Ο «Ρίνο» και η παρέα του 2006

Ο Τζενάρο Γκατούζο ανέλαβε την εθνικής Ιταλίας έχοντας στο πλάι του τους πρώην συμπαίκτες του και στόχο να ξυπνήσει τον εγωισμό των «ατζούρι»

5' 6" χρόνος ανάγνωσης

Από εκείνο το «ξέσπασμα» του Τζενάρο Γκατούζο στην Κρήτη το οποίο αποτελεί ακόμη κορυφαίο αθλητικό viral, έχουν περάσει 11 χρόνια. Τι έχουν αλλάξει από τότε που ο «Ρίνο» έκανε τα πρώτα του προπονητικά βήματα στον πάγκο του ΟΦΗ μέχρι και σήμερα που ανακοινώθηκε παίρνοντας και επίσημα το χρίσμα του προπονητή της εθνικής Ιταλίας;

Στον χαρακτήρα του τίποτα και πιθανότατα ελάχιστα πράγματα και ως προς την εξέλιξή του ως τεχνικός. Στα 47 του έχει προλάβει να περάσει από τον πάγκο δέκα συλλόγων χωρίς να έχει καταφέρει κάτι ιδιαίτερο. Το σίγουρο είναι όμως, πως για να καταλήξει στην συγκεκριμένη επιλογή η ομοσπονδία της γειτονικής χώρας, έχουν αλλάξει αρκετά στο ποδόσφαιρο των «Ατζούρι»…

Η άρνηση του Ρανιέρι, το συμβόλαιο του Μουρίνιο με την Φενέρμπαχτσε, οι κακές σχέσεις της Ομοσπονδίας με τον Μαντσίνι από την τελευταία του θητεία  και οι λύσεις των Πιόλι, Ντε Ρόσι και Καναβάρο που δεν κρίθηκαν συμβατές, έστρεψαν την ζυγαριά στον Γκατούζο που αντικαθιστά τον Λουτσιάνο Σπαλέτι στον πάγκο με πρωταρχικό στόχο να «ξυπνήσει» τους διεθνείς και κυρίως τον χαμένο εγωισμό τους. 

Για να αναβιώσει και πάλι το μέγεθος των «μπλε», οι Ιταλοί ποντάρουν σε έναν παγκόσμιο πρωταθλητή του 2006 με εκρηκτικό ταμπεραμέντο, ο οποίος θα έχει επίσης την υποστήριξη αρκετών συμπαικτών του από εκείνη την εξαιρετική παρέα: τους Μπαρτζάλι, Ζαμπρότα και Περότα, αλλά και τους Μπουφόν και Μπονούτσι που θα τον πλαισιώσουν στο τεχνικό επιτελείο.

Στη συνέχεια, αναμένεται η είσοδος, σε διοικητικό επίπεδο με την ιδιότητα του τεχνικού διευθυντή, του Τσέζαρε Πραντέλι, ο οποίος θα συμπεριληφθεί στο πρότζεκτ των «Ατζούρι» για τις ομάδες νέων και θα είναι ο σύνδεσμος με την Εθνική ομάδα ανδρών.

Η τρίτη και… φαρμακερή προσπάθεια

Αυτό είναι το πλαίσιο που έχει αναπτύξει ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Γκαμπριέλε Γκραβίνα για να προσπαθήσει η Ιταλία να εξασφαλίσει την πρόκριση στο Παγκόσμιο Κύπελλο, κάτι που απέτυχε στις δύο τελευταίες προσπάθειες της. Μετά από τα τουρνουά της Ρωσίας και του Κατάρ, τρίτη συνεχόμενη απουσία θα αποτελέσει τεράστιο πλήγμα για το γόητρο μιας μεγάλης ποδοσφαιρικής σχολής. 

Με την βαριά ήττα με 3-0 από τη Νορβηγία στο πρώτο παιχνίδι του προκριματικού ομίλου, οι «συναγερμοί» ήχησαν και οι διαδικασίες αντικατάστασης του Σπαλέτι ξεκίνησαν άμεσα. Παρά την οριακή νίκη που ακολούθησε με 2-0 επί της Μολδαβίας στο γήπεδο έβλεπες μια ανοργάνωτη ομάδα χωρίς αρχή και τέλος και το χειρότερο, δίχως κανένα κίνητρο. Ετσι το μίνιμουμ της αποστολής του Γκατούζο και των συνεργατών του θα είναι η δεύτερη θέση που οδηγεί στα πλέι οφ και η πρόκριση από εκεί. Με τη Νορβηγία να έχει ξεκινήσει με ένα «τέσσερα στα τέσσερα» και να έχει αποσπαστεί στην βαθμολογία, η δεύτερη θέση δεν είναι ακατόρθωτη, με βάση και τους υπόλοιπους αντιπάλους (Ισραήλ, Εσθονία, Μολδαβία). Ομως  το restart πρέπει να γίνει άμεσα. 

Τέσσερα χρόνια οπισθοδρόμησης 

Είναι σαφές ότι το ιταλικό ποδόσφαιρο βρίσκεται σε μια πολύ έντονη φάση οπισθοδρόμησης συνεχίζοντας να χάνει έδαφος σε σχέση με τους ανταγωνιστές του. Η Αγγλία, η Ισπανία και η Γερμανία είναι σαφώς μπροστά, η Γαλλία πλησιάζει, παρασυρόμενη από την Παρί Σεν Ζερμέν, την πρόσφατη νικήτρια του Champions League με το ηχηρό 5-0 επί της Ίντερ. Και όλα αυτά εν μέσω του κυκεώνα των χρεών που αυξάνονται  σε κάθε επίπεδο, με τελευταίο θύμα την Μπρέσια που κήρυξε πτώχευση. Οι προϋπολογισμοί είναι ολοένα και πιο αρνητικοί και η κατάσταση επιδεινώνεται στις χαμηλότερες κατηγορίες όπου δεν υπάρχουν τηλεοπτικά χρήματα για να δώσουν μια ανάσα «φρέσκου αέρα». 

Αρκετοί είναι αυτοί που ισχυρίζονται πως την κύρια ευθύνη για αυτή την κατασταση την έχει η Ομοσπονδία η οποία μετά την κατάκτηση του Euro 2021 συμπεριφέρθηκε αλαζονικά και έμεινε πίσω από τις εξελίξεις. Ξεκινώντας από τον πρόεδρο Γκαμπριέλε Γκραβίνα αλλά και τους προπονητές και τους ποδοσφαιριστές που αντιμετώπιζαν τις κλήσεις στην εθνική ως μια συμβατική υποχρέωση και χωρίς τον παραμικρό ενθουσιασμό. Σε τέτοιο βαθμό που με την παραμικρή δυσκολία αρκετοί παίκτες (πιθανώς παροτρυνόμενοι από τους συλλόγους τους) προτιμούν να εγκαταλείψουν την εθνική και να επιστρέψουν στις ομάδες τους. Σε αυτά τα τέσσερα χρόνια οι Ιταλοι  μετράνε μόνο αμήχανες καταστάσεις, βήματα προς τα πίσω και η μπλε φανέλα έχει χάσει την αίγλη της.

Η σχέση μεταξύ της Εθνικής και των συλλόγων  βρίσκεται στο ναδίρ, χωρίς η Ομοσπονδία να κάνει κάτι συγκεκριμένο για να αντιστρέψουν την τάση. Από την άλλη πλευρά, σε ένα τόσο συμπιεσμένο καλεντάρι που περιλαμβάνει 50-60 αγώνες ετησίως, η προσθήκη των δεσμεύσεων με τους «Ατζούρι» αποτελεί ένα επιπλέον πρόβλημα. Τα λόγια του Σπαλέτι είναι ενδεικτικά: «Ελπίζω όσοι αρνήθηκαν την εθνική ομάδα να μην επιστρέψουν ποτέ». 

Επίσης στο ναδίρ βρίσκεται και η προσπάθεια για την ανάδειξη νέων ποδοσφαιριστών. Πέρυσι  η ομάδα της Λέτσε που κέρδισε το πρωτάθλημα Primavera (την πιο σημαντική διοργάνωση νέων στην Ιταλία) αποτελούνταν εξ ολοκλήρου από ξένους παίκτες, τόσο Ευρωπαίους όσο και εκτός ΕΕ. Στο θέμα της κατασκευής νέων γηπέδων γίνεται συζήτηση εδώ και χρόνια για τις νέες εγκαταστάσεις που θα κατασκευάσουν η Μίλαν, η Ίντερ, η Ρόμα ή η Λάτσιο, αλλά προς το παρόν δεν βρίσκονται καν στη φάση του σχεδιασμού. Πάρα πολλή φλυαρία, υπερβολική γραφειοκρατία και πολλά συμφέροντα φρενάρουν την  οποιαδήποτε επιθυμία.

Οι οπαδοί στα πρότυπα των Ελλήνων συνεχίζουν να διαφωνούν καθημερινά για το αν ήταν ή δεν ήταν πέναλτι αυτό που δόθηκε, για το αν αυτός ή εκείνος ο παίκτης ήταν οφσάιντ, για υποτιθέμενη ευνοϊκή μεταχείριση ή ζημιά της ομάδας τους.  Οι προπονητές συνεχίζουν να προτιμουν της τακτικής έναντι της τεχνικής, τόσο ατομικής όσο και συλλογικής. Και πάνω απ’ όλα υπάρχει  λιγότερο τρέξιμο κάτι που είχε ισχυριστεί ο Φάμπιο Καπέλο προ δεκαετίας.  

Οδηγός το «πρέπει να μείνεις» στον Λίπι

Θα καταφέρει να αλλάξει αυτή τη νοοτροπία ο Γκατούζο; Δύσκολο. Υπάρχει ωστόσο ένα περιστατικό από το 2006 που καθορίζει τον χαρακτήρα και την προσωπικότητά του. Όταν ο Μαρσέλο Λίπι είπε ξαφνικά στους παίκτες του στην Γερμανία ότι θα έφευγε αμέσως μετά το Παγκόσμιο Κύπελλο, κάποιοι τον κοίταξαν έκπληκτοι, άλλοι φοβήθηκαν για το μέλλον. Αλλά ένας άντρας όρμησε εναντίον του με μανία και τον άρπαξε κυριολεκτικά από τον λαιμό. «Πρέπει να μείνεις!», του φώναξε. Ήταν ο  «Ρίνο» Γκατούζο, ένας από τους πρωταγωνιστές εκείνης της πορείας που οδήγησε στον τίτλο. Ανεξάρτητα λοιπόν από το ποια θα είναι η πορεία του στο τιμόνι της εθνικής ομάδας, όποιος δεν θέλει να μπει στο γήπεδο με «μάτια τίγρης» δεν θα ληφθεί ποτέ στα υπόψη του για κλήση.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT