Ζεράρ Μπουργκουέν: Ο «βασιλιάς» της κότας

Το τέλος του εκκεντρικού επιχειρηματία που με τον Γκι Ρου έκαναν μεγάλη την Οσέρ. Τα εργοστάσια, τα αεροπλάνα, τα πετρέλαια και η φιλία με τους Φιντέλ Κάστρο και Ζεράρ Ντεπαρντιέ

9' 23" χρόνος ανάγνωσης

«Ο Φιντέλ γυρίζει πάλι προς το μέρος μου: “Γιατί ήρθες στην Κούβα”, με ρωτάει. “Μα για να κερδίσετε χρήματα”, του απαντώ με αποδεικτικό τόνο, σχεδόν χαμογελώντας, και ο Φιντέλ κάνει το ίδιο: “Χαίρομαι που έρχεσαι να κερδίσεις χρήματα, έτσι θα κερδίσω περισσότερα από εσένα!”».

Αυτό είναι ένα απόσπασμα από τον πρόλογο του βιβλίου των Μισέλ Βιλάν και Φράνσις Ματέ «Ο συνεργάτης μου Φιντέλ Κάστρο», το οποίο αναφέρεται σε μια από τις εξομολογήσεις του Ζεράρ Μπουργκουέν για το πώς γνώρισε τον ιστορικό ηγέτη της Κούβας και πώς τον έκανε να ανοίξει τα σύνορά του προς τη Γαλλία. Ολα αυτά το 1979, σεζόν που η Οσέρ με την «ιερή αγελάδα» Γκι Ρου στον πάγκο, παρότι αγωνιζόταν στη Β΄ κατηγορία, έφτανε στον τελικό του Κυπέλλου Γαλλίας με την πρωταθλήτρια Ναντ. Τότε ο Μπουργκουάν, ο Βουργουνδός «βασιλιάς του κοτόπουλου» και φανατικός οπαδός της, πείστηκε πως αξίζει τον κόπο και αποφάσισε να τη στηρίξει οικονομικά, φτάνοντάς τη μέχρι τα προημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ το 1997. Με αυτόν και τον Γκι Ρου στο τιμόνι, ο μικρομεσαίος γαλλικός σύλλογος κατέκτησε ένα πρωτάθλημα Γαλλίας, τέσσερα κύπελλα, έφτασε στα προημιτελικά του κυπέλλου Κυπελλούχων, στα ημιτελικά του κυπέλλου Uefa και κατέκτησε δύο τρόπαια Ιντερτότο. Δεν το λες και λίγο.

Ο Μπουργκουάν άφησε την τελευταία του πνοή την Κυριακή σε ηλικία 85 ετών ακμαίος και δυνατός, επιστρέφοντας με το αυτοκίνητό του από το «Αμπέ Ντεσάν» βλέποντας την αγαπημένη του ομάδα να χάνει με 1-0 από το Στρασβούργο. Οπως ανακοίνωσε ο γαλλικός σύλλογος, αισθάνθηκε αδιαθεσία, σταμάτησε το αυτοκίνητό του και «έσβησε» πάνω στο τιμόνι, πιθανότατα έπειτα από επιληπτική κρίση.

«Ηταν ο Ζεράρ που όταν μου είπε την ιστορία της ομάδας με έπεισε πως αυτός ο σύλλογος ήταν διαφορετικός από τους άλλους και με έκανε να τον αγοράσω», αρκέστηκε να δηλώσει ο 63χρονος Κινέζος πρόεδρος και ιδιοκτήτης της Οσέρ Τζέιμς Ζου. Στην πραγματικότητα, ο ίδιος ο Ζεράρ ήταν διαφορετικός. Ηταν μια ηγετική φυσιογνωμία που με την εξυπνάδα της, τη διορατικότητά της και το επιχειρηματικό της μυαλό, έβγαλε την ομάδα της γενέτειράς του στην επιφάνεια και την έκανε γνωστή σε όλη την Ευρώπη.

«Ηταν ένας από τους πιο στενούς μου φίλους. Ενας από αυτούς τους ανθρώπους χωρίς τον οποίο δεν θα καταφέρναμε να κάνουμε τίποτα από αυτά που κάναμε. Ηταν ένας δυνατός χαρακτήρας και μια έντονη προσωπικότητα. Από ένα μικρό εργοστάσιο στο χωριό, έφτιαξε μια αυτοκρατορία. Με τον Ζεράρ, όλα φαίνονταν τόσο απλά. Ηταν πολύ έξυπνος στο να αποφεύγει τις συγκρούσεις και είχε την τέχνη να παίρνει τους πάντες με το μέρος του», ήταν τα λόγια του περίλυπου Γκι Ρου.

Το άνοιγμα των «φτερών»

Γιος ενός κρεοπώλη, γεννήθηκε στο Σαγιέ, ένα χωριό περίπου 40 χιλιόμετρα μακριά από το Οσέρ, και σε ηλικία 26 ετών έκανε εκεί το πρώτο του εργοστάσιο κοπής πουλερικών, το «La Chaillotine». Αυτοδίδακτος, δημιούργησε μια αγροδιατροφική αυτοκρατορία, την BSA (Bourgoin SA), με 30 εργοστάσια πουλερικών, 6.600 υπαλλήλους και το μεγαλύτερο συγκρότημα σφαγείων στον κόσμο στη Βρετάνη. Με την εξαγορά πολλών εταιρειών, η BSA έγινε ο πρώτος παγκόσμιος ηγέτης φρέσκων πουλερικών με το 30% της εθνικής παραγωγής και ακαθάριστα έσοδα 6,5 δισ. φράγκων

Το 1988 έβγαλε στην αγορά το πρώτο τυποποιημένο πιστοποιημένο κοτόπουλο, το οποίο είχε τεράστια επιτυχία σε πωλήσεις σε όλο τον κόσμο και θα του χάριζε το παρατσούκλι «βασιλιάς του κοτόπουλου».

Φορούσε κυρίως ένα λευκό πουκάμισο ορθάνοιχτο με μια μεγάλη χρυσή αλυσίδα. Τα στελέχη της εταιρείας που τον συνόδευαν στα επαγγελματικά του ταξίδια, τα λεγόμενα «Bourgoin boys», φορούσαν επίσης λευκά πουκάμισα και στον λαιμό τους αλυσίδες. Ηταν συναρπασμένα από το αφεντικό τους σε σημείο να αντιγράφουν το βλέμμα και τη συμπεριφορά του. Ο «Big One», όπως τον ονόμασαν οι υπάλληλοί του, πετούσε τότε από επιτυχία σε επιτυχία, χτίζοντας εργοστάσια αριστερά, δεξιά.

Οι ωραίες και οι μοιραίες πτήσεις

Ο «χασάπης», όπως τον αποκαλούσαν οι ποδοσφαιρικοί ανταγωνιστές του, μαζί με τον πρόεδρο Κλοντ Αμέλ και τον Γκι Ρου, που είναι πια και ο μοναδικός επιζών, ήταν η τριάδα που έκανε την Οσέρ σπουδαία. Χάρη στις πιλοτικές του ικανότητες και το ιδιωτικό του Φάλκον τζετ, το οποίο συχνά οδηγούσε ο ίδιος, επέτρεπε στους παίκτες της Οσέρ να ταξιδεύουν με τις καλύτερες συνθήκες και να κερδίζουν χρόνο αποθεραπείας μεταξύ των αγώνων. Παράλληλα όμως κέρδιζε χρόνο και στις μεταγραφές, όπως αυτή του Λοράν Μπλαν, όταν πιλοτάροντας ο ίδιος πέταξε για την Αβινιόν με τον Γκι Ρου, διαπραγματεύτηκαν μαζί του και επέστρεψαν όλοι μαζί στο Οσέρ έχοντας αποσπάσει την υπογραφή του πρώην διεθνή άσου. «Εχω χάσει το μέτρημα των ωρών που έχω πετάξει με το αεροπλάνο του για να πάρω την ομάδα, να επιβλέπω παίκτες, να στρατολογώ παίκτες και ούτω καθεξής», είπε ο Γκι Ρου.

Το 1979 δημιούργησε την αεροπορική εταιρεία «Chaillotine Air Service» με έδρα το αεροδρόμιο του Οσέρ που θα χρησίμευε για τη σύνδεση των 5 εργοστασίων του στη Γαλλία, ενώ το 1985 απέκτησε το δικό του αεροδρόμιο στο Σαγιέ, 300 μέτρα από τα πτηνοτροφεία του, με ένα υπόστεγο για τη συντήρηση των 23 αεροσκαφών της εταιρείας του.

Μεταξύ 1988 και 1996, η εταιρεία υπέστη τέσσερα ατυχήματα, με αποτέλεσμα έντεκα θανάτους και έναν τραυματισμό (4 αεροπλάνα καταστράφηκαν). Ανάμεσα σε αυτούς και του 29χρονου γιου του Πατρίκ, κάτι που δεν ξεπέρασε ποτέ. Ο ίδιος γλίτωσε από θαύμα όταν το Φάλκον που οδηγούσε συγκρούστηκε με ένα Boeing 727 στο αεροδρόμιο της Μαδρίτης το 1996.

«Θα με χώνευε ένα λιοντάρι…»

Πάθος της τριάδας της Οσέρ, το κυνήγι. Μαζί τους ο Ζεράρ Ντεπαρντιέ, που έμελλε να γίνει στενός φίλος του Μπουργκουάν και μετέπειτα ένας από τους πιο πιστούς οπαδούς της Οσέρ. Οι δύο άντρες γνωρίστηκαν μέσω ενός κοινού φίλου, σε ένα εστιατόριο στη Βαλενσιέν και δεν αποχωρίστηκαν ποτέ.

«Επί είκοσι χρόνια, είχαμε τη συνήθεια να συζητάμε βράδια ολόκληρα για τα πάντα», έχει εκμυστηρευθεί ο μεγάλος ηθοποιός, που δεν άγγιζε όπλο. Ακολουθούσε όμως, γιατί του άρεσε η παρέα τους και κυρίως αυτής του Μπουργκουάν. Τους ένωσε η λαϊκή τους καταγωγή, η αγάπη τους για το φαγητό, το μαγείρεμα και το «Chablis», ένα εξαιρετικό άσπρο κρασί που παράγεται στην περιοχή της Οσέρ.

Στην επιστροφή ενός από τα περιπετειώδη ταξίδια τους που τους οδήγησε στην Αφρική να κυνηγούν λιοντάρια, ο Ντεπαρντιέ είχε εξομολογηθεί –ίσως και με δόση υπερβολής– στον τερματοφύλακα της ομάδας Λιονέλ Σαρμπονιέ πως «αν δεν ήταν ο φίλος μου ο Μπουργκουάν, αυτή τη στιγμή θα με χώνευε ένα λιοντάρι, Λιο μου…».

Αυτή η φιλία έμελλε να γίνει ο συνδετικός κρίκος της γνωριμίας του Μπουργκουάν με τον Φιντέλ Κάστρο. Στα τέλη της δεκαετίας του ’90 κι ενώ ξεκινούσε η πτώση της αυτοκρατορίας του, ο Ντεπαρντιέ τού πρότεινε να τον ακολουθήσει στην Αβάνα για να του γνωρίσει τον αντισυμβατικό ηγέτη, με τον οποίο συνδεόταν με μακροχρόνια φιλία. Ο ίδιος ο Κάστρο δήλωνε φανατικός θαυμαστής της Μπριζίτ Μπαρντό και του Ζεράρ Ντεπαρντιέ, ο οποίος επαιρόταν πως είχε τον τρόπο να τον κάνει να τον ακούει.

Αυτή τη φορά η δουλειά δεν είχε να κάνει με πρωταγωνιστικούς ρόλους στο σινεμά αλλά με μπίζνες, και ο Μπουργκουάν του ήταν απαραίτητος.
Το σχέδιο ήταν ο Μπουργκουάν να προμηθεύει την Κούβα με τρόφιμα, με αντάλλαγμα μερίδιο σε μια επιχείρηση εξόρυξης πετρελαίου. Η ιδέα είχε καρφωθεί στο μυαλό του Ντεπαρντιέ επί πολλά χρόνια και είχε αποφασίσει να «παίξει» σχεδόν όλη του την περιουσία επενδύοντας, μέσω του φίλου του, στα κουβανικά πετρέλαια.

Κι αυτό παρά το γεγονός πως σε τέσσερις κύκλους ερευνών για πετρέλαια που έγιναν από το 1992 έως το 1997 στην Κούβα δεν βρέθηκε ούτε σταγόνα. Η νέα αναζήτηση ξεκίνησε στις 9 Δεκεμβρίου του 1998 και διήρκεσε σχεδόν έναν χρόνο, με τα ίδια αποτελέσματα. Οπως λέγεται, στα τηλεφωνήματά του προς τον Κάστρο και στα αγωνιώδη ερωτήματά του «τι γίνεται με τα πετρέλαια», η απάντηση που έπαιρνε ήταν «προχωράμε».

Ο αστικός μύθος αναφέρει πως ο Κάστρο γνώριζε την αλήθεια και απλώς είχε πιάσει κορόιδο τον Ντεπαρντιέ, παίρνοντας αυτός εκείνο που ήθελε. Αλλωστε ακόμη και μέχρι σήμερα, ο κύριος προμηθευτής πετρελαίου της Κούβας είναι η Βενεζουέλα. Αυτό αποτέλεσε και την απαρχή μιας παράδοξης φιλίας ανάμεσα στον μαρξιστή-λενινιστή ηγέτη και τον εκκεντρικό καπιταλιστή ιδιοκτήτη της Οσέρ, που κράτησε μέχρι τον θάνατο του Κάστρο.

Τα δάνεια των τραπεζών, η κακοδιαχείρηση και η νόσος των «τρελών αγελάδων» ήταν μερικές μόνο από τις αιτίες που τα χρέη άρχισαν να γίνονται θηλιά, με αποτέλεσμα η BSA, την οποία διοικούσε με την κόρη του Κορίν, να κηρύξει πτώχευση τον Αύγουστο του 2000.

Τη διετία (2000-2002) διετέλεσε και πρόεδρος της Εθνικής Ποδοσφαιρικής Λίγκας (πρώην LFP) προτού τον διαδεχθεί ο Φρεντερίκ Τιριέζ. Σε μια περίοδο που οι «τρικολόρ» προσπαθούσαν να ανταγωνιστούν το αγγλικό, το ισπανικό και το γερμανικό πρωτάθλημα, η γαλλική Λίγκα υπό την καθοδήγησή του δεν τα κατάφερε, «προδομένη» από παραγοντικές έριδες και έντονες διαφωνίες. Από το 2011 έως το 2013 ανέλαβε και την προεδρία της Οσέρ, όταν και βίωσε έναν υποβιβασμό στη Β κατηγορία. Ενθυμούμενος το νταμπλ το 1996 σε μια συνέντευξή του το 2015 είχε πει: «Περισσότερο από τις ατομικές επιδόσεις και επιτυχίες των παικτών, η πιο έντονη ανάμνησή μου ήταν τα χαρούμενα πρόσωπα των ανθρώπων. Ημουν ευτυχισμένος για τους φιλάθλους. Αλλά και για τον Γκι Ρου».

Από το 1983 έως το 2014 διετέλεσε δήμαρχος του Σαγιέ, το 1994 είχε εκλεγεί στο δημοτικό συμβούλιο της Ιον, αλλά στις επόμενες εκλογές του 1997 απέτυχε. Για έναν χρόνο ήταν επικεφαλής του Εθνικού Κέντρου Ανεξάρτητων και Αγροτών (CNI), πριν παραιτηθεί τον Μάρτιο του 2000.

Από το 2013 έως το 2018 βρισκόταν μεταξύ Γαλλίας και Κονγκό, όπου διατηρούσε μετοχές σε πετρελαϊκή εταιρεία.

Ερανος για τον Σισέ

Η ποδοσφαιρική λατρεία του Μπουργκουάν ήταν μία και άκουγε στο όνομα Τζιμπρίλ Σισέ. Ο πρώην επιθετικός του Παναθηναϊκού, που φόρεσε τη φανέλα της Οσέρ το διάστημα 1998-2004, φτιάχνοντας εκεί το ποδοσφαιρικό του όνομα και παίρνοντας μετέπειτα μεταγραφή για τη Λίβερπουλ, τον είχε αναγκάσει να προβεί σε μια κίνηση που ακόμη μνημονεύεται.

Τον Δεκέμβριο του 2011 κι ενώ ο Σισέ είχε μετακομίσει από τους «πράσινους» στη Λάτσιο με απολαβές 2,1 εκατ. ευρώ, χωρίς όμως να έχει την ίδια επιτυχία, έριξε την ιδέα να επιστρατεύσει τα… πορτοφόλια των οπαδών της ομάδας προκειμένου να τον επαναφέρει. Κοινώς δηλαδή να γίνει έρανος για να γυρίσει ο Σισέ στην ομάδα.

«Εχω μία καλή ιδέα, αλλά δεν ξέρω αν προλαβαίνουμε. Σκέφτομαι να τοποθετήσω μία ταμπέλα στην είσοδο του γηπέδου και να ζητήσω από 15.000 οπαδούς να πληρώσουν από εκατό ευρώ ο καθένας, για να συγκεντρώσουμε το ποσό που απαιτείται για να πληρώσουμε τον Σισέ», είχε πει, προκαλώντας ποικίλες αντιδράσεις, με τους οργανωμένους πάντως να στέκονται απέναντι, απαντώντας του πως οι οπαδοί δεν είναι φιλανθρωπικό ίδρυμα και πως αυτό είναι δουλειά της διοίκησης.

Τελικά ο Σισέ επέστρεψε στα γνώριμα λημέρια του το 2023, όταν στο πλαίσιο της απόκτησης προπονητικού διπλώματος εντάχθηκε στο τεχνικό τιμ έχοντας ενεργό ρόλο στην προπόνηση των επιθετικών της πρώτης αλλά και της δεύτερης ομάδας.
Πριν από λίγες ημέρες φωτογραφηθήκαν μαζί στο περιθώριο του αγώνα με την Μαρσέιγ, όταν ο Σισέ τιμήθηκε από τον σύλλογο και αποθεώθηκε από το κοινό.

Ο Μπουργκουάν δεν δίστασε ποτέ στη ζωή του να κάνει ακροβατικά. Ηταν ένας καουμπόης, ένας μεγάλος πωλητής και ένας άνθρωπος της δράσης. Εζησε για πολύ καιρό σε ένα τεράστιο σπίτι όπου σκαμμένο στη μέση του σαλονιού στεκόταν το κρεοπωλείο του. Μεγαλομανής, απασχολούσε τους φιλάθλους επειδή κυνηγούσε πάπιες στην Κούβα με τον Κάστρο, αλλά και για τα πάρτι του στο Σεν Τροπέ με τον Ντεπαρντιέ ταξιδεύοντας με το ιδιωτικό του τζετ. Πέρα και πάνω από όλα όμως ήταν ο χαρακτήρας που γοήτευε και σαγήνευε τις πολιτικές και οικονομικές δυνάμεις της Γαλλίας, σε μια εποχή που το είχαν ανάγκη.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT