Εχουν περάσει 17 χρόνια από τότε που ο Τόμας Μίλερ έκανε το ντεμπούτο του με τη φανέλα της Μπάγερν. Εκτοτε, έχει αγωνιστεί σε 753 αγώνες για τον σύλλογο, σκοράροντας 250 γκολ, ενώ έχει πετύχει και 45 τέρματα σε 131 αγώνες για την εθνική Γερμανίας. Εχει κερδίσει 13 τίτλους Bundesliga, δύο Champions League και ένα Παγκόσμιο Κύπελλο.
Λίγο πριν από τον Σεπτέμβριο, που θα πατήσει τα 36 του, κλείνοντας το κεφάλαιο της Μπάγερν, ευελπιστεί πως στην πλούσια καριέρα του θα προσθέσει ένα ακόμη τρόπαιο, έστω και… ξεθωριασμένο.
Η Μπάγερν βρίσκεται ήδη στους «16» του Παγκοσμίου Κυπέλλου Συλλόγων και ο Βαυαρός άσος θα έχει να το λέει πως έπαιξε και πέτυχε στο υψηλότερο επίπεδο χωρίς ωστόσο να καταφέρει κανείς ακόμη να καταλάβει τι πραγματικά παίκτης είναι: Είναι κεντρικός επιθετικός; Είναι «ψευτοεννιάρι»; Είναι πλάγιος επιθετικός, δεύτερος επιθετικός ή επιθετικός μέσος; Είναι όλα αυτά, τίποτα από αυτά ή κάποια από αυτά τα πράγματα ορισμένες φορές; Ο Λουίς Φαν Χάαλ τον αγαπούσε. Ο Πεπ Γκουαρδιόλα δεν φαινόταν ποτέ τόσο σίγουρος…
Ο Μίλερ δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα γρήγορος, δεν κυριαρχούσε στον αέρα παρά το ύψος του και δεν είχε κάποιες ιδιαίτερες τεχνικές ικανότητες. Υπάρχει επίσης και το αινιγματικό ρεκόρ του στα γκολ: Ολοι αναρωτιούνται πώς ένας παίκτης που είχε κατά μέσο όρο περίπου ένα γκολ κάθε τρία παιχνίδια κατάφερε όχι μόνο να κερδίσει το «χρυσό παπούτσι» στο Μουντιάλ του 2010, αλλά και το «ασημένιο παπούτσι» στο επόμενο τουρνουά. Ακόμα πιο περίεργο είναι ότι τα πέντε γκολ που σημείωσε στη Νότια Αφρική ήταν τα μόνα διεθνή γκολ του εκείνη τη χρονιά. Η καλύτερη εξήγηση για τον Μίλερ ίσως προήλθε από το ίδιο του το στόμα. «Είμαι ένας Raumdeuter», είπε το 2011, δηλαδή «ένας ερμηνευτής του χώρου».
Ο «Raumdeuter» και ο «Lewangoalski»
Πώς αναλύεται ποδοσφαιρικά αυτό; Εχει την ικανότητα ενός σπουδαίου σκόρερ, όπως ο Γκερντ Μίλερ ή ο Γκάρι Λίνεκερ, που πρέπει να προβλέπει πού θα πέσει η μπάλα χωρίς να είναι λαθροθήρας. Εχει την ικανότητα ενός Λούκα Μόντριτς ή ενός Τσάβι να βρίσκει χώρο σε ένα γεμάτο κέντρο, αλλά δεν είναι και πλέι μέικερ.
Ο «Raumdeuter» έχει γίνει τόσο αποδεκτή φράση που είναι ένας ρόλος που μπορεί να ανατεθεί σε επιθετικούς στο Football Manager. Κι αυτό παρά το γεγονός πως δεν είναι απολύτως σαφές αν ο Μίλερ έκανε πλάκα όταν το είπε.
Το ποδόσφαιρο του Μίλερ ίσως να είναι δύσκολο να αναγνωριστεί, αλλά δεν έχει καμία σχέση με την αίσθηση του χιούμορ του. Οταν ισχυρίστηκε ότι το παρατσούκλι του Ρόμπερτ Λεβαντόφσκι ήταν «Ρόμπερτ Λεβαν-γκολ-σκι», πριν σταματήσει, κουνήσει το κεφάλι του και ανοίξει τα μάτια του διάπλατα σαν να παρακαλούσε τους ανθρώπους να γελάσουν στο βιντεάκι που είχε ανεβάσει στα social media, αρχικά φάνηκε ότι έκανε ένα ανεξήγητα κακόγουστο αστείο. Σε κλάσματα δευτερολέπτου πρέπει να το κατάλαβε πόσο ανόητα είναι τέτοια αστεία όταν μιλάμε για ποδόσφαιρο και ότι έγινε κωμικός, με κανένα ίχνος όμως της έννοιας του όρου.
Ο απόλυτος πραγματιστής
Το ίδιο ισχύει και με τη λέξη «Raumdeuter», η οποία αποτελεί από μόνη της ένα λογοπαίγνιο. Στα γερμανικά σημαίνει «ερμηνευτής ονείρων», ένας όρος που διαδόθηκε από τον Σίγκμουντ Φρόυντ.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η φαινομενικά ασήμαντη δήλωσή του ότι είναι ένας «Raumdeuter» μπορεί να θεωρηθεί όχι μόνο ως περιγραφή αυτού που είναι, αλλά και αυτού που δεν είναι. Δεν είναι παίκτης που ασχολείται με φαντάσματα, ψευδαισθήσεις και όνειρα. Είναι πραγματιστής. Βλέπει τον χώρο –καλύτερα από σχεδόν οποιονδήποτε άλλον της γενιάς του– και μέσα από την κίνησή του, τις ασίστ και τα γκολ του, τον εξηγεί στους φιλάθλους: σε εκείνους που τον παρακολουθούν στις κερκίδες ή στην τηλεόραση και δεν έχουν την εξαιρετική κατανόηση του σχήματος και της δυναμικής του παιχνιδιού.
Ο ρόλος του «Raumdeuter» είναι χαρακτηριστικά γερμανικός και πηγάζει από τον ιδιόμορφα γερμανικό τρόπο θεώρησης του παιχνιδιού την 30ετία 1970-2000, τότε που υπήρχε μια αποδοχή ότι το ποδόσφαιρο αφορούσε την αλληλεπίδραση των παικτών, απαλλαγμένη από την ώθηση για πίεση που κυριαρχούσε στην υπόλοιπη βόρεια Ευρώπη.
Πιθανώς να μην είναι τυχαίο ότι η σύγχρονη έννοια του λίμπερο δημιουργήθηκε από τον Φραντς Μπεκενμπάουερ, του οποίου το παιχνίδι, όπως και του Μίλερ, βασιζόταν στην ερμηνεία του χώρου, ακριβώς στην άλλη άκρη του γηπέδου. Ο Μίλερ, με τον δικό του τρόπο, έπαιξε εξίσου κεντρικό ρόλο στην τέταρτη επιτυχία της Γερμανίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο όσο και ο Μπεκενμπάουερ στη δεύτερη.
Αόρατος κάτοχος του χώρου
Στις ομάδες του Λεβ το 2010 και το 2014 ήταν ο επιθετικός «εγκέφαλος» της ομάδας, ο παίκτης που διασφάλιζε ότι οι αντεπιθέσεις της Γερμανίας θα ήταν αποτελεσματικές.
Αφού βρήκε χώρο σε μια γεμάτη περιοχή για να σκοράρει με πλάγιο πόδι το πρώτο γκολ στον ημιτελικό του 2014, ήταν ο ενορχηστρωτής του χάους, αυτός που άνοιξε τον δρόμο της βραζιλιάνικης κατάρρευσης, σε εκείνο το ανεπανάληπτο 7-1.

Ο Μίλερ αποσύρεται ως ο πιο επιτυχημένος Γερμανός παίκτης σε ό,τι αφορά τα τρόπαια που έχει κατακτήσει ξεπερνώντας και τον καλό του φίλο Τόνι Κρόος αν η Μπάγερν σηκώσει και το Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων. Αλλά, πέρα από αυτό, όρισε όχι μόνο μια θέση αλλά έναν ολόκληρο, και ιδιόμορφα γερμανικό, τρόπο σκέψης για το παιχνίδι. Είναι η ενσάρκωση της διαδικασίας που έφερε το Παγκόσμιο Κύπελλο το 2014.
Ασχέτως αν θα προτιμήσει τις αραβικές χώρες ή το MLS προκειμένου να κολλήσει τα τελευταία ένσημα πριν από τη συνταξιοδότηση με ένα πλουσιοπάροχο συμβόλαιο, θα μείνει στην Ιστορία ως ο ποδοσφαιριστής με την ιδιαίτερη δύναμη να βρίσκει κατοχή με μυστικότητα σε έναν… αόρατο χώρο.

