Στις 10 Αυγούστου του 2024 η Σελίν Χαϊντάρ, ζούσε την πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής της. Στα 19 της χρόνια, είχε οδηγήσει την ομάδα της, την Ποδοσφαιρική Ακαδημία της Βηρυτού (BFA), στην κατάκτηση του πρωταθλήματος και μαζί με τις συμπαίκτριές της, πανηγύριζε τον τίτλο ανεβασμένη στην οροφή ενός κόκκινου ανοικτού λεωφορείου. Ακολουθούσαν αρκετά αυτοκίνητα, αλλά αυτό που έδινε τον ρυθμό με έντονα κορναρίσματα είχε οδηγό τον πατέρα της Αμπάς και συνοδηγό την μητέρα της Σάανα.
Ομως, ο θόρυβος από τις κόρνες και τη μουσική που είχαν επιλέξει τα κορίτσια για να γιορτάσουν το αήττητο πρωτάθλημα, δεν είναι ο μοναδικός που ακούγεται πλέον στην πρωτεύουσα του Λιβάνου. Υπάρχει και αυτός που προέρχεται από το βουητό των ισραηλινών μαχητικών αεροσκαφών, όπως και το σφύριγμα που κάνουν οι βόμβες καθώς πέφτουν και αφήνουν πίσω τους θύματα και σωρούς από μπετόν και μέταλλο, σαν και αυτούς που δημιουργούν το θλιβερό τοπίο γύρω από τους δρόμους που κινείται το λεωφορείο που μεταφέρει τις πρωταθλήτριες.
Ωστόσο, αυτή η μέρα ανήκε αποκλειστικά στην Σελίν και στα άλλα κορίτσια που είχαν επιλέξει να κάνουν τον δικό τους θόρυβο και να επισκιάσουν αυτόν των σειρήνων. «Τρέχαμε να ξεφύγουμε από τους βομβαρδισμούς, τον πόλεμο», λέει ο Αμπάς. «Αλλά είχαν να παίξουν έναν τελικό. Είπα στη Σελίν ότι ήθελα να είμαι εκεί, επειδή επέλεξαν να αγωνιστούν παρά τις σειρήνες και τον φόβο που υπάρχει. Κέρδισαν και το πανηγυρίσαμε στη Βηρυτό, με χαρά, κόρνες και υπερηφάνεια». Σε μια πόλη συνηθισμένη στον ήχο του πολέμου ήταν μια σπάνια στιγμή ραψωδίας.
Τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο του 2024, το Ισραήλ αύξησε τις επιθέσεις κατά της Χεζμπολάχ στην Βυρητό. Οι πολίτες, συμπεριλαμβανομένης της Σελίν και της οικογένειάς της, εκκένωσαν τα προάστια της πρωτεύουσας και αναζήτησαν καταφύγιο στο Baakline, ένα χωριό στα βουνά Chouf έξω από την πρωτεύουσα. Στις 15 Νοεμβρίου, κατά τη διάρκεια μιας παύσης των βομβαρδισμών, η Σελίν επέστρεψε στη Βηρυτό για να προπονηθεί. Την επόμενη ημέρα, το Ισραήλ εξέδωσε εντολή εκκένωσης. Καθώς ανέβαινε στη μοτοσικλέτα της και ετοιμαζόταν να φύγει, η Σελίν χτυπήθηκε στη δεξιά πλευρά του κεφαλιού της από ένα κομμάτι οβίδας. Πλάνα από το περιστατικό κοινοποιήθηκαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Σε αυτό, η 19χρονη παίκτρια φαίνεται να φοράει λευκό παντελόνι, λευκά αθλητικά παπούτσια και ένα ανοιχτό πράσινο σακάκι. Εχει πέσει στο έδαφος και υπάρχει αίμα στο πρόσωπό της. Οι απελπισμένες κραυγές ενός άνδρα γεμίζουν το χώρο. Η είδηση του περιστατικού ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο, πυροδοτώντας οργή και θλίψη. Η Σελίν, ένα ανερχόμενο αστέρι της εθνικής ομάδας του Λιβάνου, έγινε σύμβολο της καταστροφής του πολέμου.
Για τους γονείς της, Αμπάς και Σάανα, δεν υπάρχει κανένα σύμβολο, υπάρχει μόνο αγωνία. Ξέρουν ότι δεν είναι μοναδικοί σε αυτό το σκηνικό. Περισσότεροι από 3.700 έχουν σκοτωθεί και 16.000 έχουν τραυματιστεί στον Λίβανο από το 2023, σύμφωνα με το λιβανέζικο υπουργείο Υγείας, το οποίο δεν κάνει διάκριση μεταξύ μαχητών και αμάχων. Η σύγκρουση είναι η πιο θανατηφόρα της χώρας εδώ και τρεις δεκαετίες. Σύμφωνα με τα στοιχεία, έχει εκτοπίσει περισσότερους από ένα εκατομμύριο ανθρώπους, έχει παραλύσει την οικονομία και έχει αφήσει σχολεία, αγροκτήματα, επιχειρήσεις και νοσοκομεία σε ερείπια. Μια εκεχειρία 60 ημερών, που συμφωνήθηκε στα τέλη Νοεμβρίου, διανύει τις τελευταίες στιγμές της.
«Περάσαμε όλη μας τη ζωή κρατώντας τα παιδιά μας, κρύβοντάς τα από τον πόλεμο, προστατεύοντάς τα», λέει ο Αμπάς, ο οποίος υπήρξε μάρτυρας συγκρούσεων σε όλη του τη ζωή στο Λίβανο. «Πληρώσαμε έναν μεγάλο φόρο πολέμου, έναν φόρο αίματος για τις κόρες μας. Τι κάνουμε λοιπόν; Τι κάναμε λάθος; Ζούμε μόνο για να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας, για να κάνουμε τα όνειρά τους πραγματικότητα. Η Σελίν ξεκινούσε τη ζωή της, χτίζοντας την βήμα-βήμα με το ποδόσφαιρο. Αυτός ο τραυματισμός έκοψε το ταξίδι της».
Για όσους γνωρίζουν τη Σελίν, δύο πράγματα έρχονται επανειλημμένα στο μυαλό: το ακατάβλητο χαμόγελό της και ο δυναμισμό της. Η μικρότερη από τρία παιδιά, η Σελίν ακολούθησε μια τελείως διαφορετική κατεύθυνση. Ενώ ήταν ευλαβικά θρησκευόμενη, ο ζήλος της για τη ζωή μερικές φορές ενοχλούσε τον ιστορικό συντηρητισμό του Λιβάνου, ιδίως όταν ασχολήθηκε με το ποδόσφαιρο, μια παραδοσιακά ανδρική (μέχρι πριν λίγα χρόνια) υπόθεση. Ωστόσο, ούτε ο πατέρας της ούτε η μητέρα της αισθάνθηκαν ότι έπρεπε ή μπορούσαν να σταθούν εμπόδιο στο δρόμο της. «Η Σελίν θέλει τη ζωή της τελείως διαφορετική», λέει ο Αμπάς. «Μπορεί να πάρει ό,τι θέλει και να κάνει ό,τι θέλει. Ναι, της δίνω αυτή την ευκαιρία, καθώς δεν βλέπω διαφορά μεταξύ κοριτσιών και αγοριών, αλλά δεν χρειάζεται να την πάρει από εμένα. Εκανε αυτό που ήθελε με τη δύναμη της προσωπικότητάς της».
Αυτό που ήθελε περισσότερο η Σελίν ήταν το ποδόσφαιρο. Εχει ως είδωλο τον Κριστιάνο Ρονάλντο, του οποίου η φανέλα του όταν αγωνιζόταν στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ παραμένει κρεμασμένη στην κρεβατοκάμαρά της. Οι μέρες περνούσαν στα γήπεδα, τελειοποιώντας την τέχνη της με τα παιδιά της περιοχής. Τα οράματά της ήταν μεγάλα: να μπει στην εθνική ομάδα του Λιβάνου, ίσως να μετακομίσει στις Ηνωμένες Πολιτείες, να ανοίξει τελικά μια ακαδημία. Στα 17 της, λίγο αφότου βοήθησε την ομάδα Κ-18 της χώρας της να φτάσει στην κατάκτηση του Κυπέλλου Δυτικής Ασίας – μόλις τη δεύτερη φορά στην ιστορία της- η Σελίν προσφέρθηκε στην BFA, αφού η προηγούμενη ομάδα της, η SC Safa, διαλύθηκε. Ομως, ο προπονητής Σαμέρ Μπαρμπαρί αρχικά της αρνήθηκε την ευκαιρία. «Είμαι ένας πολύ αυστηρός προπονητής. Είχα ακούσει ότι ήταν πεισματάρα. Δεν πίστευα ότι θα τα πηγαίναμε καλά», θα παραδεχτεί λίγο αργότερα. Ομως η Σελίν δεν ήταν από τις κοπέλες που δέχεται εύκολα την άρνηση. «Μου έστειλε μήνυμα», λέει ο Μπαρμπαρί, με ένα χαμόγελο να τρυπώνει στο πρόσωπό του. «Προπονητή, άκουσα ότι δεν με θέλετε, αλλά θέλω να παίξω, οπότε θα πρέπει να με πάρετε». Της απάντησα: «Ωραία, η προπόνηση είναι στις 6:45 απόψε». Και ξεκινήσαμε αυτό το όμορφο ταξίδι μαζί».
Στις δύο πρώτες της σεζόν με την BFA, η Σελίν βοήθησε την ομάδα να κατακτήσει τον τίτλο στην κατηγορία κάτω των 19 ετών και το πρώτο πρωτάθλημα της ανώτερης κατηγορίας την περίοδο 2023-24, έχοντας συνολικά 33 συμμετοχές. Η αυξανόμενη συνέπεια των καλών της εμφανίσεων, σε συνδυασμό με το όραμά της και την ακόρεστη επιθετικότητά της, της χάρισε μια νέα φήμη ως μία από τις καλύτερες κεντρικές μέσες του Λιβάνου, ένα «παιδί θαύμα» σύμφωνα με τον Μπαρμπαρί. Παρά την ηλικία της, αποτέλεσε στυλοβάτη της BFA, φορώντας το περιβραχιόνιο του αρχηγού σε ένα μέρος της πορείας για την κατάκτηση του τίτλου. «Την αποκαλούσαν “Μικρή Καπετάνισσα” επειδή ήταν μικρότερη από όλους τους άλλους (περίπου 1,75 μ., 165 εκατοστά), αλλά μπορούσε να ηγηθεί», λέει η μητέρας της Σάανα, καθώς τα δάκρυα τρυπούν τα μάτια της.
Τέσσερις φορές η Σελίν κλήθηκε στην εθνική ομάδα του Λιβάνου. Η πορεία της ήταν ασταμάτητη: μια πιθανή μετακίνηση στο εξωτερικό, κυρίως στις ΗΠΑ, η συμμετοχή σε ένα μεγάλο τουρνουά ήταν οι στόχοι που είχε θέσει. Όμως όλα αυτά διακόπηκαν απότομα, όταν εκείνο το θραύσμα από την έκρηξη την χτύπησε στο κεφάλι, αλλάζοντας από την μια στιγμή στην άλλη τη ζωή της. «Απλά έπρεπε να συνεχίσει», λέει ο Μπαρμπαρί, με έναν πόνο να σέρνεται στη φωνή του. «Πάντα χαμογελούσε, πάντα γελούσε. Ελπίζω μόνο να ξαναβρεί αυτό το χαμόγελο. Και θα γίνει ξανά η καπετάνισσά μου. Περιμένουμε να επανέλθει στη ζωή, να γίνει φυσιολογική ή να ζήσει μια φυσιολογική ζωή όσο μπορεί. Γιατί σκότωσαν το όνειρό της».
Ο Αμπάς και η Σάανα δεν φοβήθηκαν ποτέ ότι το ανήσυχο πνεύμα της κόρης τους μπορεί να της δημιουργήσει προβλήματα. «Το μόνο πράγμα που φοβόμασταν γι’ αυτήν ήταν ο πόλεμος», λέει ο πατέρας της. Η ποδοσφαιρική ένωση του Λιβάνου (LFA) ανέβαλε όλους τους αγώνες στα τέλη Σεπτεμβρίου. Η Σελίν κάθε φορά που οι επιθέσεις μειώνονταν, επέστρεφε στην Βηρυτό για να προπονηθεί σε μια περιοχή της πρωτεύουσας που θεωρούνταν ασφαλής. Οι σειρήνες σηματοδοτούσαν την επιστροφή της στη ζωή στα βουνά. Αυτός ήταν ο κύκλος της καθημερινότητάς της. Αλλά στις 16 Νοεμβρίου, ο κύκλος δεν επαναλήφθηκε. Αντ’ αυτού, οι σειρήνες σφύριζαν και οι γονείς της Σελίν δεν είχαν νέα της. Η Σάανα τηλεφώνησε στον Αμπάς, ο οποίος ήταν στη δουλειά, και του είπε να τη βρει. «Ηταν 500 μέτρα μακριά ο ένας από τον άλλον όταν άρχισαν οι βομβαρδισμοί», λέει η Σάανα. Ενας φίλος τηλεφώνησε και ενημέρωσε ότι η Σελίν είχε χτυπήσει. Η Σάανα ρώτησε πού βρισκόταν η κόρη της και με τον τρόπο της προσπάθησε να θέσει το ερώτημα που καίει το λαιμό της: πόσο χτύπησε; «Αυτή την ερώτηση δεν τολμάς καν να την κάνεις», λέει.
Η Σάανα πληροφορήθηκε ότι η Σελίν είχε τραυματιστεί σοβαρά στο κεφάλι και θα πήγαινε στο νοσοκομείο Saint George στο Hadath. Η μητέρα της δεν μπορούσε να φύγει από το Baakline μέχρι να σταματήσουν οι βομβαρδισμοί. Οταν τελικά έφτασε, εισέβαλε στην αίθουσα επειγόντων περιστατικών όπου η κόρη της βρισκόταν σε τεχνητό κώμα. Οι βόμβες συνέχισαν να πέφτουν και τελικά χτύπησαν το νοσοκομείο. Η Σελίν μεταφέρθηκε στο Πανεπιστημιακό Ιατρικό Κέντρο του νοσοκομείου Saint George στο Achrafieh μετά από συνομιλία μεταξύ του προέδρου της BFA και του υπουργού υγείας του Λιβάνου. Χρειάστηκε άλλη μια χειρουργική επέμβαση για να σταθεροποιηθεί η κατάστασή της. «Προσεύχομαι να ήμουν εγώ αυτός που τραυματίστηκε», λέει ο Αμπάς. «Προσεύχομαι να επιστρέψει ο πόνος σε μένα».
Ο Μπαρμπαρί, πήρε τις συμπαίκτριές της για να την επισκεφτούν. Στον προθάλαμο του νοσοκομείου, πραγματοποίησε μια συνάντηση. «Τους είπα ότι είναι μια κατάσταση που δεν μπορούμε να σβήσουμε, οπότε πρέπει να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε», τους είπε. «Γιατί δεν θέλει να σταματήσει κανείς. Οταν επιστρέψει, όταν ξυπνήσει, αν μπορεί να παίξει, θα θέλει να επιστρέψει στην ομάδα παίζοντας. Κάθε μέρα προπονούμαστε και παίζουμε για τη Σελίν. Αυτός είναι ο στόχος μας τώρα. Θα την περιμένουμε». Εκείνη την εβδομάδα στο προπονητικό κέντρο της BFA, μια αφίσα της Σελίν τοποθετήθηκε σε εμφανές σημείο, ως υπενθύμιση της αποστολής τους.
Οι μέρες είναι μοιρασμένες με βάση ένα πρόγραμμα, ο Αμπάς, η Σάανα και η μεγαλύτερη αδελφή της αναλαμβάνουν βάρδιες για να διασφαλίσουν ότι η Σελίν δεν είναι ποτέ μόνη της (ο μεγαλύτερος αδελφός της εργάζεται στην Αφρική). Προπονητές και φίλοι μπαινοβγαίνουν. Ελέγχουν τη θερμοκρασία της. Της κρατούν το χέρι. Της μιλούν για τη ζωή, για το ποδόσφαιρο, για οτιδήποτε. «Αφιερώνω τη ζωή μου στη Σελίν», λέει ο Αμπάς, ο οποίος δεν πηγαίνει πλέον στη δουλειά του. «Ολη μέρα είμαι δίπλα της στο νοσοκομείο. Ολη μου η προσπάθεια στη ζωή μου είναι γι’ αυτήν, ώστε να αναρρώσει». Κατά διαστήματα, ένα από τα μάτια της Σελίν ανοίγει. Το χέρι της κινείται. Αλλά η πρόοδος είναι ασταθής.
Τόσο οι συγγενείς, όσο και οι φίλοι επαναλαμβάνουν καθημερινά ότι η Σελίν είναι μαχήτρια. Ομως, για την πλήρη ανάρρωσή της απαιτούνται ιατρικές διαδικασίες που δεν είναι διαθέσιμες στο περιορισμένο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης του Λιβάνου, αφήνοντας την οικογένειά της στο έλεος της φιλανθρωπίας, καθώς η ιστορία της Σελίν, με το βίντεο του τραυματισμού της και τη διάδοσή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, απασχόλησε τα πρωτοσέλιδα σε παγκόσμια κλίμακα.
Η οικογένεια της Σελίν αναγνωρίζει την επιθυμία ορισμένων να παρουσιάσουν την κόρη τους ως σύμβολο. Περισσότερο όμως θέλουν να την αναγνωρίσουν ως το πεισματάρικο κοριτσάκι τους που αγαπάει το ποδόσφαιρο, που «αναδύθηκε από το τίποτα» για να φορέσει το λιβανέζικο εθνόσημο, που αγαπάει τον Ρονάλντο και τη Ρεάλ Μαδρίτης, που ταξιδεύει σε αιγυπτιακές παραλίες για να νιώσει τον ωκεανό να τρέχει ανάμεσα στα δάχτυλα των ποδιών της, που η γκρίζα μακρυμάλλη γάτα της εξακολουθεί να μπαίνει στο δωμάτιό της και να την ψάχνει.
Υπό αυτό το πρίσμα, λένε, η ιστορία της Σελίν δεν μπορεί να γραφτεί ως συνθήκη του πολέμου αλλά ως τραγωδία του. «Θέλω να στείλω ένα μήνυμα σε όλους τους ανθρώπους που αγαπούν την ειρήνη και τον αθλητισμό», λέει ο Αμπάς. «Η Σελίν είχε μεγάλες φιλοδοξίες. Αυτή η φιλοδοξία σκοτώθηκε. Ας χρησιμοποιήσουμε αυτή τη στιγμή για να δώσουμε το μήνυμα ότι δεν έχει σημασία η θρησκεία σου, η εθνικότητά σου. Είμαστε όλοι άνθρωποι. Αξίζουμε να έχουμε τα όνειρά μας…».

