Χρόνια τώρα, το ποδόσφαιρο έχει εξελιχθεί παγκοσμίως σε μια τεράστια βιομηχανία παραγωγής πλούτου, με ένα τρελό χορό δισεκατομμυρίων γύρω του, ειδικά στο πιο υψηλό επίπεδο όπου μετέχουν οι πιο λαμπερές ομάδες, με τα εκατομμύρια των οπαδών και τις μεγαλύτερες προκλήσεις σε αγωνιστικό επίπεδο. Η «πίτα» είναι τεράστια, αλλά όπως συμβαίνει πάντα εκεί που ξεχειλίζει ο πλούτος, μοιράζεται σε άνισα κομμάτια. Οι πλούσιες ομάδες γίνονται ολοένα και πλουσιότερες, με τη διαφορά τους από τις υπόλοιπες, που πλέουν αναγκαστικά σε πιο ρηχά νερά, να είναι πλέον χαώδης.
Δημιουργούνται έτσι τεράστιες αποστάσεις αγωνιστικά, αφού οι πιο «βαθιές τσέπες» δίνουν σαφώς περισσότερες ευκαιρίες για τη δημιουργία ποιοτικών ρόστερ και πανάκριβων ομάδων, που έχουν συνθέσει ένα κλειστό κλαμπ όπου είναι σχεδόν αδύνατον να παρεισφρήσουν άλλοι. Ακόμα κι αν μια χρονιά βρεθούν ομάδες που με μια πορεία – φωτοβολίδα λάμψουν στα μάτια όλων, είναι πολύ δύσκολο έως αδύνατο να κρατηθούν σε αυτό το επίπεδο. Είναι ένας πολύ κλειστός κύκλος όπου ανακυκλώνονται κάθε χρόνο τα κέρδη, οι αγωνιστικές επιτυχίες και η μεγάλη προβολή, που εγγυώνται την ευημερία των μελών του σε βάθος χρόνου.
Το ζητούμενο είναι να βρεθεί μια καλύτερη ισορροπία και ένα μοντέλο διαχείρισης αυτού του πλούτου που θα δίνει ανάσες ζωής στα πιο μικρά σωματεία, τα οποία αποτελούν και τη βάση της μεγάλης πυραμίδας του παγκοσμίου ποδοσφαίρου. Χιλιάδες μικρές ομάδες, χωρίς λάμψη, ισχυρούς χρηματοδότες και μεγάλη δεξαμενή οπαδών, προσπαθούν να επιβιώσουν κάτω από δύσκολες συνθήκες, συνήθως χωρίς τη στήριξη από τις κατά τόπους ομοσπονδίες και τις μεγάλες διεθνείς συνομοσπονδίες. Η FIFA και η UEFA, για παράδειγμα, κερδίζουν κάθε χρόνο τεράστια ποσά από τις διοργανώσεις τους. Τα ποσά αυτά υποτίθεται ότι στην πλειονότητά τους δεν μένουν στα ταμεία τους, αλλά επιστρέφουν με κάποιο τρόπο στη βάση του ποδοσφαίρου, για να βοηθήσουν την ανάπτυξή του και να εγγυηθούν ότι οι πιο μικρής δυναμικότητας ομάδες θα συνεχίσουν να υπάρχουν για να λειτουργούν ισορροπητικά σε ένα πολυδαίδαλο σύστημα και να παράγουν νέους και ταλαντούχους παίκτες, για να τροφοδοτούν τις μεγαλύτερες.
Η UEFA διαχειρίζεται τις πιο δημοφιλείς ευρωπαϊκές διασυλλογικές διοργανώσεις παγκοσμίως (Champions League, Europa League, Conference League) συν τα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα που, σε επίπεδο εθνικών ομάδων, θεωρούνται οι πιο ενδιαφέρουσες ποδοσφαιρικές διοργανώσεις, μετά τα Παγκόσμια Κύπελλα. Λογικό και αναμενόμενο να έχει τεράστια έσοδα, που ξεπερνούν τα 4,4 δισ. ευρώ ετησίως. Ενα κομμάτι απ’ αυτά προορίζεται για τα λειτουργικά της έξοδα, το μεγαλύτερο, μοιράζεται στα προνομιούχα κλαμπ που μετέχουν στις λαμπερές διοργανώσεις της και ένα άλλο, σημαντικά μικρότερο αλλά καθόλου αμελητέο, πρέπει να επιστρέφει με κάποιο τρόπο στη βάση, για να βοηθήσει και εγγυηθεί την ανάπτυξη του ποδοσφαίρου, μέσω της στήριξης μικρότερων ομάδων σε οικονομικό όσο και σε επίπεδο υποδομών, φυτωρίων – εγκαταστάσεων.
Πηγαίνουν αυτά τα χρήματα εκεί που πρέπει και με τον τρόπο που πρέπει; Αυτή είναι μια μεγάλη συζήτηση που ακόμα κι αν γίνει με ανοικτά όλα τα χαρτιά, δύσκολα θα βγάλει κανείς άκρη. Είναι πάρα πολλά τα λεφτά που έχουν περάσει από τα ταμεία της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας, από τα χρόνια που η τηλεόραση και οι χορηγοί γιγάντωσαν τις διοργανώσεις και τις μετέτρεψαν, ειδικά το Champions League, σε «μηχανή κοπής χρήματος». Υπάρχουν πολλοί που υποστηρίζουν ότι τα διαχειρίζεται εποικοδομητικά, αλλά υπάρχουν και κάποιοι (πολλοί) άλλοι που πιστεύουν ότι απ’ αυτούς τους πακτωλούς των δισεκατομμυρίων ευρώ, λίγα επιστρέφουν αναλογικά στη βάση του ποδοσφαίρου, όπως θα έπρεπε.
Το τελευταίο διάστημα, έχει βγει στο προσκήνιο η νεοσύστατη Ενωση Ευρωπαϊκών Συλλόγων (UEC), η οποία υποστηρίζει ότι η UEFA πρέπει να διαμορφώσει πάνω σε νέες βάσεις τα αναπτυξιακά της προγράμματα και να επιβραβεύσει τις μικρότερες ομάδες – φυτώρια, μοιράζοντάς τους, ως κίνητρο, χρήματα για τους παίκτες που ανέδειξαν. Για τον λόγο αυτό, ζητάει από την UEFA να διαθέτει σε μόνιμη βάση κάθε χρόνο, ένα ποσοστό 5% από τα έσοδά της (ξεπερνούν τα 4,4 δισ. ευρώ), για να επιβραβεύσει όλες τις ομάδες που βοηθούν στην ανάπτυξη των αστεριών του σόου.
Η ανταμοιβή ανάπτυξης παικτών (PDR), η πρώτη σημαντική πρόταση της UEC, θα μοιράζεται μεταξύ ευρωπαϊκών συλλόγων με βάση τις συμμετοχές σε υψηλό επίπεδο, γεννώντας τα αντίστοιχα κέρδη, παικτών που αναδείχθηκαν από αυτές στα πρώτα βήματα της καριέρας τους. Είναι κάτι διαφορετικό από τα τροφεία που παίρνουν οι πρώτες ομάδες των ποδοσφαιριστών, όταν γίνονται επαγγελματίες και αρχίζουν να κάνουν μεταγραφές σε μεγαλύτερα κλαμπ. Τα τροφεία αυτά τα πληρώνουν οι σύλλογοι που αποκτούν τους παίκτες ως ένδειξη ανταμοιβής στις ομάδες που τις ανέδειξαν, που συχνά είναι ερασιτεχνικές. Η UEC ζητά τώρα να συνεισφέρει τον οβολό της και η UEFA, ώστε οι ομάδες που ανέδειξαν τους ποδοσφαιριστές, να έχουν έσοδα από τις μελλοντικές επιτυχίες τους. Αν κάποιος παίκτης φέρνει χρήματα στα ταμεία των ομάδων και της UEFA, ένα μέρος απ’ αυτά να καταλήγει κάθε χρόνο στην ομάδα που τον ανέδειξε.
Η πρόταση εξαιρεί, βεβαίως, κάποια μεγάλα κλαμπ, όπως τα 36 που μετέχουν στη League Phase του Champions League, με το σκεπτικό ότι ακόμα κι αν έχουν αναδείξει οι ίδιες παίκτες όπως π.χ. ο Λαμάλ, έχουν πληρωθεί πολύ καλά γι’ αυτό από τα τεράστια έσοδα που έχουν, μέσα από τη συμμετοχή τους στην πιο λαμπερή διασυλλογική διοργάνωση παγκοσμίως.
Εάν είχε ήδη εφαρμοστεί αυτή την περασμένη περίοδο η πρόταση της UEC, σχεδόν 1.500 ομάδες σε όλη την Ευρώπη θα είχαν λάβει από την UEFA πληρωμές PDR και οι 400 απ’ αυτές θα εισέπρατταν περισσότερα από 100 χιλ. ευρώ η καθεμία μέσα σε ένα χρόνο. Ο Αγιαξ, για παράδειγμα, ένας σύλλογος που φημίζεται για τα φυτώριά του και τους παίκτες που έχει αναδείξει διαχρονικά, θα ήταν στην κορυφή αυτού του πίνακα με έσοδα σχεδόν 5 εκατ. ευρώ μόνο για τους παίκτες που έβγαλε και αγωνίστηκαν σε άλλη ομάδα στην περίοδο 2023-24. Σάλκε, Μπάγερ Λεβερκούζεν και Σπόρτινγκ Λισαβόνας θα ήταν λίγο πιο κάτω στη λίστα αυτή με κέρδη περίπου 3,4 εκατ. ευρώ η καθεμία, ενώ η αντίστοιχη επιταγή που θα έπαιρνε η Τσέλσι θα ξεπερνούσε τα 3 εκατ. ευρώ, πάντα υπό την προϋπόθεση ότι τη χρονιά αυτή δεν θα αγωνίζονταν στο Champions League.
Στη βάση της ποδοσφαιρικής πυραμίδας, έφταναν, φυσικά, πολύ μικρότερα ποσά. Για ερασιτεχνικές ομάδες, όμως, ακόμα και τα 1.000 ευρώ είναι σημαντικά για τη λειτουργία τους, πόσο μάλλον τα πάνω από 10 χιλ. ευρώ που θα εισέπρατταν ετησίως μικρές ομάδες, από τις οποίες ξεκίνησαν παίκτες που έφτασαν να παίζουν στις μεγάλες ευρωπαϊκές διασυλλογικές διοργανώσεις. Σε λίγο πιο υψηλό επίπεδο, τα χρήματα αυτά είναι σημαντικά όταν έρχονται κάθε χρόνο και όχι μόνο μία φορά. Η χρεοκοπημένη Μπορντό, για παράδειγμα, θα εισέπραττε πέρυσι περίπου 800 χιλ. ευρώ για τον Κουντέ που ανέδειξε και τώρα παίζει στην Μπαρτσελόνα, ενώ η ιταλική Παβία που έχει ξεχάσει πότε ήταν παίκτης της ο 37χρονος Αρτσέμπι, θα έπαιρνε 300 χιλ. ευρώ ετησίως μέσα από τις επιτυχίες της Ιντερ.
Η UEC, η οποία συστάθηκε το 2023 ως αντίβαρο στην European Club Association (ECA), έχει ήδη παρουσιάσει την ιδέα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και πιστεύει ότι οι πληρωμές PDR πρέπει να συμπληρώνουν και όχι να αντικαθιστούν, τις πληρωμές «αλληλεγγύης» που κάνει η UEFA σε συλλόγους που δεν συμμετέχουν στις διοργανώσεις της. Η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία δεν εμφανίζεται αρνητική στο ενδεχόμενο να αυξήσει σημαντικά το ποσό που διανέμει κάθε χρόνο σε ομάδες που δεν αγωνίζονται στις διοργανώσεις της και δεν έχουν μερίδιο από τα υπερκέρδη τους. Το 5% επί των εσόδων της είναι ένα μεγάλο ποσό που ξεπερνάει κάθε χρόνο τα 200 εκατ. ευρώ και μέχρι τώρα διέθετε το μεγαλύτερο μέρος του ως πληρωμή «αλληλεγγύης» σε 650 συλλόγους που δεν εξασφάλισαν θέση στις μεγάλες ευρωπαϊκές διοργανώσεις, με τον καθένα τους να εισπράττει περίπου 270 χιλ. ευρώ ετησίως.
Ο κουμπαράς «αλληλεγγύης» αυξήθηκε πρόσφατα στο 7% των εσόδων της UEFA και ξεπερνά τα 310 εκατ. ευρώ ετησίως, τα οποία μοιράζονται σε εκατοντάδες ομάδες που ανήκουν στις ομοσπονδίες – μέλη της. Ουσιαστικά, η UEC ζητάει να αλλάξει ο τρόπος μοιρασιάς αυτού του ποσού με τη δημιουργία ενός μηχανισμού που να επιβραβεύει τις ομάδες με ισχυρές ακαδημίες και να ενθαρρύνει όλους τους συλλόγους να ρίξουν το βάρος τους στην ανάπτυξη ταλέντων, ώστε να έχουν μια σταθερή πηγή εσόδων όσο οι παίκτες αυτοί αγωνίζονται σε κορυφαίο επίπεδο.
Οι 108 σύλλογοι που φτάνουν στη League Phase των τριών μεγάλων διοργανώσεων της UEFA, εισπράττουν ήδη πολλά χρήματα με τη συμμετοχή τους και δεν έχουν λόγους να αντιδράσουν στην αύξηση των ποσών που μοιράζονται σε λιγότερο προνομιούχους συλλόγους. «Αναγνωρίζουμε την πρόταση. Το σύστημα αλληλεγγύης αναθεωρήθηκε με τους ενδιαφερόμενους, την Ευρωπαϊκή Ενωση Ομίλων και τα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα πριν από την έναρξη του κύκλου και τώρα βρίσκεται στον πρώτο χρόνο λειτουργίας του. Το θέμα θα τεθεί όταν έρθει η ώρα», ήταν η τοποθέτηση κορυφαίου στελέχους της UEFA σχετικά με την πρόταση αλλαγής του τρόπου διάθεσης των κονδυλίων, χωρίς να βάζει κάποιο χρονικό όριο με την αιτιολογία ότι υπάρχει νέο format για τη διεξαγωγή των διοργανώσεών της, το οποίο πρέπει να αξιολογηθεί.
Σε δηλώσεις του στο The Athletic, ο Αλεξ Μούγιο, πρόεδρος της UEC και ιδιοκτήτης της επίδοξης πρωταθλήτριας Βελγίου, Σεν Ζιλουάζ, εμφανίστηκε αισιόδοξος ότι η πρόταση θα εισακουσθεί και θα αλλάξει προς το καλύτερο η κατάσταση: «Αυτή η πολιτική έχει τη δυνατότητα να ωφελήσει πάνω από 1.400 συλλόγους, να ενθαρρύνει και να ανταμείψει την ανάπτυξη των παικτών, ενώ φέρνει αυτούς τους συλλόγους στο επίκεντρο της συζήτησης. Επιπλέον, επιδιώκει να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη ανταγωνιστική ισορροπία και ζητήματα εκπροσώπησης. Πρόκειται για μια νέα, καινοτόμο, αυτόνομη πολιτική που συμπληρώνει τον τρέχοντα μηχανισμό αλληλεγγύης που υποστηρίζει η UEFA. Πιστεύω ότι η ιδέα του PDR θα άρεσε σε όλους τους συλλόγους, συμπεριλαμβανομένων των 750 μελών του ECA».
Η UEC είναι μικρός οργανισμός και μέχρι στιγμής δεν αναγνωρίζεται επίσημα από την UEFA, μετά τα δύο χρόνια της λειτουργίας του, αλλά σίγουρα κανείς δεν μπορεί να τον αγνοήσει όταν αριθμεί μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα 140 συλλόγους από 25 χώρες, αριθμός που αυξάνεται διαρκώς τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά. Αντιπροσωπεύει κατά βάση τις μη ελίτ επαγγελματικές ομάδες σε όλη την Ευρώπη και την περασμένη εβδομάδα ενισχύθηκε με την προσθήκη 34 νέων μελών από την Αγγλία και την Ουαλία. Αντίθετα, η Ευρωπαϊκή Ενωση Ομίλων (ECA) εκπροσωπεί τα συμφέροντα των μεγαλύτερων και πλουσιότερων συλλόγων, χωρίς μέχρι στιγμής να νιώσει ότι απειλείται από τον νεοσύστατο οργανισμό, γι’ αυτό και δεν αντιδρά, φανερά τουλάχιστον, στις πρωτοβουλίες του.
Κεντρική φωτογραφία: Shutterstock

