Η ενστικτώδης κίνηση κάποιου που κοιτάει τον βαθμολογικό πίνακα της Allsvenskan και έχει μια στοιχειώδη γνώση για το σουηδικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου, είναι να χτυπήσει την οθόνη του κομπιούτερ για να ξεκολλήσει και να διορθώσει το προφανές λάθος. Ποιο είναι αυτό το «λάθος»; Μόλις 11 αγωνιστικές πριν από το φινάλε, αρκετά κοντά στην τελική ευθεία του πρωταθλήματος, πρώτη και καμαρωτή φιγουράρει στην κορυφή η Μιάλμπι, μια ομάδα που μοιάζει εντελώς παρείσακτη ανάμεσα στα κορυφαία ονόματα του σουηδικού ποδοσφαίρου. Πόσο παρείσακτη; Πραγματικά, δεν υπάρχει κανένα άλλο παράδειγμα πιο συμβατό με τον όρο «σταχτοπούτα» που χρησιμοποιούμε πυκνά συχνά στον αθλητισμό για να δώσουμε έμφαση σε ένα μεγάλο θαύμα που κάνει κάποια ομάδα εντελώς υπεράνω υποψίας, πολύ ψηλότερα από τα κυβικά της και τις χαμηλές προσδοκίες.
Και πώς να βρεθεί μια άλλη τέτοια περίπτωση; Πολύ απλά, δεν γίνεται. Δεν υπάρχει καμία τέτοια πιθανότητα στον σύγχρονο κόσμο του επαγγελματικού ποδοσφαίρου. Η Μιάλμπι είναι μια ομάδα από το ταπεινό Χάλεβικ, ένα μικρό ψαροχώρι στον σουηδικό Βορρά, με πληθυσμό που φτάνει περίπου τους χίλιους μόνιμους κατοίκους. Για να καταλάβει κανείς τα μεγέθη στον βαθμό που αναλογεί σε μια σύγκριση με το ελληνικό ποδόσφαιρο, είναι σαν να κατεβάζει ομάδα το Νυδρί των περίπου 1.000 κατοίκων στον νομό Λευκάδας, να φτάνει στη Σούπερ Λίγκα και κάποια στιγμή να είναι φαβορί να κερδίσει το πρωτάθλημα από τον ΠΑΟΚ, τον Παναθηναϊκό, τον Ολυμπιακό και την ΑΕΚ. Γίνεται; Ε, όχι, δεν γίνεται, στην πραγματική ζωή δεν μπορεί να γίνει. Μόνο στα παραμύθια.
Κι όμως στη Σουηδία αυτό το ποδοσφαιρικό παραμύθι είναι πολύ κοντά στο να πάρει σάρκα και οστά. Την περασμένη Κυριακή η Μιάλμπι νίκησε 3-1 εκτός έδρας τη Μάλμε, μια ομάδα που έχει αγωνιστεί παλαιότερα, με σχετική επιτυχία μάλιστα, στο Champions League. Με τη νίκη αυτή, παρέμεινε στην κορυφή της βαθμολογίας με 46 βαθμούς, 4 παραπάνω από τη 2η Χάμαρμπι την οποία την έχει νικήσει μέσα, έξω και την έχει στην ισοβαθμία. Και για να καταλάβει κανείς τα μεγέθη και τις διαφορές, η Μιάλμπι έχει 19 βαθμούς παραπάνω από την Τζουργκάρντεν η οποία νίκησε πέρυσι τον Παναθηναϊκό και έφτασε στα ημιτελικά του Conference League και 18 παραπάνω από την Γκέτεμποργκ, η οποία όσο ξεπεσμένη κι αν είναι, παραμένει το πιο ισχυρό brand name του σκανδιναβικού ποδοσφαίρου.
Η Μιάλμπι ιδρύθηκε το 1939 μετά τη συγχώνευση δύο μικρών τοπικών ομάδων, που αντιλήφθηκαν ότι το «δύο» είναι πολύ μεγάλος αριθμός για να βγάλει μερίδιο από μια πολύ μικρή πίτα. Από το 1939 και μέχρι σήμερα, 86 χρόνια μετά, βολόδερνε συνήθως στις πολύ μικρές κατηγορίες της Σουηδίας, μακριά από την Allsvenskan, στην οποία σταθεροποιήθηκε μόλις τα τελευταία χρόνια, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Η κορυφαία στιγμή της ιστορίας της ήταν ο (χαμένος) τελικός του Κυπέλλου το 2023, η περυσινή 5η θέση στο πρωτάθλημα και δύο τίτλοι στην Β΄ κατηγορία Σουηδίας. Οχι και τίποτα σπουδαίο για μια ομάδα με 86 χρόνια ιστορίας, αλλά απολύτως αναμενόμενο με βάση τα κυβικά και τις προδιαγραφές της.
Το μικρό παραθαλάσσιο Χάλεβικ των 1.000 κατοίκων είναι κομμάτι του Δήμου Σόλβεσμποργκ, μιας περιοχής όπου ο κόσμος ασχολείται κυρίως με το ψάρεμα, τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Η Μιάλμπι είναι ουσιαστικά το καμάρι της ευρύτερης περιοχής, γι’ αυτό και το χωρητικότητας 6.500 θέσεων γήπεδό της γεμίζει σχεδόν πάντα παρότι χωράει έξι φορές περισσότερο κόσμο από τον πληθυσμό του Χάλεβικ. Κάθε παιχνίδι είναι πάντα μια μικρή γιορτή, όχι μόνο τώρα που η πορεία πρωταθλητισμού της ομάδας έχει ξετρελάνει τους πάντες.
Οσο κι αν φαίνεται παράδοξο, αυτό το πολύ μικρής χωρητικότητας γήπεδο είναι «κάστρο» για τη Μίαλμπι και η βάση για τις επιτυχίες της. Αν και είναι αρκετά αποτελεσματική εκτός έδρας, όπου φέτος έχει γνωρίσει μόλις μία ήττα όλη κι όλη, στο Χάλεβικ είναι ασυναγώνιστη και τρέχει ένα σερί 18 αήττητων αγώνων πρωταθλήματος, που ξεκίνησε από πέρυσι τον Ιούλιο, στη διάρκεια της περασμένης περιόδου. Μέχρι τώρα, μετρά 14 νίκες σε 19 παιχνίδια της Allsvenskan, με γαρνιτούρα 4 ισοπαλίες και μόλις 1 ήττα γενικώς.
Θα αντέξει έως το τέλος για να έχει «happy end» αυτό το υπέροχο παραμύθι; Με βάση τη μέχρι σήμερα εικόνα της, πολύ πιστεύουν πως ναι, έχει η Μιάλμπι την ποιότητα να τα καταφέρει. Κάποιοι άλλοι, πιο ρεαλιστές και λιγότερο ονειροπόλοι, πιστεύουν ότι μια ομάδα ίσως με το πιο μικρό μπάτζετ σε όλο το πρωτάθλημα, με παίκτες ουσιαστικά ερασιτέχνες που η βασική αμοιβή τους είναι η… υπόσχεση μεταγραφής εάν προκύψουν προτάσεις, δεν θα αντέξει έως το τέλος απέναντι στον ανταγωνισμό. Οσο κι αν το σουηδικό ποδόσφαιρο είναι περισσότερο ημιεπαγγελματικό, υπάρχουν αρκετές ομάδες με συνολικό μπάτζετ κάποιων εκατομμυρίων ευρώ, ποσά που ούτε κατά διάνοια δεν μπορεί να ονειρευτεί η Μιάλμπι.
Τα έσοδά της από μεταγραφές δεν είναι σπουδαία σε σχέση με τις πραγματικές τιμές της αγοράς, ακριβώς επειδή αυτό είναι το κίνητρο που προσφέρει στους παίκτες της. Ενώ έχει πουλήσει αρκετούς τα τελευταία χρόνια της ανοδικής της πορείας, το τίμημα που εισπράττει είναι πολύ μικρότερο της αξίας τους, για να καρπώνονται οι φευγάτοι ποδοσφαιριστές της το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων που διαθέτει η νέα ομάδα τους.
Αυτή είναι μια πολιτική που έχει λειτουργήσει αρκετά καλά έως τώρα. Οσοι επιλέγουν να παίξουν εκεί, γνωρίζουν ότι δεν θα έχουν καλά συμβόλαια αλλά ξέρουν ότι εάν καταφέρουν με τις εμφανίσεις τους να κεντρίσουν το ενδιαφέρον άλλων συλλόγων, η Μιάλμπι θα τους παραχωρήσει με πολύ λογικά ποσά, επιτρέποντας να καρπωθούν αυτοί το μεγαλύτερο μέρος της προσφοράς. Και επειδή είναι μια καλά οργανωμένη ομάδα, σπάνια χάνει κανείς τον δρόμο του όταν την επιλέγει. Απόδειξη οι πολλές παραχωρήσεις παικτών τα τελευταία χρόνια, τους οποίους τους αναπληρώνει με μεγάλη επιτυχία, χωρίς να χάνει κάτι από τη δυναμική της.
Ο μέσος όρος ηλικίας του φετινού ρόστερ είναι μόλις 24 ετών. Τρεις από τους εν ενεργεία παίκτες της είναι διεθνείς με τη «μεγάλη» εθνική Σουηδίας, ενώ σχεδόν όλοι οι ποδοσφαιριστές της έχουν μπει στη λίστα άλλων ομάδων, εντός και εκτός Σουηδίας. Αυτός είναι και ο μεγαλύτερος κίνδυνος στη μάχη για την κατάκτηση του τίτλου. Η μεταγραφική περίοδος στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης ολοκληρώνεται πριν από το τέλος του σουηδικού πρωταθλήματος κι αν οι «σειρήνες» πάρουν τα μυαλά των παικτών, η ομάδα ίσως πορευτεί χωρίς μερικούς από τους καλύτερους ποδοσφαιριστές της στις κρίσιμες τελευταίες αγωνιστικές.
Βασικό χαρακτηριστικό του παιχνιδιού της Μιάλμπι είναι η τρομερή ενέργεια των παικτών της, με πολλά τρεξίματα και ασφυκτική πίεση στους αντιπάλους.
Η φυσική τους κατάσταση είναι εφάμιλλη με τους κορυφαίους επαγγελματίες που έχουν μεγάλες βοήθειες σε επιστημονικό επίπεδο, αλλά τη μεγάλη διαφορά την έκανε το επιθετικό κομμάτι του παιχνιδιού της και όχι το αμυντικό. Η πινελιά αυτή δόθηκε από έναν άνθρωπο που δεν είχε παραστάσεις σε επαγγελματικό επίπεδο και ήταν γνωστός μέσα από τη θεωρητική προσέγγιση του ποδοσφαίρου, με παρεμβάσεις και άρθρα περί ποδοσφαιρικής τακτικής στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Αυτή η ικανότητά του στην αλληλεπίδραση με τους λάτρεις του ποδοσφαίρου, κέρδισε την προσοχή του Αντερς Τόρστενσον και τον έκαναν να ξεπεράσει τις αναστολές του. Τον Ιανουάριο του 2024, ο προπονητής της Μιάλμπι επέλεξε για βοηθό του τον άσημο Καρλ Μάριους Ακσουμ και από τότε άλλαξαν όλα μέσα σε λίγους μήνες, σαν να ακολουθεί η πραγματική ζωή ένα σενάριο κινηματογραφικής ταινίας.
Με διδακτορικό στην οπτική αντίληψη, ο (νορβηγικής καταγωγής) Ακσουμ χρησιμοποίησε τις επιστημονικές του γνώσεις για να μάθει τους παίκτες να έχουν πλήρη αντίληψη του χώρου και της θέσης των αντιπάλων τους, με ή χωρίς την μπάλα στα πόδια. Ενα μεγάλο μέρος της προπόνησης αναλώνεται στην ανάλυση ρεαλιστικών σεναρίων και όχι σε θεωρητικές τακτικές τύπου «play station», με αποτέλεσμα οι παίκτες να αντιλαμβάνονται πολύ καλύτερα τον χώρο και το παιχνίδι.
Η εικόνα άλλαξε θεαματικά. Από μια ομάδα που πάλευε απλώς να επιβιώσει, χωρίς επί της ουσίας να διεκδικήσει ποτέ κάτι μεγάλο στην ιστορία της πέρα από το Κύπελλο του 2023, η Μιάλμπι εξελίχθηκε στην πιο επιθετική ομάδα του σουηδικού πρωταθλήματος, με την κορυφαία επίθεση φέτος (38 γκολ σε 19 αγώνες) και αρκετά μεγαλύτερα ποσοστά κατοχής σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.
Η διδασκαλία του Ακσουμ άλλαξε εντελώς τον τρόπο παιχνιδιού της. Από μια ομάδα βρετανικού στιλ, με έμφαση στις στατικές φάσεις, τις σέντρες και το δυναμικό παιχνίδι, μετατράπηκε μέσα σε λίγους μήνες σε μια επιθετική ομάδα, με εξαιρετική ανάπτυξη από τον χώρο άμυνας της και κινήσεις που θυμίζουν ένα άτομο και όχι ένα σύνολο διάσπαρτων ποδοσφαιριστών. Ουσιαστικά, ο Νορβηγός ειδικός ενθαρρύνει τους παίκτες να παίρνουν αυτοί τις κρίσιμες αποφάσεις την ώρα του αγώνα, έχοντας πολύ καλύτερη αίσθηση του χώρου, της μπάλας και της θέσης των αντιπάλων. Τα αποτελέσματα ήταν γρήγορα και θεαματικά, με μια ξεκάθαρη αλλαγή του DNA της.
Από μια ομάδα που το 2016 πάλευε να αποφύγει τον υποβιβασμό της στην 4η κατηγορία της Σουηδίας (σώθηκε την τελευταία αγωνιστική), η Μιάλμπι εξελίχθηκε σε ομάδα πρωταθλητισμού. Κομβικό ρόλο σ’ αυτήν την μεταμόρφωση έπαιξε και παίζει ο πρόεδρός της, Μάγκνους Εμεους. «Για κάθε κορόνα που ξοδεύουμε, βάζουμε πάντα ένα απλό ερώτημα: μας κάνει αυτή η μικρή επένδυση καλύτερους;» είναι η φιλοσοφία του, βάσει της οποίας αναμόρφωσε το κλαμπ. Η Μιάλμπι εξακολουθεί να είναι μια ομάδα με πενιχρό μπάτζετ σε σχέση με τον ανταγωνισμό, έχει όμως μια εξαιρετική οικονομική πολιτική, χωρίς σπατάλες και υπερβολές.
Οι πρώτες πωλήσεις άρχισαν να αποφέρουν έσοδα μεγαλύτερα του 1 εκατ. ευρώ, με πολλούς παίκτες να περιμένουν τη σειρά τους για την επόμενη μεταγραφή. Ετσι, το έλλειμμα των 400 χιλ. ευρώ το 2016, έχει μετατραπεί τώρα σε πλεόνασμα 2,65 εκατ. ευρώ. Πολύ σημαντική αποδείχθηκε η θέση της ομάδας: κανείς παίκτης που ζήτησε μεταγραφή, δεν εμποδίστηκε. Το πολύ μέσα σε 6 μήνες, υπογράφει στην ομάδα που θέλει.
Το κλίμα είναι οικογενειακό, με τους παίκτες και τις οικογένειές τους να μοιράζονται πολύ από τον ελεύθερο χρόνο τους, πέρα από τα ματς, τα ταξίδια και τις προπονήσεις. Η «Σιλαστριομπάρνα», το κλαμπ των οργανωμένων οπαδών της Μιάλμπι, αριθμεί σχεδόν τους μισούς κατοίκους του Χάλεβικ. Ολοι τους νιώθουν αναπόσπαστο κομμάτι της ομάδας και διακρίνονται για την αντιρατσιστική τους δράση, με κερασάκι την αδιαπραγμάτευτη αφοσίωσή τους στη Μιάλμπι. Το πόσο ιδιαίτερο είναι όλα όσα έχουν πετύχει οι οπαδοί μαζί με τους παίκτες, περιγράφεται σε μια ανάρτηση ενός οπαδού αντίπαλης ομάδας: «Θα έπρεπε να είναι αδύνατο να παίξεις ποδόσφαιρο εδώ. Υπάρχει ένα μαγαζί και μόνο ζώα, κανείς δεν ζει εδώ. Στρίβεις δεξιά σε έναν δρόμο όπου τελειώνει ο κόσμος και ξεκινά η θάλασσα. Εκεί υπάρχει ένα γήπεδο, το Στραντβάλεν. Είναι απίστευτο που παίζουν ποδόσφαιρο εκεί, αλλά παίζουν».

