«Σέρτζι, μου ζητούν να σου πω δυο λόγια. Θα πουν για τους τίτλους, για το τι έχεις πετύχει κλπ… Αλλά εσύ και εγώ ξέρουμε ότι σύντομα θα γίνεις προπονητής και θα σε περιμένω στον πάγκο. Ομως εκεί ξέρεις ότι θα σε νικήσω, ότι θα σου πάρω την μπάλα, ότι θα σημαδέψω τον κεντρικό σου αμυντικό. Σου στέλνω ένα μεγάλο φιλί, ελπίζω να πας προπονητής στην Μπαρτσελόνα»!
Το συγκεκριμένο βιντεοσκοπημένο μήνυμα του Πεπ Γκουαρδιόλα που είχε προβληθεί στο «Καμπ Νόου» στον αποχαιρετισμό του Σέρχιο Μπουσκέτς τον Ιούνιο του 2023, έκρυβε εκτός από την εκτίμηση του τεχνικού της Σίτι στον πρώην ποδοσφαιριστή του και αρκετή δόση υπεροψίας. Ο Καταλανός προπονητής σε μια περίοδο που σάρωνε τα πάντα με τους «Πολίτες» πραγματικά θα ήθελε να δει τον συμπατριώτη του στον πάγκο των «Μπλαουγκράνα» αφού αυτομάτως θα έμπαιναν σε διαδικασία σύγκρισης. Αλλωστε για τους περισσότερους θεωρείται δημιούργημά του. Ίσως το κορυφαίο. Ολοι τους θα είχαν την περιέργεια να δουν αν έχει αποκομίσει κάτι προπονητικά από τον μέντορά του.
Ομως ο «Σέρτζι» δεν ένιωθε έτοιμος να τα παρατήσει. Ακολούθησε τον «κολλητό» του Λίο Μέσι στην άλλη μεριά του Ατλαντικού και στην Ιντερ Μαϊάμι -και καλά έκανε- αφού στα 36 του πια, οι πιο χαλαρές απαιτήσεις του MLS συμβαδίζουν με τα θέλω του. Στις ΗΠΑ βγάζει όλο το απόσταγμα των σπάνιων προσόντων του, την ίδια ώρα που ο Πεπ περνάει ένα μαρτύριο που δεν θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί.
Κι αυτή η δόση υπεροψίας, σχεδόν δύο χρόνια μετά, μετατράπηκε μάλλον σε μια κίνηση απόγνωσης προκειμένου ο Γκουαρδιόλα να σώσει ότι σώζεται σε Premier League και Champions League.
Αυτή τη φορά το μήνυμα δεν ήταν βιντεοσκοπημένο αλλά ζωντανό και ιδιαίτερα παρακλητικό. «Σέρτζι έλα στη Σίτι» του είπε ορθά κοφτά. Όχι, ο Γκουαρδιόλα δεν ήθελε τον Μπουσκέτς για βοηθό στον πάγκο, αλλά για παίκτη που θα του έδινε έξτρα βοήθεια στη μεσαία γραμμή. Μετά τον τραυματισμό του Ρόδρι, τίποτα δεν του πάει καλά, η ομάδα σπάει το ένα αρνητικό ρεκόρ μετά από το άλλο και οι εφιάλτες πληθαίνουν.
Αν και βαθιά μέσα του γνώριζε πως η απάντηση που θα πάρει θα ήταν αρνητική, το επιχείρησε. Αλλωστε στο μυαλό του, αυτός ήταν ο μόνος που θα μπορούσε να αντικαταστήσει επάξια το κενό του Ρόδρι, ακόμη και τώρα. Σε αυτή την ηλικία.
Η απλότητα και των δύο στο παιχνίδι τους, πασάροντας την μπάλα με μία επαφή στο κατάλληλο πόδι των συμπαικτών τους, μα πάνω απ΄όλα η συνέπεια και η διορατικότητα τους, είναι αυτά που κάνουν τον Γκουαρδιόλα να τους θεωρεί ασύγκριτους. Λες και είναι στο μυαλό του, κάνουν αυτά που ζητά, είναι τα μάτια και το μυαλό του μέσα στο γήπεδο.
Και όντως, στο ερώτημα αν επιθυμεί να αποκτηθεί ως δανεικός μέχρι τέλος της σεζόν για να βοηθήσει την κατάσταση, μπαίνοντας στην «αρένα» της Premier League, συνάντησε την ευγενική άρνηση του. Κάπως έτσι η Σίτι κατέληξε τελικά στην λύση του Νίκο Γκονζάλες, την τελευταία ημέρα των μεταγραφών.
«Μίστερ, αυτόν θέλω…»
Αγωνιζόμενος ακόμη και σε χωμάτινα γήπεδα με την τρίτη ομαδα της Μπαρτσελόνα, ο Μπουσκέτς έμπαινε αρκετές φορές στα γεμάτα από σταρ αποδυτήρια της πρώτης ομάδας. Εκεί αποδέχθηκε την πρόσκληση -πρόκληση να συμμετάσχει για πρώτη φορά στο «Ρόντο», την προπόνηση σήμα κατατεθέν των «μπλαουγκράνα», που απαιτεί αίσθηση και μοίρασμα της μπάλας με ταχύτητα και με ακρίβεια.
Στο τέλος της άσκησης, ο Μέσι πήγε στον Γκουαρδιόλα και δεν δίστασε να του ψιθυρίσει: «Μίστερ, θέλω αυτόν μαζί μου στα Ρόντος». Το καλύτερο κοπλιμέντο. Από τότε, κανείς δεν αμφισβήτησε τον «Μπούσι» όπως άρχισαν να τον φωνάζουν στα αποδυτήρια, σε σημείο που ο ομοσπονδιακός προπονητής Βιθέντε Ντελ Μπόσκε να πει πως «βλέπεις το παιχνίδι και δεν βλέπεις πουθενά τον Μπουσκέτς. Βλέπεις τον Μπουσκέτς και δεν χρειάζεται να δεις το παιχνίδι, αφού το έχεις καταλάβει όλο».
Η ιστορία του 36χρονου μέσου, σε κάθε περίπτωση, μπορεί να γίνει ευκολότερα κατανοητή αν κάποιος κοιτάξει την καταγωγή του, το Θιουτάτ Μπαντία, μια περιοχή στα προάστια της Βαρκελώνης όπου κυριαρχούν σπίτια της εργατικής εστίας.
Ποδοσφαιριστής από κούνια, πήγαινε στους αγώνες με τον παππού του, Χουάν, γιατί ο πατέρας του Κάρλες, ήταν τερματοφύλακας της Μπάρτσα αν και βρισκόταν στη σκιά του Θουμπιθαρέτα. Ένας ξεχωριστός τερματοφύλακας, που έπαιζε φορώντας μακριές φόρμες, με την εφημερίδα «L’Equipe» να τον χαρακτηρίζει τερματοφύλακα δίχως χέρια, μετά την ήττα από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων το 1991, με δύο γκολ από τον Μαρκ Χιουζ για τα οποία είχε την πλήρη ευθύνη. Ο «Μπούσι» ωστόσο κληρονόμησε τα πόδια του…
Ετρεχε γρήγορα το μυαλό
Δεν ήταν ποτέ ο γρήγορος χαφ. Το μυαλό του όμως έτρεχε πολύ πολύ γρήγορα. Ηξερε άνα πάσα στιγμή σε ποια θέση πρέπει να είναι, πότε να επιλέξει να δώσει σωστή πάσα, πότε να κρατήσει μπάλα και πότε να αυξήσει ρυθμό. Αυτά τα στοιχεία διαπίστωσε και ο Γκουαρδιόλα όταν υπήρξε προπονητής του Σέρχιο στη δεύτερη ομάδα της Μπαρτσελόνα, αποφασίζοντας να τον γυρίσει από επιθετικό σε οργανωτή του παιχνιδιού με μια συμβουλή: «Αν σου κάνουν φάουλ, ντροπή σου. Παίξε γρηγορότερα». Αυτή η απόφαση του έδωσε φτερά και τη δυνατότητα να παίξει στην πρώτη ομάδα την επόμενη σεζόν, αντικαθιστώντας τον Γιαγιά Τουρέ. Απο κει και μετά όλα πήραν τον δρόμο τους.
Παρ΄όλα τα κατορθώματά του, το στυλ παιχνιδιού του δεν ήταν και δεν είναι θελκτικό για τον κοσμο στην εξέδρα. Δεν σκόραρε, δεν πατούσε αντίπαλη περιοχή, δεν έβγαζε τελικές για γκολ, όμως απέτρεπε πολλαπλάσιες. Ωστόσο για όλα αυτά υπήρχαν δεκάδες παίκτες και στην Μπαρτσελόνα και στην εθνική Ισπανίας. Αυτός ήταν αυτό που ακριβώς ήθελαν ο προπονητής και οι συμπαίκτες του.
«Καθαρίζει τα πάντα, σαν εκχιονιστικό μηχάνημα», ήταν τα επαινετικά λόγια του Πικέ. « Δεν έχω δει ποτέ ποδοσφαιριστή με τόσες λύσεις στην τακτική κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού με τόση ποιότητα» είχε πει ο Τσάβι. Ο ίδιος τα είπε όλα: «Η μοναδική εμμονή μου είναι να κρατήσω τη μπάλα, να τη μοιράσω στο υπόλοιπο γήπεδο και να επιστρέψω εξαντλημένος στα αποδυτήρια». Ο Γκουαρδιόλα είχε μιλήσει για τον ρόλο που έχει στην ομάδα: «Ο Σέρχιο θα είναι υπεύθυνος για τη μύηση του νέου ποδοσφαιριστή στην ομάδα, δίχως καν να χρειαστεί να μιλήσει. Βλέποντας και μόνο τη συμπεριφορά του, όλοι θα διαπιστώσουν πως λειτουργεί αυτός ο σύλλογος».
Ο Μπουσκέτς έφυγε από την Μπαρτσελόνα γεμάτος από κούπες. Πανηγύρισε σε 15 χρόνια που αγωνίστηκε στην πρώτη ομάδα, εννιά πρωταθλήματα, επτά κύπελλα, επτά ισπανικά Super Cup, τρία Champions League, τρία Ευρωπαϊκά Super Cup και τρία Παγκόσμια Κύπελλα Συλλόγων. Θα ήταν τρελό από μέρους του να αποδεχτεί την πρόταση του φίλου του Πεπ να ρισκάρει ένα φινάλε που δεν θα άρμοζε σε αυτή την καριέρα.

