Το… Mission Impossible του Τζενάρο Γκατούζο

7' 6" χρόνος ανάγνωσης

Για την ποδοσφαιρική αξία του Τζενάρο Γκατούζο δεν χρειάζονται και ιδιαίτερες συστάσεις. Πρωταθλητής κόσμου με την εθνική ομάδα της Ιταλίας το 2006, δύο φορές πρωταθλητής με την Μίλαν και άλλες τόσες κάτοχος του Champions League με τους «ροσονέρι», αποτέλεσε όλα τα χρόνια της καριέρας του μια ξεχωριστή φιγούρα που πολλές φορές άγγιζε τα όρια του καλτ.

Ο Γκατούζο δεν έκανε καριέρα, ούτε κατέκτησε τίτλους με την τεχνική του, το αντίθετο. Ηταν ένας παίκτης που ξεχώριζε μέσα στο γήπεδο για το πάθος του και το γεγονός ότι ουδέποτε λύγισε μπροστά σε οποιονδήποτε αντίπαλο και οποιαδήποτε αποστολή που του ανατέθηκε.

Ηταν κάτι σαν τον Ιθαν Χαντ της Μίλαν και της Σκουάντρα Αντζούρα και ίσως για αυτό απάντησε θετικά όταν έβαλε το μήνυμα από τον Τζίτζι Μπουφόν πριν από λίγες μέρες. «Η αποστολή σου, αν αποφασίσεις να τη δεχτείς, είναι να οδηγήσεις την Ιταλία στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2026», του είπε και ο Γκατούζο απάντησε –όπως πάντα- θετικά, βλέποντας το μήνυμα να αυτοκαταστρέφεται…

Βέβαια σε αντίθεση με τον μυθικό ήρωα των συγκεκριμένων ταινιών με τον Τομ Κρουζ, που φέτος κλείνουν τον κύκλο τους, ο 47χρονος Ιταλός δεν έχει ανάλογη προπονητική καριέρα σε σχέση με αυτή ως ποδοσφαιριστής και οι αποστολές του δεν στέφθηκαν πάντα με επιτυχία. Ολες όμως τις αποδέχτηκε…  

Το να βρίσκεται κάποιος στην άκρη του πάγκου της εθνικής ομάδας της Ιταλίας, ήταν πάντα μια δύσκολη υπόθεση. Το να βρίσκεται την συγκεκριμένη χρονική στιγμή, με την ομάδα να έχει «πατώσει» στο Euro του 2024 (αν και είχε κατακτήσει το προηγούμενο του 2021) και να μην έχει καταφέρει να δώσει το παρών στα δύο τελευταία Μουντιάλ, την καθιστούν ακόμα δυσκολότερη. Η Ιταλία δείχνει στα μάτια εκείνων που την ακολουθούν πιστά –και είναι αρκετοί ακόμα και εκτός χώρας- αρκετά soft. Ισως αυτός να είναι και ο λόγος που η ιταλική ομοσπονδία, μετά από την εισήγηση του Μπουφόν, κατέληξε στον Γκατούζο. Ο οποίος όμως ήταν η δεύτερη επιλογή, μετά τον Κλαούντιο Ρανιέρι, που αρνήθηκε ευγενικά, θέλοντας να παραμείνει σύμβουλος στην Ρόμα.  

Κατά την παρουσίασή του ο Τζενάρο Γκατούζο είπε όλα όσα αναμενόταν να πει στην πρώτη του εμφάνιση ως προπονητής της Ιταλίας. Μίλησε για την ανάγκη να αποκατασταθεί ο ενθουσιασμός στην ομάδα, της οποίας το ηθικό έχει πληγεί από τις πρόσφατες αποτυχίες, καθώς και για το αίσθημα του κοινού σκοπού που τον ένωνε με τους συμπαίκτες του σε εκείνη που κέρδισε το Παγκόσμιο Κύπελλο το 2006.

Το… Mission Impossible του Τζενάρο Γκατούζο-1

Η λέξη που επαναλάμβανε συνεχώς ήταν «οικογένεια», επιμένοντας: «Αυτό είναι το πιο σημαντικό, πιο σημαντικό από τις τακτικές ή τις διαμορφώσεις». Η δική του οπτική δεν είναι αυτή της πατερναλιστικής εξουσίας, αλλά μιας ομάδας αρκετά στενής ώστε τα μέλη της να μπορούν να λένε ο ένας στον άλλο την αλήθεια κατά πρόσωπο. «Στις δύσκολες στιγμές, όταν νιώθεις μόνος και δεν ακούς τη φωνή του συμπαίκτη σου, αυτά είναι τα 90 λεπτά που φαίνονται ατελείωτα», είπε ο Γκατούζο. «Αυτό είναι που πρέπει να αλλάξουμε. Πρέπει να βοηθάμε ο ένας τον άλλον, πρέπει να λέμε αυτά τα πράγματα που ίσως δεν θέλεις να ακούσεις, γιατί μόνο έτσι μπορείς να εξελιχθείς», πρόσθεσε χαρακτηριστικά.

Η εθνική ομάδα της Ιταλίας βρίσκεται στο χαμηλότερο σημείο της ιστορίας της. Αφού απέτυχε να βρεθεί σε δύο συνεχόμενα Παγκόσμια Κύπελλα, οι προσπάθειές της να προκριθεί στο τουρνουά του επόμενου καλοκαιριού βρίσκονται σε κίνδυνο μετά την ήττα με 3-0 από τη Νορβηγία στην πρεμιέρα των προκριματικών. Αυτό το αποτέλεσμα οδήγησε την ιταλική ποδοσφαιρική ομοσπονδία (FIGC) να απολύσει τον Λουτσιάνο Σπαλέτι από τη θέση του προπονητή, αν και εκείνος τους  έπεισε να του δώσουν μια ευκαιρία ακόμα. Η ιδέα ήταν να αποχωρήσει με μια πιο θετική νότα, και ίσως αυτό να επιτεύχθηκε με τη νίκη 2-0 επί της Μολδαβίας, αν και η συνέντευξη Τύπου πριν τον αγώνα, στην οποία ουσιαστικά επιβεβαίωσε την απόλυσή του, δημιούργησε μια αμήχανη κατάσταση.

Η Ιταλία του Σπαλέτι απογοήτευσε στο πρόσφατο Euro, όπου είχε πάει για να υπερασπιστεί τον τίτλο που είχε πανηγυρίσει στο «Γουέμπλεϊ» το 2021, καθώς προκρίθηκε με το ζόρι από τον όμιλό της με ισοφάριση στο 98ο λεπτό εναντίον της Κροατίας, πριν ηττηθεί εύκολα από την Ελβετία στην πρώτη φάση των νοκ άουτ αγώνων. Ο Σπαλέτι είχε να αντιμετωπίσει μια δύσκολη κατάσταση, αντικαθιστώντας τον Ρομπέρτο Μαντσίνι στα μισά των προκριματικών. Ήταν εύκολο να υποστηρίξει κανείς ότι του άξιζε χρόνος για να εφαρμόσει το όραμά του, αφού νωρίτερα είχε οδηγήσει τη Νάπολι στον πρώτο της τίτλο στη Σέριε Α μετά από 33 χρόνια. Αλλά ποιο ήταν το νόημα να συνεχίσει, αν η εμπιστοσύνη της ομοσπονδίας σε αυτόν ήταν πάντα τόσο εύθραυστη;

Η πρόσληψη του Γκατούζο εγείρει και αυτή με τη σειρά της αρκετά ερωτήματα, σχετικά με το γιατί εκείνοι που κρατούν τα ηνία του ιταλικού ποδοσφαίρου κατέληξαν στο πρόσωπό του. Ο πρόεδρος της FIGC, Γκαμπριέλε Γκραβίνα, επιβεβαίωσε ότι είχε προσεγγίσει πρώτα τον Κλαούντιο Ρανιέρι. Αυτή θα ήταν μια δημοφιλής επιλογή, κυρίως στις τάξεις των τιφόζι, αφού πρόκειται για έναν προπονητή με τη φήμη ότι αναλαμβάνει ομάδες σε περιόδους έκτακτης ανάγκης, ο οποίος μόλις είχε πραγματοποιήσει ένα τελευταίο θαύμα με την αγαπημένη του Ρόμα. Ομως ο Ρανιέρι έχει ήδη νέα δουλειά, καθώς ανέλαβε θέση ανώτερου συμβούλου για τους «τζιαλορόσι». Πώς εξήγησε αυτή την εβδομάδα: «Σέβομαι την εθνική ομάδα, αλλά ανήκω στη Ρόμα». Ο Γκραβίνα προσπάθησε να το παρουσιάσει όχι ως απόρριψη, αλλά απλώς ως μια σεβαστή συζήτηση με τον 73χρονο τεχνικό και την ιδιοκτησία του συλλόγου.

Κλειστή στροφή

Οποια και αν είναι η αλήθεια αυτής της ιστορίας, είναι μια δύσκολη στροφή από τον Ρανιέρι – ο οποίος έκανε τη Λέστερ πρωταθλήτρια και έχει γράψει αμέτρητα λαμπρά κεφάλαια στα σχεδόν 40 χρόνια της καριέρας του ως προπονητής – στον Γκατούζο, ο οποίος δεν έχει αφήσει ακόμα τέτοιο σημάδι σε κανένα από τα εννέα σωματεία που έχει προπονήσει από το 2013.

Παρεμπιπτόντως στο ενδιάμεσο από την άρνηση του Ρανιέρι μέχρι το «ναι» του Γκατούζο είχε αυτοπροταθεί ο Ρομπέρτο Μαντσίνι για να ξαναγυρίσει. Ωστόσο ο Μπουφόν, που είναι ο διευθυντής ποδοσφαίρου της εθνικής ομάδας, απείλησε μέχρι και με παραίτηση τον πρόεδρο της ιταλικής ομοσπονδίας καθώς δεν τον έχει συγχωρήσει που έφυγε από την ομάδα ξαφνικά για τη Σαουδική Αραβία, ενώ ανάλογες φήμες υπάρχουν επίσης για βέτο και σε πιθανή πρόσληψη του Ζοζέ Μουρίνιο.

Ομως και από την άλλη, είναι ο 47χρονος Γκατούζο ο κατάλληλος για τη θέση; Ως προπονητής έχει πανηγυρίσει μόνο ένα Κύπελλο Ιταλίας με τη Νάπολι, ενώ απέτυχε να πετύχει τους στόχους των συλλόγων του. Δεν κατάφερε να προκριθεί στο Τσάμπιονς Λιγκ με τη Μίλαν και τη Νάπολι, τερμάτισε τρίτος στην Κροατία με την Χάιντουκ Σπλιτ και δεν έβγαλε τη σεζόν με τη Βαλένθια και τη Μαρσέιγ. Στο ξεκίνημά του μάλιστα είχε περάσει για έναν περίπου χρόνο και από τον πάγκο του ΟΦΗ.

Ή μήπως, όπως υποστήριξε την Πέμπτη ο πρώην συμπαίκτης του στην εθνική Ιταλίας, Τζίτζι Μπουφόν, είναι ένας τεχνικός που έχει δείξει θάρρος να πάει σε διαφορετικές χώρες και να αναλάβει διαφορετικές προκλήσεις, συνεχίζοντας να μεγαλώνει και να εξελίσσεται;

Υπερασπιζόμενος το έργο του, ο Γκατούζο επεσήμανε ότι η Μίλαν και η Νάπολι έχασαν την τετράδα κατά ένα βαθμό, και ότι η ομάδα του Χάιντουκ είχε αυτή τη σεζόν την ευκαιρία να κατακτήσει τον πρώτο της τίτλο πρωταθλήματος σε 19 χρόνια, κάτι που δεν πέτυχε την τελευταία αγωνιστική.

Μόνο επιτυχία ή αποτυχία

Ολα αυτά μπορεί να είναι αλήθεια, αλλά στη νέα του δουλειά δεν θα υπάρχει γκρίζα ζώνη, αλλά μόνο επιτυχία ή αποτυχία. Το να χάσει η Ιταλία το τρίτο συνεχόμενο Παγκόσμιο Κύπελλο θα πρέπει να είναι αδιανόητο, αλλά η ήττα στην πρεμιέρα με 3-0 από τη Νορβηγία, η οποία έχει παίξει δύο περισσότερα παιχνίδια και έχει κερδίσει και τα δύο, σημαίνει ότι ακόμη και ένα τέλειο ρεκόρ από εδώ και πέρα μπορεί να την οδηγήσει μόνο στα πλέι-οφ, από τα οποία δεν κατάφερε να προκριθεί τις δύο τελευταίες φορές που πήρε μέρος σε αυτά, καθώς αποκλείστηκε από τη Σουηδία και τη Βόρεια Μακεδονία.

Αν ο στόχος ήταν μόνο να κάνει την Ιταλία ξανά μια οικογένεια, ο Γκατούζο θα είχε όλες τις πιθανότητες να πετύχει. Η παρουσία του στο πάνελ δίπλα στον Μπουφόν έμοιαζε με reunion της ομάδας του 2006, με τους «ήρωες» εκείνης της τεράστιας κατάκτησης στη διοργάνωση της Γερμανίας να βγαίνουν μπροστά και να ηγηθούν.

Ολη η εικόνα ήταν όντως οικεία, αφού ακόμα και οι δημοσιογράφοι δεν προλόγιζαν τις ερωτήσεις τους με τιμητικές προσφωνήσεις, αλλά με το απλό «ciao Rino». Τελικά, όμως, οι απαιτήσεις αυτής της δουλειάς παραμένουν οι ίδιες όπως πάντα. Ο Γκατούζο πρέπει να κερδίσει, ξεκινώντας από το πρώτο του παιχνίδι, εντός έδρας με την Εσθονία τον Σεπτέμβριο. Αυτή η οικογένεια έχει βαρεθεί να χάνει και ο «Ρίνο» πρέπει πρώτα από όλα να νικήσει την εσωστρέφεια. Αν δεν τα καταφέρει θα έχει την τύχη του Σπαλέτι… 

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT