Κάθε μεταγραφική περίοδος μοιάζει με όνειρο θερινής νυκτός για τους φιλάθλους. Ονόματα «ηχηρά», ποσά αστρονομικά, βίντεο με ντρίμπλες και γκολ που υπόσχονται αλλαγή επιπέδου. Η ελπίδα θεριεύει, η φανέλα του νέου μεταγραφικού αποκτήματος γίνεται ανάρπαστη, αλλά μερικές εβδομάδες αργότερα, η πραγματικότητα προσγειώνει όλους ανώμαλα.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Διότι το ποδόσφαιρο δεν είναι ηλεκτρονικό παιχνίδι FIFA. Δεν πατάς ένα κουμπί και ο παίκτης αποδίδει αυτομάτως. Δεν είναι μόνο θέμα ταλέντου ή κόστους. Είναι ψυχολογία, προσαρμοστικότητα, χημεία. Είναι το αν νιώθει αποδεκτός. Το αν καταλαβαίνει το πλάνο του προπονητή. Το αν «κολλάει» με το σύνολο.
Πολλοί παίκτες που ήρθαν με φανφάρες αποδείχθηκαν λίγοι, όχι γιατί ήταν κακοί, αλλά γιατί ήταν αλλού το μυαλό, υπήρξαν άλλες οι απαιτήσεις και οι συνθήκες. Και αυτά είναι κάτι που οι ομάδες αρνούνται πολλές φορές να λάβουν σοβαρά υπόψη. Κρίνουν με το βιογραφικό, που το «πλασάρουν» οι μάνατζερ, γνωρίζοντας πόση ανάγκη έχει ο οπαδός να… ονειρεύεται.
Αλλά και την προσπάθεια των αφεντικών, για να κατευνάσουν την αγανάκτηση των φιλάθλων τους, λόγω της αποτυχίας της περασμένης περιόδου. Ετσι, ακόμη και ένας παίκτης από τα… κάτω ράφια παρουσιάζεται, σε συνεργασία με τον αθλητικό Τύπο που «πουλάει» με τέτοιες ειδήσεις, κάτι λιγότερο από… Μέσι.
Το ποδόσφαιρο, όμως, είναι σκληρό. Αν δεν κουμπώσεις, σε «πετάει έξω». Κι εκεί που ήρθες σαν «σωτήρας» στα ηχηρά πρωτοσέλιδα, φεύγεις σαν αποτυχημένος, με την αποχώρηση να περνάει στα μονόστηλα σε μία… βούλα.

