ και μπροστά απ’ όλα τα άλλα μεγαθήρια του αγγλικού ποδοσφαίρου.
Η επιτυχία της Μπόρνμουθ δεν είναι πυροτέχνημα ούτε και θαύμα. Είναι προϊόν μιας εξαιρετικής δουλειάς σε όλα τα επίπεδα, με επίκεντρο τον κάθε ποδοσφαιριστή. Τίποτα δεν έχει αιφνιδιάσει την ομάδα. Είναι πάντα μπροστά από το… επόμενο βήμα της και έτοιμη για κάθε σενάριο αποχώρησης οποιουδήποτε ποδοσφαιριστή της, οποιαδήποτε στιγμή κι αν συμβεί αυτό. Ουσιαστικά κλείνει τις μεταγραφές της πριν ακόμα φύγει ο υπό παραχώρηση ποδοσφαιριστής και διαπραγματεύεται χωρίς το μαχαίρι στο λαιμό, πάντα με γνώμονα και το συμφέρον του παίκτη αντί μόνο για το δικό της, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ξεπουλάει! Ζητάει και παίρνει μια πολύ λογική τιμή για να μην κόψει σε κανέναν το δρόμο, έχοντας επενδύσει εκ των προτέρων τα χρήματα αυτά σε… έξυπνες βόμβες που σύντομα θα συνεχίσουν τον πετυχημένο μεταγραφικό κύκλο.
«Θα σας βοηθήσουμε να φύγετε, αλλά βοηθήστε μας κι εσείς πρώτα» είναι η τίμια συμφωνία που κάνει η ομάδα με κάθε νέο ποδοσφαιριστή της και μέχρι τώρα την έχει τηρήσει απόλυτα. Κι αν είπε «όχι» σε περιπτώσεις όπως του Σεμένιο ή των Ταβερνιέ, Μπρουκς, Κλάιβερτ που τους κράτησε παρότι είχε δελεαστικές προτάσεις από καλές αγγλικές και γερμανικές ομάδες, το έκανε με τη σύμφωνη γνώμη τους. Αν και οι περισσότεροι πίστευαν ότι με τις πωλήσεις του καλοκαιριού, η ομάδα θα κατέρρεε, οι παίκτες που την ζουν εκ των έσω, πείστηκαν από το πλάνο της, την εμπιστεύθηκαν και με την τρελή πορεία που κάνουν τώρα, η χρηματιστηριακή τους αξία έχει πολλαπλασιαστεί.
Η συνταγή της επιτυχίας έχει την υπογραφή τεσσάρων ανθρώπων: του ιδιοκτήτη, Μπιλ Φόλεϊ, του διευθυντή ποδοσφαίρου, Τιάνγκο Πίντο, του τεχνικού διευθυντή, Σάιμονς Φράνσις και φυσικά του προπονητή, Αντόνι Ιραόλα. Είναι τέσσερις διαφορετικές προσωπικότητες που κινούνται όμως συγχρονισμένα σε ένα συγκεκριμένο πλάνο, χωρίς ανταγωνισμούς και εγωισμούς, σε μια άψογη συνεργασία μακριά από εντάσεις. Σκανάρουν την αγορά και ψάχνουν παίκτες που είναι στην αφάνεια τώρα αλλά έχουν τις προδιαγραφές να εξελιχθούν σε αστέρια, με στόχο πρώτα να αποδώσουν στην ομάδα και εν συνεχεία να βγουν στην αγορά, με μια σωστή τιμή που δεν θα είναι εμπόδιο.
Είναι ελάχιστες οι περιπτώσεις που απέτυχαν στις επιλογές τους τα τελευταία χρόνια, πάντα σε συνάρτηση με το μέγεθος της ομάδας και τις μεταγραφικές επενδύσεις που έγιναν. Κι αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην εξαιρετική δουλειά του Ιραόλα, γιατί δεν αρκεί να βρεις το ταλέντο – πρέπει να έχεις τον τρόπο να το εξελίξεις. Ο Ισπανός τεχνικός μετέτρεψε με τη δουλειά του παίκτες επιπέδου Championship σε αστέρια της Premier League και την Μπόρνμουθ σε μια υγιέστατη ομάδα, από τις ελάχιστες στο κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου που πληρούν άψογα το PSR (Κανονισμοί Κέρδους και Βιωσιμότητας), με κέρδη τουλάχιστον 100 εκατ. λιρών από το πάρε – δώσε της τελευταίας μεταγραφικής περιόδου. Οι οπαδοί της έχουν αντιληφθεί ότι η κάθε πώληση δεν είναι ήττα, αλλά μια νίκη που βοηθάει την ομάδα τους γιγαντωθεί. Και ζητούν μόνο ένα πράγμα από τη διοίκηση: να βρει έναν τρόπο να παραμείνει ο Αντόνι Ιραόλα, που διανύει τον τελευταίο χρόνο του συμβολαίου του και πολλές μεγάλες ομάδες τον έχουν ήδη πολύ ψηλά στη λίστα τους…
Αν το παραμύθι που ζει η Μπόρνμουθ έχει μια λογική εξήγηση, αυτό που ζει η Σάντερλαντ δεν έχει και τόσο. Αυτό που έχει πετύχει στην επιστροφή της στην Premier League μετά από 8 χρόνια απουσίας και κατρακύλας στις μικρότερες κατηγορίες της Αγγλίας, μοιάζει με ένα μεγάλο θαύμα. Όταν ανέβηκε τον περασμένο Μάιο στην Premier League, όλοι αναρωτιόντουσαν εάν ο εντελώς άπειρος Ρεζίς Λε Μπρι θα μπορούσε να κρατήσει ένα μικρό καράβι σε τόσο βαθιά νερά, αν η ομάδα με τη χειρότερη άμυνα από τις τρεις που κέρδισαν την άνοδο θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τους επιθετικούς της ελίτ κι αν ο πολύπειρος Γκρανίτ Τζάκα είχε καταλάβει πού έμπλεξε όταν άφησε τη σιγουριά της Μπάγερ Λεβερκούζεν για να πάει σε μια ιστορική ομάδα μεν, αλλά με πολύ χαμηλότερο ειδικό βάρος αυτήν την εποχή! Στο πρώτο ερώτημα η απάντηση είναι «εύκολα», στο δεύτερο «με εξαιρετικό τρόπο» και στο τρίτο ένα μεγάλο «ναι»!
Όλα έχουν πάει απίστευτα καλά. Η Σάντερλαντ είναι στην 3η θέση του πρωταθλήματος μετά από 9 αγωνιστικές, με τελευταία νίκη το 2-1 (με ανατροπή) επί της Τσέλσι μέσα στο Λονδίνο, έχει την 2η καλύτερη άμυνα με 7 γκολ παθητικό πίσω μόνο από την Αρσεναλ που έχει 3, ενώ ο Τζάκα έχει εξελιχθεί σε έναν εξαιρετικό αρχηγό και καθοδηγεί υπέροχα παίκτες που στην πλειονότητά τους δεν έχουν βαριά βιογραφικά που να δικαιολογούν την εξαιρετική εικόνας της ομάδας μέχρι τώρα στα σαλόνια της Premier League.
Για να καταλάβει κανείς περί τίνος πρόκειται, πρέπει να γυρίσει μερικά χρόνια πιο πίσω, όταν οι «μαυρόγατες» ήταν στην Α’ κατηγορία της Αγγλίας και μετρούσαν τρεις συνεχόμενες απόπειρες ανόδου στην Championship μέσα από τη διαδικασία των πλέι οφ. Εμφανίστηκε τότε στο προσκήνιο ο Κίριλ Λουί-Ντρεϊφίς και έκανε πρόταση για την αγορά του συλλόγου. Τα καλά νέα ήταν πως επρόκειτο για γόνο μια πανίσχυρης και πάμπλουτης ελβετικής οικογένειας, με περιουσία πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ και πολύ βαθιές ρίζες σε πολλούς τομείς της οικονομίας. Τα κακά νέα ήταν γραμμένα στην ταυτότητά του, που έλεγε πως ήταν τότε μόλις… 23 ετών! Πολλά μέλη μιας ποδοσφαιρικής κοινωνίας προσκολλημένης σχεδόν εμμονικά στην παράδοση, σοκαρίστηκαν στη σκέψη πως ένας ιστορικός αγγλικός σύλλογος θα πήγαινε στα χέρια ενός 23χρονου Ελβετού που μπορεί να ήταν δισεκατομμυριούχος μεν, αλλά μάλλον αντιμετώπιζε αυτή την ιστορία σαν ένα παιχνιδάκι για να περάσει ανέμελα την ώρα του.
Ο Κιρίλ Λουί-Ντρειφίς, ο οποίος ηγείται ενός σχήματος που πριν μερικούς μήνες κατέθεσε πρόταση για την αγορά ποσοστού 21% του ΟΛΘ, είναι γιός του Ρομπέρ Λουίς-Ντρειφίς, ιδιοκτήτη παλαιότερα της Μαρσέιγ. Τα χρήματα και οι ποδοσφαιρικές καταβολές της οικογένειάς του δεν ήταν αρκετά για να πείσουν εξαρχής τους φλεγματικούς Αγγλους ότι μπορούσε σ’ αυτήν άγουρη ηλικία να αναλάβει έναν ιστορικό σύλλογο που ιδρύθηκε το 1879 και μέχρι σήμερα είναι στην 6η θέση των ομάδων με τα περισσότερα τρόπαια στο αγγλικό πρωτάθλημα. Για να τους πείσει και να αποκτήσει την ομάδα, ο Κίριλ παρουσίασε ένα φιλόδοξο πλάνο που έδειχνε ζήλο, όραμα και προοπτική, με επίκεντρο την ολική αναδόμησή της και την επιστροφή της εκεί που ιστορικά ανήκει. Δεν τους έπεισε με τα χρήματα, αλλά με το πάθος και το όραμά του, γι’ αυτό και τον Φεβρουάριο του 2021 έπεσαν οι υπογραφές και ανέλαβε τον έλεγχο της Σάντερλαντ.
Η άνοδος στην Premier League ήλθε με σχεδόν κινηματογραφική ταχύτητα. Από την 3η κατηγορία του αγγλικού ποδοσφαίρου, οι «μαυρόγατες» ανέβηκαν μέσα σε 4 χρόνια στην Premier League με προπονητή – έκπληξη τον Ρεζίς Λε Μπρι, προσωπική επιλογή του Λουί-Ντρειφίς, που ήλθε να πάρει τη θέση επιτυχημένων τεχνικών οι οποίοι είχαν πιστωθεί την αγωνιστική άνοδο της ομάδας τα προηγούμενα χρόνια. Η Σάντερλαντ ανέβηκε στην Premier League έχοντας μέσο όρο ηλικίας μόλις 23,9 έτη και ο ιδιοκτήτης της τήρησε την υπόσχεσή του πως εάν πάρει την άνοδο, θα κάνει τις μεγαλύτερες μεταγραφικές επενδύσεις στην ιστορία της. Το καλοκαίρι έκανε 15 μεταγραφές, όλες προσεκτικά μελετημένες, με συγκολλητική ουσία τον 32χρονο Γκρανίτ Τζάκα, αρχηγό της εθνικής Ελβετίας.
Ο ίδιος περιέγραψε με γλαφυρό τρόπο το πώς αποφάσισε να αφήσει την Μπάγερ Λεβερκούζεν που είχε νέο προπονητή τον Τεν Χαγκ, για να πάει σε μια ομάδα – στοίχημα, χωρίς την παραμικρή εγγύηση επιτυχίας: «Όλα συνέβησαν πολύ γρήγορα. Η πρώτη επαφή έγινε μια μέρα πριν την αναχώρηση της Μπάγερ Λεβερκούζεν στο Ρίο ντε Τζανέιρο. Στις 11 το βράδυ, ένας ελβετικός αριθμός άναψε στο κινητό μου. Ετοιμαζόμουν να πάω για ύπνο, τα παιδιά είχαν ήδη κοιμηθεί: “Γεια, είμαι ο Κίριλ. Είμαι ο ιδιοκτήτης της Σάντερλαντ”. Έπαιξα το παιχνίδι γιατί νόμιζα ότι κάποιος μου έκανε φάρσα. Ο ατζέντης μου, Ζοσέ Νογκέρα, βρισκόταν τότε στην Αμερική, με αντίστοιχη διαφορά ώρας. Έδωσα στον Kίριλ τον αριθμό του ατζέντη μου. Η συζήτηση ήταν σαφής, αλλά σύντομη. Δέκα λεπτά αργότερα, ο Ζοσέ με κάλεσε μέσω FaceTime, μαζί με τον αθλητικό διευθυντή και τον Kίριλ. Τότε συνειδητοποίησα: Αυτό είναι σοβαρό»!
Όπως εξήγησε ο Τζάκα, το δέλεαρ δεν ήταν τόσο οι 75 χιλ. λίρες μισθό την εβδομάδα – το συμβόλαιό του ήταν πολύ πλούσιο και στη Λεβερκούζεν. Ήταν επειδή ένιωσε ότι ακολουθούσε τα χνάρια των γονιών του που ξεριζώθηκαν για να πάνε μετανάστες, έτοιμοι να αγωνιστούν από την αρχή για να δημιουργήσουν από το μηδέν. Η Σάντερλαντ του έδινε την αίσθηση της ίδιας πρόκλησης και ήθελε να τη ζήσει αυτή την εμπειρία, έχοντας πάντα ως δεύτερη σκέψη στο πίσω μέρος του μυαλού του ότι οι δρόμοι που δεν προσφέρουν ασφάλεια και σιγουριά, είναι αυτοί που θα τον βοηθήσουν να κάνει το επόμενο βήμα στην καριέρα του και να γίνει προπονητής!
Αυτήν την αγωνιστική, η Σάντερλαντ υποδέχεται to βράδυ της Δευτέρας στο Stadium of Light την Έβερτον και έχει μια καλή ευκαιρία να νικήσει και να παραμείνει ψηλά, ίσως και ψηλότερα από την 3η θέση. Διαθέτει μαζί με την Αρσεναλ την καλύτερη έδρα της Premier League κι αν την αξιοποιήσει ξανά, ίσως προσπεράσει τη συγκάτοικο Τότεναμ που υποδέχεται την Τσέλσι. Το προηγούμενο παιχνίδι της 10ης αγωνιστικής, αυτό που κλείνει το πρόγραμμα της Κυριακής, το δίνει η άλλη μεγάλη έκπληξη του πρωταθλήματος, με αντίπαλο την Μάντσεστερ Σίτι στο Etihad Stadium. Θα τα καταφέρει άραγε ξανά η Μπόρνμουθ σε τόσο βαθιά νερά; Είναι μια γλυκιά προσμονή αυτή σε ένα σπορ που έχει μάθει να τρέφεται από εκπλήξεις και να ζει μέσα από ωραίες ιστορίες…

