«Ο Μαουρίτσιο Σάρι επέστρεψε σπίτι. Η επιστροφή του είναι μια επιλογή καρδιάς, πεποίθησης και οράματος. Μαζί του θέλουμε να διαβούμε ξανά ένα μονοπάτι που διακόπηκε πολύ νωρίς, γνωρίζοντας ότι μπορούμε να επαναφέρουμε τον ενθουσιασμό, την ταυτότητα και τη φιλοδοξία. Καλώς ήρθατε πίσω στην ομάδα σας, Διοικητά»: Με αυτά τα λόγια, καλωσόρισε πίσω τον 66χρονο προπονητή ο πρόεδρος της Λάτσιο, Κλαούντιο Λοτίτο, 15 μήνες μετά την τελευταία του παρουσία στον πάγκο της ομάδας της Ρώμης, θεωρώντας βέβαιο πως θα της ξαναδώσει τη χαμένη της αίγλη. Στον αποχαιρετισμό του, τον Μάρτιο του 2024, η διοίκηση των «λατσιάλι» είχε αντιδράσει σαν μια μεγάλη οικογένεια.
«Οταν μου είπε ότι έφευγε, άρχισα να κλαίω. Μπροστά μου στεκόταν ένας πληγωμένος άνθρωπος. Είχε χάσει τον θείο του, τον οποίο θεωρούσε δεύτερο πατέρα του, λίγο μόλις μήνες μετά τον θάνατο της αγαπημένης του μητέρας, Κλεμεντίνας. Και θυμάμαι ότι ταυτόχρονα υπήρξε μια περίοδος κατά την οποία η σύζυγός του, Μαρίνα, ήταν στη μονάδα εντατικής θεραπείας ενώ και ο ίδιος είχε τραυματιστεί. Ο άνθρωπος είχε πάθει νευρικό κλονισμό. Μας το είπε χωρίς ίχνος δισταγμού, αλλά το βλέπαμε και εμείς στο πρόσωπο του ξεκάθαρα», είχε πει ο αθλητικός διευθυντής του συλλόγου Αντζελο Φαμπιάνι.
Τι κι αν ο Σάρι οδεύει προς την τρίτη ηλικία; Ο πόνος για τον χαμό αγαπημένων προσώπων είναι ο ίδιος. Ο χρόνος κυλά αργά σε αυτές τις περιπτώσεις. Το κατάλαβαν και στον Παναθηναϊκό, όταν πέρυσι τέτοια εποχή τον προσέγγισαν με την προοπτική να αναλάβει τον πάγκο της ομάδας, δίνοντάς του όσο χρόνο θέλει για να απαντήσει και προσφέροντας του ένα ελκυστικό συμβόλαιο από όλες τις απόψεις.
Επίσης, συνάντησαν έναν «λαβωμένο» άνθρωπο, ο οποίος καταλάβαινε και το έδειχνε πως δεν ήταν έτοιμος ακόμη να αναλάβει ομάδα. Ηθελε να καθίσει να ξεκουραστεί με τον γιο του Νικολέ και την οικογένειά του και να επιστρέψει όταν νιώσει ψυχολογικά δυνατός. Ακόμη και τον περασμένο Δεκέμβριο, όταν η Μίλαν τού ζήτησε να αντικαταστήσει τον Πάουλο Φονσέκα –με τρόπο άκομψο όπως λένε οι Ιταλοί– αρνήθηκε ευγενικά.
Η έννοια του «Σαρισμού»
Ο γιος του Τοσκανού εργάτη Αμέριγκο Σάρι, για τους περισσότερους είναι ο κορυφαίος καθηγητής τακτικής του αθλήματος. Τον αποκάλεσαν «διοικητή» και όποιος δούλεψε μαζί του κατάλαβε το γιατί.
Ο πρώην τραπεζικός υπάλληλος και παράλληλα ερασιτέχνης ποδοσφαιριστής έγραψε μια σημαντική σελίδα στην ιστορία του ιταλικού ποδοσφαίρου παρόλο που το παλμαρέ του δεν γέμισε ποτέ από τίτλους και νίκες. Φυσικά αυτό συμβαίνει μόνο στους σπουδαιότερους και τους πιο πρωτότυπους.
Για να φτάσει όμως από τη Στία, μια ομάδα Β΄ κατηγορίας, στην κατάκτηση ενός Σκουντέτο με τη Γιουβέντους και ενός Γιουρόπα Λιγκ με την Τσέλσι εξέλιξε το ίδιο το ποδόσφαιρο. Πάντα λάτρης του 4-3-3, ο Σάρι είχε το πλεονέκτημα ότι άφηνε ανεξίτηλο το αγωνιστικό του στυλ σχεδόν σε όλες τις ομάδες που έχει προπονήσει. Από την Πεσκάρα το 2005, την Αβελίνο και την Περούτζια μέχρι τη Νάπολι, την Τσέλσι και τη Γιουβέντους. Ταχύτητα, παιχνίδι με την πρώτη επαφή, φαντασία, ανάπτυξη από τα πλάγια, αλλά και ανάλυση των αγώνων μέσω στατιστικών στοιχείων και αλγόριθμων ήταν μόνο μερικά από τα στοιχεία από τα οποία επινοήθηκε ο όρος «Σαρισμός».
Στην εγκυκλοπαίδεια Τρεκκάνι ορίζεται ως εξής: «Η έννοια του ποδοσφαιρικού παιχνιδιού που υποστηρίζει ο προπονητής Μαουρίτσιο Σάρι η οποία βασίζεται στην ταχύτητα και την επιθετική του τάση. Επίσης, στον άμεσο και μη διπλωματικό τρόπο ομιλίας και συμπεριφοράς, που λέγεται ότι είναι χαρακτηριστικός του Σάρι».
Το νεύμα που ήθελε
Οι περιπέτειες που πέρασε ο ιδιοφυής Σάρι μαλάκωσαν το τραχύ πρόσωπό του. Στο γραφείο του στο προπονητικό κέντρο της Λάτσιο, το Φορμέλο, υπάρχει ακόμη η τεράστια τηλεόραση στην οποία έβλεπε τους αγαπημένους του ποδηλατικούς αγώνες αλλά και η αφίσα-απόφθεγμα του Ντε Αντρέ. «Για όσους ταξιδεύουν σε μια πεισματική και αντίθετη κατεύθυνση, με το ιδιαίτερο είδος της ιδιαίτερης απελπισίας τους». Επίσης τέλεια ευθυγραμμισμένα είναι δύο φύλλα χαρτιού, με καθαρό γραφικό χαρακτήρα και υπογράμμιση με μαρκαδόρο. «Είμαι λίγο μανιακός, εεε… Ορίστε η λίστα με τα βιβλία που πρέπει να διαβάσω. Ορίστε η λίστα με τους αγώνες που πρέπει να παρακολουθήσω».
Κανείς από τους διαδόχους του δεν τα πείραξε. Στην τελευταία του συνέντευξη στην «Corriere della sera», που αποτέλεσε προπομπό της επιστροφής του, ήταν το ίδιο ειλικρινής. «Εχω λάβει προσφορές, άλλες πλούσιες, άλλες κακογραμμένες. Περισσότερες από μία και από διαφορετικές ηπείρους. Καμία όμως δεν με έκανε να ενεργοποιήσω αυτό το εσωτερικό κλικ για να επιστρέψω στο παιχνίδι. Περιμένω το κατάλληλο έργο. Εχω δουλέψει σε μεγάλες ομάδες τα τελευταία 10 χρόνια, τώρα ελπίζω να πάρω την κατάλληλη κλήση, ώστε να ανάψει η σπίθα. Αλλιώς θα κολλήσω».
Ο «διοικητής», κάνοντας λόγο για κατάλληλη κλήση, εννοούσε ένα νεύμα από ομάδα της χώρας του. Μετά τα όσα πέρασε δεν ήθελε να βιώσει μια άγνωστη κατάσταση. Ηθελε πάλι να κάνει επανεκκίνηση από το Καμπιονάτο, που του ταιριάζει, και ει το δυνατόν στη Λάτσιο, για την. οποία ένιωθε πως άφησε το έργο του στη μέση. Επειτα, μια επιστροφή στην Premier League «όπου μπορείς να αναπνέεις μια μοναδική ατμόσφαιρα», βρίσκεται στα σχέδιά του.
Στην ίδια συνέντευξη, στην ερώτηση τι του έλειψε περισσότερο κατά το διάστημα της απουσίας του ανέφερε: «Η αδρεναλίνη. Μετά το γήπεδο, η καθημερινή προετοιμασία για τον αγώνα και η ομαδική εμπειρία. Μου αρέσουν τα πάντα στο ποδόσφαιρο, εκτός από ένα πράγμα: Η αγορά και οι μεταγραφές. Φαίνεται σαν η λύση σε κάθε πρόβλημα. Αντίθετα, δεν μιλάμε ποτέ για το πώς θα αναπτύξουμε ένα ταλέντο».
Το τσιγάρο, το χρήμα και η… διασκέδαση
Η σχέση του με το κάπνισμα είναι ακόμη καταστροφική. Το μόνο που κατάφερε είναι να μειώσει τα πέντε πακέτα σε τρία καθημερινά. Παραδόξως ως πρώην τραπεζικός υπάλληλος θεωρεί αυτή με τα χρήματα ουδέτερη. Το κέρδος του είναι, όπως λέει, ότι έμαθε να είναι εξαιρετικά οργανωτικός και να λαμβάνει γρήγορα αποφάσεις. «Δεν είμαι οικονόμος, αλλά ούτε και πετάω χρήματα: Ενα ρολόι μετά το πρωτάθλημα με την Γιουβέντους είναι το πιο πολύτιμο δώρο που έχω κάνει στον εαυτό μου τα τελευταία χρόνια. Ενας υψηλός μισθός είναι απλά μια κοινωνική θέση για έναν προπονητή».
Θεωρεί τον Σεσκ Φάμπρεγας της Κόμο τον πιο ελπιδοφόρο προπονητή που δουλεύει αυτή τη στιγμή στη Serie A, πιστεύει πως ο Ρικάρντο Σαπονάρα τον οποίο είχε παίκτη στην Εμπολι είναι ο πιο αδικημένος Ιταλός ποδοσφαιριστής, ενώ δεν κρύβει πως ταυτίστηκε με τον Ρόμαν Αμπράμοβιτς στην Τσέλσι. «Ο Ρώσος είναι λιγότερο ψυχρός και ειρωνικός από όσο νομίζουν οι περισσότεροι».
Την ώρα που οι ευρωπαϊκές διοργανώσεις κατακλύζονται από προπονητές της λεγόμενης nouvelle vague με αμφιλεγόμενα αποτελέσματα, ο 66χρονος Σάρι επανέρχεται για να να μας θυμίσει ξανά τι σημαίνει σύγχρονο ποδόσφαιρο.
Βασικός κανόνας του: «Το ποδόσφαιρο είναι τόσο η εφαρμογή των συστημάτων όσο και η διασκέδαση. Και αν διασκεδάζουν οι παίκτες είναι λιγότερο κουραστικό. Ποτέ δεν πρέπει να σβήνουμε το παιδί που κρύβεται σε κάθε ποδοσφαιριστή. Κάποιοι παίκτες γίνονται επαγγελματίες κοιτώντας μόνο τον άλλο παίκτη. Εγώ θέλω να αμυνόμαστε, κοιτώντας μόνο την μπάλα». Αν υπήρχε μια ομάδα η οποία θα αφομοίωνε άμεσα τις αρχές του παιχνιδιού του αυτή θα ήταν η Λάτσιο και γι’ αυτό άλλωστε και τη διάλεξε. Και όχι μόνο… Μόνο εκεί θα πει ελεύθερα αυτά που σκέφτεται, χωρίς να τον νοιάζει αν ενοχλήσουν…

