Θα μπορούσε να είναι η ερώτηση του 1 εκατ. ευρώ στο «Ποιος θέλει να γίνει εκατομμυριούχος;». Πως γίνεται μια ομάδα να έχει ξοδέψει σχεδόν 110 εκατ. ευρώ για δύο σέντερ φορ, αλλά στο τελευταίο της παιχνίδι για την Premier League να μην παίζει κανείς τους και στην κορυφή της επίθεσης να βρίσκεται ένας μεσοεπιθετικός.
Βέβαια, εδώ και χρόνια, είναι πολύ δύσκολο να κατανοηθούν (ακόμα και από τους οπαδούς της) τα όσα συμβαίνουν στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, η οποία, παρά την άφιξη του Ρούμπεν Αμορίμ, βρίσκεται στη 13η θέση της βαθμολογίας και αρκετά μακριά από τις θέσεις που δίνουν ευρωπαϊκό εισιτήριο.
Δεν έχουν περάσει παρά δύο χρόνια, όταν το Μάιο του 2023 σε μια εκδήλωση με τιμώμενο πρόσωπο τον Ολε Γκούναρ Σόλσκιερ, ο Νορβηγός πρώην λατρεμένος της κερκίδας, εμφανώς στεναχωρημένος προσπαθούσε να εξηγήσει ότι τα πράγματα στο «Ολντ Τράφορντ» θα μπορούσαν να είναι τελείως διαφορετικά. Πριν αναλάβει τις τύχες των «κόκκινων διαβόλων», όταν βρισκόταν ακόμα στο τιμόνι της Μόλντε, ο Σόλσκιερ είχε ενημερώσει ότι είχε έναν νεαρό επιθετικό που, όπως πίστευε, θα γινόταν ένας από τους μεγαλύτερους σκόρερ. «Ήρθα σε επαφή με τη Γιουνάιτεντ επειδή είχαμε αυτόν τον ταλαντούχο παίκτη που θα έπρεπε να κάνουν δικό τους», δήλωσε ο Σόλσκιερ. «Αλλά δεν με άκουσαν, δυστυχώς. Τέσσερα εκατομμύρια ζήτησα. Αλλά δεν τον υπέγραψαν ποτέ. Τέσσερα εκατομμύρια! Μην ρωτάτε (πού βρίσκεται τώρα). Είναι πολύ καλός…»
Oπως μπορεί να γίνει άμεσα κατανοητό, ο Σόλσκιερ είχε προτείνει στην Γιουνάιτεντ τον Ερλινγκ Χάαλαντ, που ήταν τότε 17 ετών. Ο Ζοζέ Μουρίνιο ήταν τότε προπονητής της Γιουνάιτεντ. Ο Εντ Γούντγουορντ ήταν ο διευθύνων σύμβουλος και, για λόγους που δεν έχουν ακόμη εξηγηθεί πλήρως, η Γιουνάιτεντ επέλεξε να μην υπογράψει τον παίκτη που στη συνέχεια κατέρριψε κάθε είδους ρεκόρ σκοραρίσματος με τα χρώματα της Μάντσεστερ Σίτι. Εκείνη τη βραδιά, ο Σόλσκιερ, δεν χρειάστηκε να πει περισσότερα. Το πρόσωπό του τα έλεγε όλα: «Όχι, ούτε εγώ μπορώ να το πιστέψω, ότι κανείς δεν με άκουσε…».
Ίσως βέβαια τα πράγματα να μην ήταν τόσο τραγικά στον σύλλογο, αν είχε εξελιχθεί διαφορετικά η σχέση του με τον Μάρκους Ράσφορντ, που συνεχίζει στην Αστον Βιλα, χωρίς να μπορέσει να αναδειχτεί τελικά στον ηγέτη που θα έπαιρνε στις πλάτες του την ομάδα και θα την έβγαζε από τον βούρκο στον οποίο έχει κολλήσει χρόνια τώρα. Ισως επίσης η ιστορία να είχε γραφεί διαφορετικά, αν ο Μέισον Γκρίνγουντ, δεν είχε βρεθεί κατηγορούμενος για σεξουαλική κακοποίηση και τώρα βρισκόταν ακόμα στο «Ολντ Τράφορντ» και όχι στο «Βελοντρόμ» με τη φανέλα της Μαρσέιγ.
Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι ότι η Γιουνάιτεντ παλεύει για βαθμούς στη 13η θέση, έχει μόλις επτά γκολ στα τελευταία οκτώ παιχνίδια της στην Premier League, και μόλις 28 σε 24 αγωνιστικές στο πρωτάθλημα. Δηλαδή,
ακριβώς τα μισά από όσα έχει η Λίβερπουλ που οδηγεί την κούρσα και αυτή τη στιγμή έχει τον πρώτο λόγο για την κατάκτηση του τίτλου. Μόνο τέσσερις ομάδες – οι τρεις τελευταίες Λέστερ, Ίπσουιτς και Σαουθάμπτον, καθώς και η 16η Έβερτον – έχουν λιγότερα γκολ από την Γιουνάιτεντ.
Βέβαια, η δυσχέρεια στο σκοράρισμα δεν είναι κάτι νέο, αν αναλογιστεί κανείς ότι στις 11 πλήρεις σεζόν μετά την αποχώρηση του σερ Άλεξ Φέργκιουσον, η Γιουνάιτεντ έχει κατά μέσο όρο 61,2 γκολ. Για να καταλάβει κάποιος τη διαφορά, η ομάδα που τερμάτισε πρωταθλήτρια σε κάθε μία από αυτές τις σεζόν έχει πετύχει κατά μέσο όρο 89,6 γκολ. Η Μάντσεστερ Σίτι έφτασε τα 106 μια σεζόν, καθώς και τα 102, δύο φορές, και τις τρεις τελευταίες σεζόν τα 96, 94 και 99. Η Γιουνάιτεντ, μετά τον Φέργκιουσον, έχει φτάσει πάνω από τα 70 μόνο μια φορά.
Δυστυχώς, για τον Ρούμπεν Αμορίμ, αυτό γίνεται ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα όταν ο σημερινός προπονητής της Γιουνάιτεντ, όπως και πολλοί άλλοι, έχει σαφώς αμφιβολίες για το αν οι δύο παίκτες που αποκτήθηκαν πριν από την άφιξή του για να διορθώσουν την κατάσταση είναι κατάλληλοι για έναν σύλλογο με τις φιλοδοξίες της Γιουνάιτεντ.
Ο Ράσμους Χέιλουντ έχει πετύχει 12 γκολ σε 49 συμμετοχές στην Premier League από τότε που πήρε μεταγραφή από την Αταλάντα, έναντι 72 εκατομμυρίων λιρών, πριν από δύο καλοκαίρια. Ο Τζόσουα Ζίρκζεϊ, ο οποίος κόστισε 36,5 εκατ. λίρες από την Μπολόνια, έχει σκοράρει τρεις φορές στην πρώτη του σεζόν στο «Ολντ Τράφορντ». Αυτά ίσως εξηγούν το γεγονός ότι ο Αμορίμ προτίμησε τον Κόμπι Μαϊνού, έναν 19χρονο μέσο, ως «ψευτοεννιάρι» στην εντός έδρας ήττας με 2-0 από την Κρίσταλ Πάλας στο τελευταίο παιχνίδι για το πρωτάθλημα. Το πείραμα όμως δεν λειτούργησε όπως θα ήθελε ο Πορτογάλος τεχνικός…
Ο Αμορίμ ρωτήθηκε την περασμένη εβδομάδα αν θα ήταν ενοχλητικό γι’ αυτόν, σε ένα τέτοιο σκηνικό, αν ο Ράσφορντ ανταποκρινόταν στον δανεισμό του στην Άστον Βίλα με έναν καταιγισμό τερμάτων. «Ταπεινωτικό;» απάντησε ο Αμορίμ. «Δεν είναι ντροπιαστικό. Όταν δανείζεις έναν παίκτη… περιμένεις να παίξει και να βελτιωθεί, οπότε δεν υπάρχει τίποτα εξευτελιστικό εκεί». Η απάντηση του Αμορίμ ήταν σωστή, ωστόσο εξακολουθεί να είναι τουλάχιστον περίεργο το γεγονός ότι οι όροι της συμφωνίας δανεισμού του σημαίνουν ότι η Γιουνάιτεντ θα συνεχίζει να πληρώνει Ράσφορντ μια μικρή περιουσία (η Αστον Βίλα χρηματοδοτεί το μεγαλύτερο μέρος του μισθού του, αξίας περίπου 325.000 λιρών την εβδομάδα) για να παίζει σε έναν άλλο σύλλογο, πιο ψηλά στην Premier League, με σαφώς περισσότερες πιθανότητες να εξασφαλίσει ευρωπαϊκό εισιτήριο.
Σε αυτό μπορεί να προστεθεί και η πρόσφατη αποκάλυψη ότι η Γιουνάιτεντ είχε εξετάσει σοβαρά προς το τέλος της περασμένης σεζόν το ενδεχόμενο να φέρει τον Ντάνι Γουέλμπεκ πίσω στο «Ολντ Τράφορντ», 10 χρόνια μετά την πώλησή του στην Άρσεναλ.
«Eδωσα σε όλους τους παίκτες την ευκαιρία να με πείσουν για τις ικανότητές τους», είχε δηλώσει τότε ο Λουίς φαν Γκάαλ. «Ναι, ο Ντάνι Γουέλμπεκ ήταν εδώ από τα εννέα του χρόνια… αλλά δεν έχει το χάρισμα του Ρόμπιν Φαν Πέρσι ή του Γουέιν Ρούνεϊ, που είναι τα πρότυπα», πρόσθεσε ο Ολλανδός τεχνικός όταν του έδειχνε την πόρτα της εξόδου. Με άλλα λόγια δεν ήταν αρκετά καλός και ίσως αυτός να μην ήταν και εξωφρενικός ισχυρισμός, δεδομένου ότι το ρεκόρ του Γουέλμπεκ στη Γιουνάιτεντ ήταν 29 γκολ σε 142 παιχνίδια. Μια δεκαετία μετά, λοιπόν, τι μπορούσε να κάνει τους ανθρώπους της Γιουνάιτεντ να πιστεύουν ότι ο 33χρονος πλέον Γουέλμπεκ, που παίζει στην Μπράιτον, θα μπορούσε να είναι ο παίκτης που θα έδινε λύση στο επιθετικό αδιέξοδο.
Η Γιουνάιτεντ, προσπάθησε από τη μέρα που ο Φέργκιουσον έφυγε οριστικά από το «Ολντ Τράφορντ» να πάρει παίκτες που θα έκαναν ξεκάθαρα τη διαφορά στην επίθεση και θα κρατούσαν την ομάδα στην κορυφή, εκεί δηλαδή όπου είχε μάθει να ζει με τον Σκωτσέζο τεχνικό στο τιμόνι της. Ρανταμέλ Φαλκάο, Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς, Έντινσον Καβάνι και Κριστιάνο Ρονάλντο (που επέστρεψε) αποτέλεσαν τις κινήσεις του Γούντγουορντ. Ολοι τους «βαριά χαρτιά», κάποιοι όμως από αυτούς σε λίγο… τσιμπημένη ποδοσφαιρική ηλικία.
Η άλλη όψη του νομίσματος ήταν κινήσεις όπως ο Μέμφις Ντεπάι, Αντονί Μαρσιάλ και Ρομέλου Λουκάκου, που αποκτήθηκαν με την ελπίδα ότι ήταν αρκετά νέοι και αρκετά ταλαντούχοι για να διαμορφώσουν το μέλλον του συλλόγου για πολλά χρόνια. Και μετά υπήρχαν κινήσεις που έμοιαζαν με πράξεις απελπισίας. Ο δανεισμός του Βάουτ Βέχορστ από την Μπέρνλεϊ ήταν μία από αυτές και ο Οντιόν Ιγκαλό μια άλλη, όταν αποκτήθηκε από τη Shanghai Shenhua της κινεζικής Super League.
Τα αποτελέσματα ήταν στην καλύτερη περίπτωση ανάμεικτα. Ο Λουκάκου και ο Μαρσιάλ είχαν και οι δύο τις στιγμές τους, έστω κι αν δεν τους θυμάται το κοινό του «Ολντ Τράφορντ» με ιδιαίτερη αγάπη. Ο Ιμπραΐμοβιτς είχε την αποδοχή και τον σεβασμό των οπαδών. Ο Καβάνι έβγαλε κάποιες σποραδικές λάμψεις και, όσο άσχημα κι αν τελείωσε με τον Ρονάλντο, αξίζει να σημειωθεί ότι πέτυχε 18 γκολ στην Premier League την περίοδο 2021-22, πίσω μόνο από τους Μοχάμεντ Σαλάχ και Σον Χιουνγκ Μιν στη λίστα των πρώτων σκόρερ.
Τελικά, όμως, πόσοι από αυτούς τους παίκτες ήταν στο επίπεδο του Φαν Πέρσι ή του Ρούνεϊ, αν, για να δανειστούμε την ατάκα του Φαν Γκάαλ, αυτοί πρέπει να είναι το πρότυπο; Ποιος πλησίασε έστω και στο ελάχιστο; Ο Ρονάλντο ήταν 36 ετών όταν ξεκίνησε τη δεύτερη θητεία του στο «Ολντ Τράφορντ» και, κατά καιρούς, αυτό φάνηκε στο παιχνίδι του. Ο Ιμπραΐμοβιτς ήταν 34, ο Καβάνι 33. Ο Φαλκάο ήταν 28 ετών όταν υπέγραψε με τη μορφή δανεισμού για όλη τη σεζόν από τη Μονακό, αλλά ήταν τόσο εκτός φόρμας που η Γιουνάιτεντ επέλεξε να μην ενεργοποιήσει την οψιόν αγοράς του 43,5 εκατ. λιρών.
Το πραγματικό πρόβλημα εδώ για τη Γιουνάιτεντ είναι ότι όλα αυτά αποτελούν μέρος ενός ευρύτερου λανθασμένου σχεδιασμού στις μεταγραφές. Και ο Χάαλαντ; Τα τελευταία χρόνια, πολλοί οπαδοί της Γιουνάιτεντ προσπάθησαν να πείσουν τους εαυτούς τους, ότι δεν θα ήθελε ούτως ή άλλως να μετακομίσει στο «Ολντ Τράφορντ», καθώς ο πατέρας του, Αλφι, αγωνιζόταν στη Σίτι και Ρόι Κιν στην Γιουνάιτεντ, όταν εσκεμμένα τον τραυμάτισε και ουσιαστικά του έκοψε το ποδόσφαιρο.
Ο Σόλσκιερ, όμως, σκέφτηκε διαφορετικά όταν ήρθε σε επαφή με την πρώην ομάδα του για να τους ενημερώσει ότι ο έφηβος Χάαλαντ ήταν διαθέσιμος με σχετικά χαμηλό ποσό και ότι θα ήταν ανόητο να μην κάνουν κάτι γι’ αυτό.
Υποθετικό τώρα, ίσως, αλλά σκεφτείτε μόνο πόσα γκολ θα μπορούσε να είχε βάλει ο Χάαλαντ με τα χρώματα της Γιουνάιτεντ. Προφανώς, ο ίδιος διανύει μια κακή σεζόν. Κι όμως, είναι ακριβώς πίσω από τον Σαλάχ, στη λίστα των πρώτων σκόρερ της Premier League. Την περασμένη σεζόν, υποτίθεται ότι ήταν πάλι κακός – την ίδια σεζόν που κέρδισε το δεύτερο διαδοχικό του Χρυσό Παπούτσι.
Ο Σόλσκιερ θα μείνει με το παράπονο και οι οπαδοί της Γιουνάιτεντ με την αγωνία να δουν κάποια στιγμή στην ομάδα τους έναν φορ που θα μπορέσει –επιτέλους- να σπάσει την κατάρα και να τραβήξει το κάρο από την λάσπη…

