Το «καλό τιμόνι» του Μανόλο Γκονζάλες

Από οδηγός υπεραστικού λεωφορείου που ήταν, ο 46χρονος κόουτς οδηγεί την Εσπανιόλ στο όνειρο

7' 36" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Απόψε το βράδυ στις 10 ώρα Ελλάδας, η Ατλέτικο Λέιδα, μια ομάδα της Καταλονίας που αγωνίζεται στην τέταρτη κατηγορία της Ισπανίας, φιλοξενεί την πέμπτη στη βαθμολογία της La Liga Εσπανιόλ για τον πρώτο γύρο του Copa del Rey.

Εκ πρώτης όψεως μοιάζουν δύο διαφορετικοί κόσμοι. Για τον προπονητή της Εσπανιόλ Μανόλο Γκονζάλες, όμως, θα είναι απλώς ένα δρομολόγιο του μυαλού προς τα πίσω. Μια διαδρομή σε δρόμους που τους έτρεξε όσο κανείς άλλος ως οδηγός λεωφορείου. Αυτό ήταν το κύριο επάγγελμά του όταν προσπαθούσε να ανέβει τις προπονητικές ανηφοριές. Ξεκίνησε από τα πολύ χαμηλά σκαλιά και σε όλους τους ενδιάμεσους σταθμούς προσπαθούσε να φτάσει πρώτος στον προορισμό του.

Ο 46χρονος Μανόλο, γεννημένος στο Φολγκόσο ντο Καουρέλ, μια πόλη περίπου χιλίων κατοίκων στο Λούγκο της Γαλικίας, από τον πάτο της πυραμίδας έφτασε να ανταγωνίζεται στα ίσα συλλόγους όπως η Ρεάλ, η Μπαρτσελόνα και η Ατλέτικο – όμως, για να το καταφέρει έφαγε πολύ… τιμόνι.

«Γνωρίζω τον Μανόλο. Εχουμε αντιμετωπίσει ο ένας τον άλλον στο επίπεδό μας, Ερχόμαστε από τα βάθη…», ανέφερε ο πρώην παίκτης της Μπαρτσελόνα και του Αγιαξ, Γκάμπρι Γκαρσία, ο οποίος με την ίδια σκέψη κάνει τα ανάλογα προπονητικά βήματα κοουτσάροντας την Ατλέτικο Λέιδα.

Ο Γκονζάλες δεν θα άλλαζε τίποτα στην πορεία του. Το πιθανότερο είναι πως συναντώντας τον Γκάμπρι πριν ξεκινήσει το παιχνίδι θα του πει πως πρέπει να είναι περήφανος που διάλεξε τον ίδιο δύσκολο δρόμο.

Προπονητής από τα 16 του

Παρά τη νεαρή ηλικία του, είναι προπονητής εδώ και σχεδόν τρεις δεκαετίες. Ξεκίνησε να προπονεί σε ηλικία μόλις 16 ετών την ομάδα Under-14 της Μαρτίνενκ, την ομάδα στην οποία έπαιξε από την ηλικία των 9 έως 17 ετών, εκπροσωπώντας μάλιστα την εθνική ομάδα της Καταλονίας, και στην οποία επέστρεψε μετά από μια σύντομη θητεία στη Σαντ Γκαμπριέλ. Επαιξε επίσης για την Γκραμενέτ Β και τη Μοντανέσα, ενώ στα 21 του υπέστη ρήξη πρόσθιου χιαστού συνδέσμου. Ηταν ο τραυματισμός που του «κρέμασε» οριστικά τα ποδοσφαιρικά παπούτσια και τον έφερε ακόμη πιο κοντά στους πάγκους.
Εχει προπονήσει κάθε ηλικιακή ομάδα και κάθε επίπεδο στην Ισπανία. Από το περιφερειακό πρωτάθλημα με τις 397 ομάδες σε 18 ομίλους, τη Segunda B, που θεωρητικά ήταν ακόμα ερασιτεχνική και αποτελούνταν από τέσσερις περιφερειακές κατηγορίες με 80 ομάδες, και στη συνέχεια την Primera, χωρίς καμία εγγύηση ότι θα έφτανε εκεί. Γι’ αυτόν τον λόγο άλλωστε και χρειάστηκαν χρόνια για να εγκαταλείψει την παράλληλη δουλειά του στο τιμόνι των Interurbano, κάτι σαν τα ελληνικά ΚΤΕΛ δηλαδή, που είχαν προορισμό τη Βαρκελώνη.

Ολα αυτά είναι μόνο ένα μέρος μιας ιστορίας που διαμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό τον χαρακτήρα του. Υπερβολικά πραγματιστής για το πού βρίσκεται τώρα, αστείος, ειλικρινής, άμεσος και εντελώς ανεπιτήδευτος. Παραδέχεται ότι το να είναι προπονητής σε σύλλογο της La Liga είναι «λαχείο», που απαιτεί όμως δουλειά, ταλέντο, επιμονή, προσωπικότητα, ατελείωτες ώρες και αμέτρητα μαθήματα.

«Τη μια μέρα είσαι ο Τζον Τραβόλτα, την επομένη ο Μανόλο Γκονζάλες. Τα πράγματα μπορούν να αλλάξουν γρήγορα στο ποδόσφαιρο και αυτό σου χρησιμεύει ως προειδοποίηση», λέει χαρακτηριστικά.

Μια μέρα τον Μάρτιο του περασμένου έτους έγινε προπονητής της Εσπανιόλ. Σαράντα πέντε ετών και σχεδόν άγνωστος, ζώντας στο ίδιο διαμέρισμα που είχε πάντα, χωρίς ποτέ να έχει προπονήσει επαγγελματική ομάδα, ξαφνικά βρίσκεται έναν βαθμό πίσω από τη θέση που οδηγεί στο Champions League.

«Σκούπιζα και τα αποδυτήρια…»

Οπαδός του ελκυστικού αλλά συνάμα και δυναμικού ποδοσφαίρου, η άφιξή του στην Εσπανιόλ ήταν αποτέλεσμα ενός ρίσκου από τον αθλητικό διευθυντή Φραν Γκαραγκάρθα, ο οποίος όταν εντάχθηκε στον σύλλογο απέκλεισε άλλα ονόματα που ήταν πολύ κοντά στη θέση, όπως ο Φεράν Κόστα . «Είναι ο προπονητής που θέλαμε, τον είχαμε πολύ ξεκάθαρα στο μυαλό μας», είχε πει ο Γκαραγκάρθα, ο οποίος ήταν επίσης υπεύθυνος για την υπογραφή του προκατόχου του, Λουίς Μιγκέλ Ράμις.

Ανέλαβε αρχικά τη Β ομάδα της Εσπανιόλ τον Ιούλιο του 2023. Οι συνεχείς τραυματισμοί της πρώτης ομάδας ανάγκαζαν να γίνεται προώθηση παικτών του. Ολοι τους ήταν προσαρμοστικοί, δείγμα της καλής δουλειάς που γινόταν, κάτι που φαινόταν και από τα αποτελέσματα στον όμιλο της Segunda RFEF, όπου σε 12 ματς η Β Εσπανιόλ είχε υποστεί μόλις μια ήττα. Στις 12 Μαρτίου 2024, ο Γκονζάλες πήρε τη θέση του Ράμις στη πρώτη ομάδα και οδήγησε την Εσπανιόλ στην άνοδο στη La Liga με την πρώτη προσπάθεια, νικώντας τη Ρεάλ Οβιέδο στους τελικούς των πλέι οφ.

Καποιες κουβέντες του από την παρουσίασή του στις 11 Ιουλίου του 2024 περιγράφουν τέλεια το «άλμα» που είχε κάνει. «Κάθομαι και σκέφτομαι πως και στην Εμπρο και στην Πένια Ντεπορτίβα και στην Μπανταλόνα, ήμουν προπονητής. Προπονώ σχεδόν 30 χρόνια. Η βασική διαφορά όμως είναι πως στα μέρη που έχω πάει μέχρι τώρα, σχεδόν έπρεπε να σκουπίζω και τα αποδυτήρια. Οταν η Εσπανιόλ καλεί, όλα τα άλλα είναι περιττά. Δεν θα λείψει ο ενθουσιασμός, η επιθυμία, αλλά και η δέσμευση. Το καθήκον σου είναι να κάνεις τους παίκτες σου καλύτερους. Τότε η καριέρα σου, η ζωή σου, θα σε πάει εκεί που σε πάει».
Κατάφερε να αποφύγει τον υποβιβασμό την αγωνιστική περίοδο 2024–25 και ανακηρύχθηκε προπονητής του μήνα τον Απρίλιο, με τις τρεις συνεχείς νίκες που έκανε. Τον περασμένο Ιούλιο ανανέωσε το συμβόλαιό του με τους «Πέρικος» μέχρι το 2027.

Ενας «Στόιτσκοφ» χωρίς… μυαλό

Οπαδός της Εσπανιόλ από μικρό παιδί, μετακόμισε με την οικογένειά του στη Βαρκελώνη. Ο πατέρας του και η μητέρα είχαν ένα εστιατόριο στην οδό Βαλένθια, ενώ αυτός έπαιζε ποδόσφαιρο, παράλληλα με το σχολείο. Το παρατσούκλι του ήταν «Στόιτσκοφ» επειδή, όπως και ο Βούλγαρος μπαλαδόρος, ήταν νευρικός.
«Το ταβάνι μου ήταν η Σεγούντα Β. Λόγω της φυσικής μου κατάστασης και του μυαλού μου. Ημουν ό,τι δεν θέλω σε έναν παίκτη μου. Ημουν υπερανταγωνιστικός. Αποβαλλόμουν συχνά και όταν έχανα δεν ήθελα να ακούω και να βλέπω κανέναν. Ούτε τη μάνα μου. Η συμπεριφορά μου δεν ήταν καλή. Ούτε είχα κάποιον να με συμβουλεύσει. Αν το μυαλό μου ήταν καλύτερο, θα φρόντιζα καλύτερα τον εαυτό μου. Υπήρξαν καλοί παίκτες σε αυτές τις κατηγορίες.

Ο Αμπραχαμ στη Μπανταλόνα ήταν εντυπωσιακός, αλλά όταν το συνειδητοποίησε, ήταν πολύ αργά. Εχει να κάνει με το να φτάσεις στο επίπεδό σου, όποιο κι αν είναι αυτό, και να το κάνεις να διαρκέσει. Για παράδειγμα, ο Ροναλντίνιο θα έπρεπε να είχε σηματοδοτήσει μια εποχή και δεν το έκανε και αυτό είναι λυπηρό».

Οπως έχει τονίσει, επίσης: «Αν μπορούσα να διαλέξω, θα ήμουν παίκτης της La Liga, όχι προπονητής. Αλλά είχα ξεκινήσει την προπονητική στα 16 μου. Το έκανα επειδή μου άρεσε. Δεν πίστευα ότι θα τα κατάφερνα. Πάντα έπαιζα αλλά δεν ήξερα πώς να παίζω σωστά. Ενας προπονητής που ονομαζόταν Αντόνιο Σάντσες άλλαξε τον τρόπο που έβλεπα το παιχνίδι, μου έδειξε το γιατί. Νομίζω ότι χάρη σε αυτόν έγινα προπονητής. Ενα άλλο σημαντικό άτομο, ειδικά στη διαχείριση της κριτικής και της πίεσης, ήταν ο Χοσέ Ραμόν Πρεθιάδο, ο οποίος είχε διατελέσει στη Ρεάλ Μαδρίτης και την Εσπανιόλ. Παρ’ όλα αυτά, είδα ανθρώπους όπως ο Μανόλο Μάρκες ή ο Φρανσίσκο Λόπεζ να προπονούν και σκέφτηκα: Πώς θα προπονήσω, όταν υπάρχουν τόσο ταλαντούχοι άνθρωποι εκεί κάτω…;».

Κι όμως, ξεκίνησε την προπονητική. Μαρτίνενκ, Σαντ Γκάμπριελ, Μπανταλόνα. Πού θα τελείωνε, ποιος ήξερε… Μπορεί να τελείωνε έτσι απλά, αφού αυτό το επάγγελμα δεν ήταν ακόμα βιοποριστικό. Μόλις το 2018 ο Γκονζάλες ζήτησε άδεια από την εταιρεία λεωφορείων. «Ξυπνούσα στις πέντε, οδηγούσα τη διαδρομή, τελείωνα τη βάρδιά μου περίπου στις τέσσερις, έπαιρνα το τρένο, γύριζα σπίτι στις οκτώ. Οταν έπαιρνα τα προπονητικά μου διπλώματα, οδηγούσα το βράδυ. Οι άνθρωποι τα βλέπουν όλα αυτά, αλλά λίγοι μπορούν να καταλάβουν πόσο μόχθος κρύβεται πίσω τους. Ημουν τυχερός στη Σεγούντα Β αργότερα, αφού τότε μπορούσα να βιοποριστώ από το ποδόσφαιρο. Πολλοί ακόμη δεν μπορούν. Επειτα, υπάρχει εκείνη η στιγμή που, με την υποστήριξη της οικογένειάς σου, πρέπει να αποφασίσεις: «Να γίνω προπονητής χωρίς να ξέρω το μέλλον ή να μη γίνω και να έχω μια σταθερή δουλειά αντ’ αυτού;».

«Πάρε τώρα που μπορείς»

Oταν άρχισε να πληρώνεται με λογαριασμούς που είχαν πολύ περισσότερα μηδενικά από αυτά που πληρωνόταν από τα λεωφορεία γέλασε: «Δεν είναι σαν τα μηδενικά που έχει δίπλα ο λογαριασμός του Μουρίνιο αλλά πάρε τώρα που μπορείς, και αποταμίευσε μερικά σε περίπτωση που μια μέρα τα πράγματα δεν πάνε τόσο καλά». Αν και ο ίδιος δεν απολαμβάνει τις περίπου 80 συνεντεύξεις Τύπου ετησίως, το κοινό του το κάνει, και με το παραπάνω. Είναι προσιτός, μιλάει με την ωμή γλώσσα της αλήθειας και έχει το χάρισμα να πετάει μοναδικές ατάκες. Οπως αυτή που είχε πει, πως το χορτάρι του γηπέδου και οι στροφές στον δρόμο έχουν την ίδια ρουτίνα, που μόνο ο ποδοσφαιριστής και ο οδηγός είναι σε θέση να τους δώσουν λίγη ζωντάνια με αυτά που θα κάνουν πάνω τους.
Πέρυσι μετα το παιχνιδι με την Μπαρτσελόνα, δεν δίστασε να τα βάλει με τον Γιαμάλ. «Του είπα να σταματήσει να βουτάει και να προκαλεί. Η επαφή που είχε με τον παίκτη μας δεν ήταν κάποια που να του προκαλέσει τέτοια πτώση. Είναι πολύ καλός παίκτης ο μκρός, δεν έχει ανάγκη να βουτάει έτσι. Η αποβολή ήταν λογική, αλλά το χτύπημα δεν ήταν τόσο δυνατό για να πέσει έτσι κάτω και να σφαδάζει. Εκεί στην Μπαρτσελόνα ξέρουν καλά από θέατρο. Τους αγγίζεις και πέφτουν». Η περίπτωση του Γκονζάλες, αν μη τι άλλο, είναι ξεχωριστή και αποδεικνύει για μια ακόμη φορά πως το ποδόσφαιρο μπορεί να αναδεικνύει πρωταγωνιστές από εκεί που δεν το περιμένουν ούτε και οι ίδιοι. 

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT